Επιμέλεια: Δανάη Αλεξάκη

Το ελληνικό ψάρι παραμένει ανταγωνιστικό στις ξένες αγορές

Μια δραστηριότητα παραγωγής τεχνογνωσίας για τέσσερις δεκαετίες
Πέμπτη, 28 Φεβρουαρίου 2019 12:20
UPD:01/03/2019 10:16
A- A A+

Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]

Η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια μέσα σε σχεδόν τέσσερις δεκαετίες έχει αναδειχτεί σε μια δραστηριότητα παραγωγής τεχνογνωσίας, καθώς έχει επιτύχει να αναδείξει το ελληνικό ψάρι σε ένα ανταγωνιστικό εξαγωγικό προϊόν.  Η ιστορία της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας ξεκινά περίπου το 1980 με λίγες πειραματικές μονάδες και ετήσια παραγωγή μόλις πέντε τόνων, ωστόσο η ανάπτυξή της στη συνέχεια ήταν κατακόρυφη αυξάνοντας συνεχώς την παραγωγή, με αποτέλεσμα σήμερα να συμπεριλαμβάνεται στα δυνατά χαρτιά της «βαριάς βιομηχανίας» της χώρας. 

Τα «πέτρινα χρόνια» του κλάδου αφορούν κατά κύριο λόγο την περίοδο 2009-2015, καθώς οι τρεις ισχυρότεροι παίχτες της αγοράς (Σελόντα, Nηρεύς, Δίας) χρηματοδοτούν τη λειτουργία τους, κυρίως με τραπεζικό δανεισμό, ενώ η ταμειακή τους ρευστότητα κινείται σε οριακά επίπεδα. Κατά την είσοδο της χώρας σε καθεστώς μνημονιακής επιτήρησης, οι  τρεις ισχυρές εταιρείες του κλάδου βρέθηκαν με συνολικά χρέη άνω των 600 εκατ. ευρώ. To επαπειλούμενο κραχ στις ιχθυοκαλλιέργειες, σε συνδυασμό με την ανάγκη των τραπεζών να προχωρήσουν στο εξορθολογισμό των «κόκκινων» χαρτοφυλακίων τους, θέτει σε τροχιά εφαρμογής την επιτακτική πλέον αναδιάρθρωση στον κλάδο. Το 2014 γίνονται μακρές συζητήσεις για την κατάρτιση των σχεδίων διάσωσης και το 2015 οι τράπεζες κατέστησαν βασικοί μέτοχοι των εταιρειών Σελόντα και Νηρεύς. Τ

ον Απρίλιο του 2015 γίνεται ο «γάμος» μεταξύ των Σελόντα - Δίας, ενώ τον Ιούλιο του 2017 οι τέσσερις συστημικές τράπεζες δίνουν εντολή να τρέξει η διαγωνιστική διαδικασία πώλησης των ποσοστών που κατέχουν στις δύο πλέον εταιρείες.  Τον Ιούνιο του 2018 ανακοινώνεται επίσημα η συμφωνία εξαγοράς του πλειοψηφικού μεριδίου μετοχών των εταιρειών Νηρεύς και Σελόντα (74,98% και 79,61% αντιστοίχως) από το σχήμα Amerra Capital Management -που ελέγχει τον όμιλο Andromeda- και τη Mubadala Investment Company (πρόκειται για τον κρατικό επενδυτικό οργανισμό των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων), με τον κλάδο να γυρίζει σελίδα και να προετοιμάζεται για ακόμα μεγαλύτερες επιδόσεις. 

