Τη δυσαρέσκειά τους για το σύντομο χρόνο διαβούλευσης και την ανησυχία τους για διατάξεις του νομοσχεδίου για το άσυλο, που συζητείται στη Βουλή, εκφράζουν η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και η Διεθνής Αμνηστία.
Ειδικότερα, να ενισχύσει τις εγγυήσεις για τους πρόσφυγες στο νομοσχέδιο για το άσυλο καλεί την Ελλάδα η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Ο διεθνής οργανισμός αναφέρει σε σχετική ανακοίνωσή του ότι εκτιμά τις προσπάθειες της Ελλάδας για την αναμόρφωση του επιβαρυμένου εθνικού συστήματος ασύλου, ωστόσο «ανησυχεί βαθύτατα ότι οι προτεινόμενες νομοθετικές τροποποιήσεις θα αποδυναμώσουν την προστασία των προσφύγων στη χώρα, ενώ κατατίθενται βεβιασμένα στη Βουλή».
Όπως επισημαίνει, το σχέδιο νόμου «θέτει υπερβολικό βάρος στους αιτούντες άσυλο και επικεντρώνεται σε τιμωρητικά μέτρα», ενώ εισάγει «υπερβολικά απαιτητικές διαδικασίες, τις οποίες ένας αιτών άσυλο δεν μπορεί ευλόγως να αναμένεται ότι θα μπορέσει να ακολουθήσει», κάτι που μπορεί να συνεπάγεται «αδυναμία άσκησης των δικαιωμάτων των αιτούντων άσυλο και τη μη εξέταση των αναγκών τους για διεθνή προστασία». Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία, «υπάρχει κίνδυνος παραβίασης της αρχής τής μη επαναπροώθησης, σε περίπτωση που το άτομο εντέλει επιστραφεί σε χώρα όπου η ζωή ή η ελευθερία του μπορεί να απειλείται».
Ο οργανισμός επισημαίνει ότι ένας σημαντικός αριθμός διατάξεων του σχεδίου νόμου θα επιβαρύνουν τις διοικητικές αρχές, οι οποίες ήδη αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες να ανταποκριθούν, με αποτέλεσμα να μεγαλώσουν οι καθυστερήσεις. Επιπλέον, παρατηρεί «με ανησυχία ότι κάποιες διατάξεις μπορεί να περιορίσουν σοβαρά το δικαίωμα στην οικογενειακή ενότητα», καθώς και ότι ο νέος νόμος «εισάγει εκτενείς διατάξεις για την κράτηση των αιτούντων άσυλο, αυξάνοντας τη μέγιστη χρονική περίοδο κράτησης από τρεις σε 18 μήνες». Διαφωνεί δε με το ότι «τα ασυνόδευτα παιδιά και άλλοι ευάλωτοι αιτούντες άσυλο θα εξετάζονται με ταχύρρυθμες διαδικασίες», καθώς και με την προτεινόμενη διάταξη που προβλέπει ότι οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες θα πρέπει να εγκαταλείψουν τις δομές στέγασης εντός δύο μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου νόμου.
Η Ύπατη Αρμοστεία ζητεί η Ελλάδα με τη συνδρομή της Ε.Ε. να δώσει προτεραιότητα στην ταχεία αύξηση της δυνατότητας ανταπόκρισης των αρχών ασύλου και στην υιοθέτηση μηχανισμού για τη συνεχή αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του συστήματος ασύλου.
Η ΕΕΔΑ
Κείμενο παρατηρήσεων δημοσιοποίησε και η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ). Επί της αρχής χαιρετίζει «τη νομοθετική προσπάθεια κωδικοποίησης της νομοθεσίας περί διεθνούς προστασίας», ωστόσο επισημαίνει ότι ο χρόνος που προβλέφθηκε για τη δημόσια διαβούλευση δεν ήταν επαρκής. Επίσης, σημειώνει ότι το σχέδιο νόμου «δεν της κοινοποιήθηκε από το αρμόδιο υπουργείο, προκειμένου να τοποθετηθεί επ' αυτού ως οφείλει στο πλαίσιο του θεσμικού της ρόλου» ως ανεξάρτητου συμβουλευτικού οργάνου της Πολιτείας.
Η ΕΕΔΑ σχολιάζει ότι το νομοσχέδιο «εισάγει νέους περιορισμούς των δικαιωμάτων των αιτούντων διεθνή προστασία» κι εκφράζει την ανησυχία της ότι η εφαρμογή σημαντικού αριθμού διατάξεών του «φαίνεται πως θα επιφέρει πρόσθετο διοικητικό βάρος στις αρμόδιες υπηρεσίες». Επίσης, επισημαίνει ότι εισάγονται χωρίς επαρκή αιτιολόγηση του σκοπού που εξυπηρετούν ουσιαστικά και διαδικαστικά τεκμήρια κα διοικητικά βάρη σε βάρος του αιτούντος.
Οι διατάξεις μπορούν να οδηγήσουν «σε de facto άρνηση άσκησης των δικαιωμάτων των αιτούντων διεθνή προστασία στην πράξη, τον αποκλεισμό προσώπων από τις διαδικασίες ασύλου, τη στέρηση του δικαιώματος πραγματικής και αποτελεσματικής προσφυγής, ακόμα και την παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης, σε περίπτωση που ο δικαιούχος διεθνή προστασία τελικώς επιστραφεί» καταλήγει η ΕΕΔΑ.
Η Διεθνής Αμνηστία
Την ανησυχία της για το νομοσχέδιο για το άσυλο εκφράζει και η Διεθνής Αμνηστία, αναφέροντας ότι αυτό «υποβαθμίζει την προστασία και τα δικαιώματα των προσφύγων και παραβιάζει τα ευρωπαϊκά και διεθνή νομικά πρότυπα».
Η Διεθνής Αμνηστία σχολιάζει μεταξύ άλλων την απαλοιφή του μετατραυματικού στρες από τις κατηγορίες ευαλωτότητας, την πρόταση πιστοποίησης των θυμάτων βασανιστηρίων μόνο από δημόσιους παρόχους υγείας και όχι από ΜΚΟ, τη δημιουργία καταλόγου ασφαλών τρίτων χωρών, τον περιορισμό της πρόσβασης στην εργασία, τις τροποποιήσεις για την πρόσβαση στην υγεία και την εκπαίδευση, καθώς και τις αλλαγές στους κανόνες για την κράτηση.
Τέλος, δηλώνει πως «ανησυχεί βαθιά με την πρόταση να επιτραπεί σε μέλη της αστυνομίας ή του ελληνικού στρατού να διεξάγουν συνεντεύξεις επί του παραδεκτού», καθώς, όπως σημειώνει, «αν εφαρμοστεί κάτι τέτοιο, θα πρόκειται για σοβαρή οπισθοδρόμηση που θα διακυβεύσει την ανεξαρτησία της διαδικασίας ασύλου», γι' αυτό και συστήνει στις ελληνικές αρχές να αποσύρουν το σχετικό μέρος της διάταξης.
Πηγή: ΑΜΠΕ