Αναπάντητα παραμένουν σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης, Αναστάση Παπαληγούρα, τα ερωτηματικά που γεννά η αυτοκτονία του προϊσταμένου του τμήματος Σχεδιασμού Δικτύου της Vodafone Κώστα Τσαλικίδη τις ημέρες που αποκαλύφθηκε το δίκτυο των υποκλοπών.
Κατά την ενημέρωση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ο κ. Παπαληγούρας τόνισε πως κυβέρνηση στην υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών λειτούργησε με υπευθυνότητα και καθαρότητα, με μοναδικό γνώμονα την προστασία τόσο του δημοσίου συμφέροντος όσο και των ίδιων των πολιτών.
«Στο ίδιο πλαίσιο», πρόσθεσε, «έχουμε προαναγγείλει και τη σύσταση σχετικής Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής, που θα επιληφθεί της υπόθεσης αμέσως μετά το πέρας της κυρίας ανάκρισης. Έτσι, η Εξεταστική Επιτροπή θα μπορέσει να αξιοποιήσει τα ευρήματα που θα έχει εν τω μεταξύ συλλέξει η δικαστική έρευνα, χωρίς να δυσχερανθεί η μυστική κατά τον Νόμο ανακριτική διαδικασία - πράγμα που θα συνέβαινε αν οι δύο διαδικασίες συνέπιπταν χρονικά».
Όπως είπε ο κ. Παπαληγούρας, η κυβέρνηση προτίμησε να μη δημοσιοποιήσει άμεσα την αποκάλυψη της Vodafone, πριν ελεγχθεί η ακρίβεια και η σοβαρότητα των καταγγελιών, καθώς και πριν σταθμισθούν όλες οι παράμετροι, δεδομένου ότι το θέμα ήταν συνυφασμένο με την εθνική ασφάλεια. Η εσπευσμένη και αβασάνιστη δημοσιοποίηση της καταγγελίας, χωρίς προηγούμενη έρευνα, θα ήταν προφανώς η πιο εύκολη και ανέξοδη λύση, παρατήρησε.
Αντ’ αυτής, τόνισε, «προκρίναμε την οδό της ευθύνης και της ουσίας, θεωρώντας επιβεβλημένο να προηγηθεί της δημοσιοποίησης η αστυνομική και δικαστική έρευνα».
Όπως επίσης υπογράμμισε ο κ. Παπαληγούρας η άμεση εντολή του Πρωθυπουργού για παραπομπή του θέματος στη Δικαιοσύνη καταδεικνύει ότι πρόθεση της κυβέρνησης ήταν και είναι όχι η συγκάλυψη, αλλά η αποκάλυψη.
«Η εκτελεστική εξουσία προσέφυγε στην ανεξάρτητη δικαστική εξουσία, που μπορεί να αξιοποιήσει την έρευνα των αρχών ασφαλείας, για τη διερεύνηση ενός εθνικά ευαίσθητου θέματος. Τι πιο σύννομο, θεσμικά και συνταγματικά ανεπίληπτο από την επιλογή αυτή;», αναρωτήθηκε ο υπουργός Δικαιοσύνης, επικρίνοντας την αντιπολίτευση που όπως είπε, επιχειρεί να εμφανίσει την κυβέρνηση ως δράστη στην υπόθεση. «Η Κυβέρνηση δεν είναι ο δράστης - ήταν ο βασικός στόχος αυτού του εθνικού σκανδάλου των υποκλοπών!», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά την Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), ο κ. Παπαληγούρας σημείωσε πως σε πρώτη φάση δεν ζητήθηκε η συνδρομή της καθώς κατά τον χρόνο της καταγγελίας, είχε μόλις αρχίσει να οργανώνεται και να λειτουργεί, ενώ τοιχειώδες προσωπικό απέκτησε μόλις τον Ιανουάριο του 2005.
Παράλληλα, όπως παρατήρησε ο υπουργός, δεν υφίσταται τυπική υποχρέωση ενημέρωσης της ΑΔΑΕ από την κυβέρνηση, όπως συνομολογείται από τον πρόεδρο της Αρχής, αλλά και τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Επίσης ο κ. Παπαληγούρας δικαιολόγησε τη μη ενημέρωση των θυμάτων των παρακολουθήσεων, μεταξύ των οποίων και ο πρώην υπουργός Γιάννος Παπαντωνίου, λόγω του απόρρητου χαρακτήρα της διεξαγωγής της έρευνας.
Όσον αφορά τη διάρκεια της δικαστικής έρευνας, ο υπουργός Δικαιοσύνης υπογράμμισε πως μόνος αρμόδιος να κρίνει το αναγκαίο εύρος και βάθος μιας προκαταρκτικής εξέτασης - και άρα τη διάρκεια της - είναι ο ανεξάρτητος δικαστικός λειτουργός που τη διεξάγει. Όπως μάλιστα τόνισε, και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δ. Λινός, θεώρησε επιβεβλημένη και ενέκρινε δύο φορές την παράταση του χρόνου περάτωσης της προκαταρκτικής εξέτασης.
«Δεν μπορώ προφανώς να προδικάσω ούτε την πορεία, ούτε τα αποτελέσματα της ανεξάρτητης δικαστικής έρευνας. Μπορώ ωστόσο να σας διαβεβαιώσω για την πίστη μου ότι η Δικαιοσύνη θα κινηθεί προς πάσα κατεύθυνση, με αίσθημα ευθύνης, αντικειμενικότητας και χωρίς αναστολές», συμπλήρωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης.