Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Τα στατιστικά στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο και τα αναγκαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί εις βάρος των οφειλετών δεν αποτυπώνουν την πλήρη εικόνα ούτε όλη την αλήθεια. Δεν μάθαμε κάτι καινούργιο με τη διαπίστωση ότι τα ληξιπρόθεσμα χρέη έχουν εκτιναχθεί στα 104 δισ. ευρώ.
Ούτε με το στατιστικό εύρημα ότι οι οφειλέτες παραμένουν στα τέσσερα εκατομμύρια άτομα. Γνωστό εν πολλοίς ήταν και το στοιχείο ότι η εφορία έχει επιβάλει αναγκαστικά μέτρα εις βάρος τουλάχιστον 1.200.000 οφειλετών του Δημοσίου.
Τι δεν μάθαμε ούτε χθες; Ποιο ήταν το αποτέλεσμα από τη λήψη των εκατοντάδων χιλιάδων αναγκαστικών μέτρων. Πόσα χρήματα απέφεραν στα δημόσια ταμεία οι κατασχέσεις εις χείρα τρίτου; Ποιο ήταν το περιεχόμενο των τραπεζικών λογαριασμών που δεσμεύτηκαν και πόσα χρήματα κατασχέθηκαν; Ποια ήταν η απόδοση του μέτρου των κατασχέσεων και των πλειστηριασμών;
Θα είχε πραγματικά πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να μπορούσε το υπουργείο Οικονομικών να παρουσιάσει μια μελέτη στην οποία θα αποτυπώνεται η οικονομική συμπεριφορά των οφειλετών του Δημοσίου πριν και μετά τη δέσμευση του τραπεζικού τους λογαριασμού.
Καταγράφηκε αύξηση των εσόδων; Λειτούργησε η δέσμευση ως «καμπανάκι» για τον οφειλέτη προκειμένου να σπεύσει και να ρυθμίσει τα χρέη του; Ή μήπως εκεί που έκανε έστω και λίγες συναλλαγές μέσω του κανονικού διαύλου (δηλαδή με τιμολόγια, αποδείξεις και ηλεκτρονικές πληρωμές) τις έκοψε και αυτές με προφανή στόχο την οικονομική επιβίωση;
Το γεγονός ότι από το σύνολο των οφειλών προς το Δημόσιο μόλις το 3,5% είναι σε καθεστώς ρύθμισης δεν μας προδιαθέτει για κάτι θετικό.
Ούτε το γεγονός ότι κάθε χρόνο που περνάει προστίθενται και επιπλέον 10 δισ. ευρώ στη δεξαμενή των ληξιπρόθεσμων. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι το Δημόσιο δεν θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να προασπίσει τα συμφέροντά του. Σημαίνει όμως ότι πρέπει να σχεδιαστούν καλύτερα οι επόμενες ενέργειες, με κύριο κριτήριο την απόδοση και για το Δημόσιο και για το σύνολο της οικονομίας.
Τα «τυφλά χτυπήματα» και οι αυτοματοποιημένες διαδικασίες με μόνο στόχο να πιάσουμε τους μνημονιακούς στόχους δεν έχουν κανένα απολύτως νόημα.