Από την έντυπη έκδοση
Tου Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Τελικά δεν είχε και πολλές δυσκολίες να ακούσει κανείς, ουσιαστικά και όχι «πολιτικά», τις επισημάνσεις του Eurogroup για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας βάσει της συζήτησης της 3ης Έκθεσης Ενισχυμένης μεταμνημονιακής παρακολούθησης. Συζήτησης με την οποία η Ευρώπη υποδέχθηκε τη νέα κυβέρνηση. Άλλωστε 15/16 Ιουλίου θα έχουμε στην Αθήνα και τον Κλάους Ρέγκλινγκ του ESM, και τον Ντέκλαν Κοστέλο της Επιτροπής…
Πάντως, κατά Μάριο Σεντένο του Eurogroup, «οι δεσμεύσεις είναι δεσμεύσεις»: πιο ήπιο από το pacta sunt servanda του αλήστου μνήμης Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αλλά… σαφές. Ο τεθειμένος στόχος πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ παραμένει, καθώς «είναι βασική προϋπόθεση για την ελάφρυνση του χρέους» (η οποία ήδη δόθηκε στην Ελλάδα, αλλά έχει ενσωματωμένους διακόπτες: το είδαμε αυτό με τη μη επιστροφή των κερδών από ANFAs/SMPs στην τελευταία στροφή). Αυτά από Ρέγκλινγκ.
Η διατήρηση της ψηφισμένης μη μείωσης του αφορολόγητου από 1/1/2020 μπορεί να συζητηθεί -«δεν είναι χαραγμένο στην πέτρα» το ζήτημα-, όμως πρέπει να τεθεί στο τραπέζι από την κυβέρνηση. Ομοίως η διατήρηση άλλων μέτρων όπως της μισής «13ης σύνταξης», γενικώς όλων όσα έχουν δημοσιονομική επίπτωση και έχουν ψηφιστεί ομόθυμα στη Βουλή των Ελλήνων. Από κει και πέρα, στις μεταρρυθμίσεις έχουν γραφτεί καθυστερήσεις, ενώ «ορισμένες από τις πρόσφατες αποφάσεις» δεν είναι θετικές για την ανάπτυξη και τη (διακηρυγμένη) βιωσιμότητα του χρέους. Το Eurogroup, σημειωτέον, απέφυγε να πολυπλησιάσει το θέμα των κόκκινων δανείων: ας μη διαφύγει της προσοχής, όμως, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε μεν σεφτέ ως πρωθυπουργός συναντώντας Ανδρέα Δρακόπουλο (του Ιδρύματος Νιάρχου), κυρίως όμως συνάντησε Αντρέα Ενρία του SSM (με Σταϊκούρα και Γ. Ζαββό): οι προτεραιότητες σαφείς.
Για να μην είναι, πάντως, εντελώς στυφή η γεύση Eurogroup, αναγνωρίστηκε ότι τα πράγματα είναι καλύτερα από το '15 αλλά και την αρχή της Οδύσσειας των μνημονίων. Και… επί της ουσίας πάμε για φθινόπωρο: Σεπτέμβριο αν μη Νοέμβριο - μεσολαβεί Προϋπολογισμός, ΔΕΘ, τέτοια πράγματα…
Επειδή στην Ελλάδα την έχουμε την τάση να θεωρούμε τις απόψεις των «έξω» πιο στέρεες από τις δικές μας αναλύσεις, θα άξιζε να έχει καταγράψει κανείς την «παρατήρηση» που έκανε στον Σεντένο για τη θέση του απέναντι στη νέα κυβέρνηση ο Πίτερ Σπίγκελ, των F.T., ο οποίος την έχει παρακολουθήσει από κοντά την ελληνική υπόθεση αλλά και όλη την κρίση της Ευρωζώνης. Έγραψε στο Tweeter του: «Αστείο! Θυμάστε έναν Πορτογάλο τύπο, ονόματι Μάριο Σεντένο, η πρώτη ενέργεια του οποίου ως υπουργού Οικονομικών ήταν να "σπάσει" τις δεσμεύσεις του προκατόχου του σχετικά με τον προϋπολογισμό; Περίεργο που οι δυο αυτοί έχουν το ίδιο όνομα».
Όπως αξίζει και να θυμηθεί κανείς την υποδοχή της νέας κυβέρνησης από την -κατεξοχήν φιλοεπιχειρηματική- Wall Street Journal. Η οποία επεφύλαξε θετικά σχόλια για τις προθέσεις Μητσοτάκη, όμως μην παραλείποντας να εξηγήσει ότι «η εμμονή των πιστωτών για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ αφήνει μέτρια περιθώρια για περικοπές φόρων». Ενώ επιστράτευε τον Κύπριο νομπελίστα Χριστόφορο Πισσαρίδη του LSE να θυμίσει ότι «οι πιστωτές δεν άφησαν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει, όμως δεν έκαναν και πολλά για να διορθώσουν την οικονομία». Όσο για τις προοπτικές αναδιαπραγμάτευσης, ο Πισσαρίδης φρονεί ότι «αν ο Μητσοτάκης πάει σ' αυτούς με ένα καλό σχέδιο, ίσως συμφωνήσουν αυτήν τη φορά. Όμως ένας χαλαρότερος προϋπολογισμός δεν θα είναι αρκετός για να δώσει αίσθηση στην ανάπτυξη - πρέπει να σκεφθούν σοβαρά πώς θα δαπανήσουν τα χρήματα».
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Κρις Πισσαρίδης εκφράζεται έτσι. Αναζητήσαμε την τοποθέτησή του -στην Οικονομική Επιθεώρηση- τον Νοέμβριο του 2012, όταν είχε προσαράξει το μνημόνιο 1 και ξεκινούσε το μνημόνιο 2: «Η τρόικα θα πρέπει να ξανακοιτάξει αν αυτό που ζητά από την Ελλάδα είναι δίκαιο και εφικτό, με τη νέα οικονομική κατάσταση στην Ευρώπη. Και η Ελλάδα θα πρέπει να ξανακοιτάξει το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, να διακηρύξει ότι θέλει να τις κάνει και να ρωτήσει αν προχωρά σταθερά προς μια ευέλικτη οικονομία».
Για τον Πισσαρίδη, «λάθος της τρόικας ήταν η άμεση, απότομη οικονομική διόρθωση, η οποία δεν επέτρεψε στην αγορά εργασίας να εξελιχθεί, καθώς η ύφεση παρακώλυσε την προσαρμογή στον χώρο της εργασίας. Λάθος της Ελλάδας είναι ότι καθυστέρησε, φρέναρε με διάφορους τρόπους την προσαρμογή στην αγορά εργασίας, περιοριζόμενη ακριβώς στη νομοθετική παρέμβαση και παραβλέποντας τη διάσταση εφαρμογής των μέτρων που αρκούνταν να νομοθετεί».
Ακούγοντας και διαβάζοντας, λοιπόν. Ακούγοντας και διαβάζοντας.