Για «δημαγωγική κυβέρνηση» ΣΥΡΙΖΑ, «χωρίς αρχές, που ανάλογα με την περίσταση αλλάζει την επιχειρηματολογία της» έκανε λόγο ο Κώστας Σημίτης, σε ομιλία του απόψε στη Θεσσαλονίκη, σε εκδήλωση του Δικτύου Σύγχρονων Δημοκρατών.
Σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό, «σήμερα, η αντικειμενική πραγματικότητα αποδίδει μίαν αρνητική εικόνα της χώρας μας και μια συστηματική καθοδική πορεία. Έχουμε το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος, χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης, υψηλότατη ανεργία, χαμηλές επιδόσεις στην ανταγωνιστικότητα, στα θέματα κοινωνικής δικαιοσύνης, απονομής της δικαιοσύνης, διαφθοράς».
Όπως είπε, «η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης εστιάζεται στις παροχές και τα επιδόματα, που με τη σειρά της ευνοούν τη μαύρη εργασία και τη φοροαποφυγή».
Ο κ. Σημίτης υποστήριξε πως «έχουμε μια κυβέρνηση με κύριο στόχο την εξουσία. Εφαρμόζει πολιτικές όχι για όλους τους Έλληνες, αλλά για τη δημιουργία ενός στρώματος οπαδών της. Καταφεύγει σε μεγαλοστομίες και στη συγκάλυψη της πραγματικότητας, την οποία μαθαίνουμε τελικά από τις Βρυξέλλες». Παράλληλα, σημείωσε ότι η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης «θέλει να εξασφαλίζει ποσά για να μοιράζει δεξιά αριστερά, για να προσελκύσει ψηφοφόρους».
Ο πρώην πρωθυπουργός εκτίμησε πως «κύριος στόχος ενός προοδευτικού κόμματος θα ήταν σήμερα ο δραστικός περιορισμός της αβεβαιότητας για τη μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας. Η χώρα έχει ανάγκη από δημιουργία, από παραγωγικές επενδύσεις και ανάπτυξη. Από τη μείωση των ετήσιων πλεονασμάτων που έχουν συμφωνηθεί με την ευρωζώνη, ώστε να αυξηθούν οι δυνατότητες επενδύσεων και απασχόλησης. Από τον επανασχεδιασμό της δημοσιονομικής πολιτικής και την επανεκτίμηση των συντελεστών φορολόγησης. Από την επανεξέταση του ασφαλιστικού συστήματος. Από μια εκτενή και συστηματική μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, της δικαιοσύνης και της παιδείας» τόνισε.
Αναφερόμενος στα αίτια της οικονομικής κρίσης στη χώρα, την απέδωσε στην «οικονομική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας, που αύξησε αλόγιστα τις δαπάνες μετά το 2004. Ήταν το πρωτοφανές έλλειμμα του προϋπολογισμού του 2009. Θυμίζω ότι κατά τη Νέα Δημοκρατία και την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ήταν 6%. Στην πραγματικότητα, όμως, όπως προέκυψε από τα στατιστικά στοιχεία της χώρας μας και τη σχετική έρευνα της Ένωσης, ήταν 15%» δήλωσε. Αναφέρθηκε στη δίωξη σε βάρος του Ανδρέα Γεωργίου, του επικεφαλής της στατιστικής υπηρεσίας επί χρόνια, «γιατί είπε την αλήθεια». Ταυτόχρονα, επέκρινε τους χειρισμούς της κυβέρνησης το 2015, λέγοντας πως «χρήσιμο είναι να αναλογιστούμε το πρώτο εξάμηνο του 2015, το παραπλανητικό δημοψήφισμα και τα συνεχή μαθήματα του υπουργού Οικονομικών της χώρας στον ελληνικό λαό και στους συναδέλφους των άλλων κρατών μελών κατά τις συνεδριάσεις του Eurogroup».
Μιλώντας για το Μακεδονικό, ο κ. Σημίτης υπογράμμισε ότι «η εκκρεμότητα στη διαφορά Αθήνας-Σκοπίων παρεμπόδιζε κοινές επιδιώξεις και μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς. Οι χώρες της Βαλκανικής που αναπτύσσουν σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση ή έγιναν μέλη, όπως η Βουλγαρία, ή ζητούν να γίνουν μέλη της, όπως το Μαυροβούνιο, τηρούν ακόμη αποστάσεις από την Ελλάδα λόγω της διαφοράς με τα Σκόπια. Η συγκεκριμένη διαφορά λοιπόν έπρεπε να λυθεί» είπε ο πρώην πρωθυπουργός. Όπως σημείωσε, «ήταν προς το συμφέρον μας να λυθεί. Ωστόσο, τα χρονίζοντα προβλήματα με τα Σκόπια είχαν δημιουργήσει μία κατάσταση που απαιτούσε από την ελληνική πλευρά μια κοινή προσπάθεια, μια κοινή κινητοποίηση, ώστε να υπάρξουν ευρύτερα αποδεκτές λύσεις και να αποφευχθούν νέες αντιπαλότητες». Κατά τον κ. Σημίτη, η κυβέρνηση, «αντί να συνεννοηθεί για τον τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος με τα άλλα κόμματα της Βουλής, προχώρησε χωρίς συνεννόηση με αυτά. Ήθελε να επιδείξει ότι αυτή πέτυχε εκεί που οι άλλοι είχαν αποτύχει. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν τόσο μία μη ικανοποιητική λύση, όσο και η αντιπαράθεση με όλη την αντιπολίτευση, που θεώρησε ότι η Ελλάδα υποχώρησε σε σημαντικά θέματα» επισήμανε.
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, εξέφρασε ανοιχτά τη στήριξή του ενόψει των αυτοδιοικητικών εκλογών στο ΚΙΝΑΛ και τον υποψήφιο περιφερειάρχη του Κινήματος Αλλαγής, Χρήστο Παπαστεργίου. Ζήτησε «να εμπιστευτούμε νέους ανθρώπους, που δεν καταφεύγουν στην εύκολη ρητορεία, αλλά με ειλικρίνεια ζητούν απ’ τους πολίτες τη συνέργειά τους. Με άλλα λόγια, να δώσουμε στον Χρήστο Παπαστεργίου την ευκαιρία του».
Ο πρώην πρωθυπουργός υπογράμμισε πως «η ελληνική κοινωνία έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τα πράγματα, με θέληση, επιμονή και αγώνα».