Ξεκινώντας από τις εξελίξεις που αφορούν τη συγχώνευση πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού έδωσε το «πράσινο φως» στην απόκτηση του κοινού ελέγχου της Andromeda, της Νηρεύς και της Σελόντα από το σχήμα Amerra -Mubadala. Η έγκριση προβλέπει μια δέσμη διορθωτικών μέτρων που προβλέπουν εκποίηση δραστηριοτήτων. Συγκεκριμένα, αφορά την εκποίηση των ιχθυοτροφείων που παράγουν 10.000 τόνους μεσογειακών ιχθύων, μαζί με τα σχετικά συσκευαστήρια ίδιας δυναμικότητας και στην εκποίηση των εκκολαπτηρίων που παράγουν 50 εκατομμύρια τεμάχια γόνου και τη μεταφορά στον αγοραστή της τεχνογνωσίας στα προγράμματα έρευνας και αναπαραγωγής της Νηρεύς και της Σελόντα. 

Μετά την ικανοποίηση των δεσμεύσεων που θέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ήτοι την πώληση ιχθυοτροφείων και εκκολαπτηρίων, θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί το closing της συναλλαγής με τις τράπεζες καθώς και οι απαραίτητες διαδικασίες προκειμένου το σχήμα Amerra -Mubala να αποκτήσει το 100% των μετοχών των Νηρέα και Σελόντα (είτε μέσω δημόσιας πρότασης, είτε μέσω ΑΜΚ) με απώτερο στόχο την έξοδο των δύο εταιρειών από το χρηματιστηριακό ταμπλό. 

Στον ίδιο χρόνο τρέχουν και οι σχεδιασμοί για την day 1 του νέου σχήματος, η επωνυμία του οποίου μέχρι στιγμής δεν έχει γνωστοποιηθεί. Ήδη οι τρεις εταιρείες κινούνται στο ρυθμό της προετοιμασίας για τη συγχώνευση, μέσω π.χ. της δημιουργίας κοινών ομάδων για τη λειτουργία τους η οποία τίθεται κάτω από την επίβλεψη του διευθύνοντος συμβούλου του Ομίλου Andromeda Δημήτρη Βαλαχή. Σε επιχειρηματικό επίπεδο, τα βασικά σημεία του σχεδιασμού προβλέπουν κοινό εμπορικό brand, δημιουργία ταυτότητας στο ελληνικό ψάρι και διεύρυνση του προϊοντικού χαρτοφυλακίου με νέα είδη. 
Το εγχείρημα σηματοδοτεί και ένα νέο γύρο επενδύσεων με την πλευρά των νέων ιδιοκτητών να διατείνεται ότι η κάλυψη των απαραίτητων κεφαλαίων είναι εξασφαλισμένη. 

Οι αριθμοί και η τουρκική επέκταση 

Σε επίπεδο αριθμών συνολικά η Σελόντα και η Νηρέας εμφανίζουν παραγωγή της τάξεως των 65.000 τόνων ενώ η Ανδρομέδα περί τους 15.000 τόνους. Η συγχώνευση των τριών εταιρειών ισοδυναμεί με 80.000 τόνους παραγωγή, η οποία μεταφράζεται σε περίπου 40,8% της παραγωγής της ΕΕ, η οποία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις για το 2018 της εταιρείας Kontali Analyse , διαμορφώνεται σε 196.000 τόνους (τσιπούρα και λαβράκι χωρίς την προσμέτρηση της παραγωγής της Τουρκίας, την οποία η Kontali την εκτιμά σε 155.000 τόνους το 2018). Η εκποίηση των ιχθυοτροφείων που παράγουν 10.000 τόνους μεσογειακών ιχθύων θα κατεβάσει αυτόματα το ποσοστό στο 35,7%. Βέβαια εάν η Ε.Ε. προσμετρούσε και το ποσοστό της Τουρκίας, η οποία έχει εξελιχθεί σε ισχυρή δύναμη επί ευρωπαϊκού εδάφους, τότε σαφώς το μερίδιο των τριών ελληνικών εταιρειών είναι συγκριτικά πολύ μικρότερο. 

Μέσω της συγχώνευσης των τριών ελληνικών εταιρειών προσδοκάται η επίτευξη οικονομιών κλίμακος ικανές να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά τον ανταγωνισμό από τη γείτονα χώρα. 

Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημανθεί ότι σύμφωνα με δημοσίευμα στο ιστότοπο daily sabah οι εξαγωγές υδατοκαλλιέργειας της Τουρκίας το 2018 αυξήθηκαν κατά 13% σε ετήσια βάση. Οι εξαγωγές θαλασσινών, με βάση το λαβράκι, την τσιπούρα και την πέστροφα, ανήλθαν σε 958 εκατομμύρια δολάρια πέρυσι, σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέταξε η Aegean Exporters Association. Ο όγκος των εξαγωγών θαλασσινών αυξήθηκε σε 177.659 τόνους σε ποσότητα. Να σημειωθεί ότι η Τουρκία έφθασε τους 156.580 τόνους στις εξαγωγές υδατοκαλλιέργειας το 2017, ύψους 851 εκατομμυρίων δολαρίων.

Η Ολλανδία είναι αυτή που ανοίγει το δρόμο στις εξαγωγές της Τουρκίας, με την αξία των πωλήσεων να διαμορφώνεται πέρυσι σε 148 εκατομμύρια δολάρια πέρυσι, ακολουθούμενη από την Ιταλία με 101 εκατομμύρια δολάρια και τη Ρωσία με 68 εκατομμύρια δολάρια. Αντίστοιχα, οι εξαγωγές υδατοκαλλιέργειας της χώρας προς τη Νότια Κορέα αυξήθηκαν κατά 114% σε 20,5 εκατ. δολάρια σε σχέση με πέρυσι. 

Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα ο επικεφαλής του συμβουλίου του τομέα αλιείας και ζωικών προϊόντων Sinan Kiziltan, δήλωσε ότι ο στόχος εξαγωγών ύψους 1 δισ. δολαρίων δεν μπόρεσε να επιτευχθεί λόγω της μείωσης των τιμών κατά τους τρεις τελευταίους μήνες του 2018.

Αναφερόμενος στο ότι οι εξαγωγές των τουρκικών υδατοκαλλιεργειών βασίζονται στο λαβράκι, ο Kiziltan δήλωσε ότι αυτή τη στιγμή το τουρκικό λαβράκι έχει παρουσία σε 80 χώρες. «Υπάρχουμε στις πιο δύσκολες χώρες του κόσμου, τα προϊόντα μας είναι πολύ δημοφιλή και δεν έχει επιστραφεί ούτε ένα ψάρι για οποιονδήποτε λόγο», πρόσθεσε.
Ο ίδιος ανέφερε ότι ο στόχος είναι ο αριθμός των χωρών που τα τούρκικα ψάρια έχουν παρουσία να αυξηθεί στις 100 επόμενο έτος, εξηγώντας ότι προς αυτήν την κατεύθυνση έχει αρχίσει και η παραγωγή νέων ειδών π.χ. ο σολομός. 

Σχετικά με τις επιδόσεις της Ελλάδας, τα πιο πρόσφατα στοιχεία αφορούν την εικόνα των εξαγωγών το 2017 (σ.σ.: στοιχεία ΣΕΘ) που αντιπροσωπεύουν το 81% της παραγωγής. Συγκεκριμένα, το 2017 εκτιμάται ότι πωλήθηκαν συνολικά περίπου 91.000 τόνοι τσιπούρας και λαβρακιού, εκ των οποίων το 57,34% ήταν τσιπούρα και το 42,66% λαβράκι, σημειώνοντας αύξηση κατά 10% σε σχέση με το 2016. Όσον αφορά την κατανομή των εξαγωγών το 98% πωλήθηκε σε χώρες της Ευρώπης και το 2% στη Β. Αμερική και σε τρίτες χώρες. 

Σύμφωνα µε τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2017 η τσιπούρα και το λαβράκι εξήχθησαν σε 32 χώρες εντός και εκτός της Ε.Ε., ενώ η αξία των εξαγωγών αλιευτικών προϊόντων ανήλθε σε 653,5 εκατ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 11,4% των συνολικών εξαγωγών αγροτικών προϊόντων της χώρας (6,1 δισ. ευρώ). Όσον αφορά την καθαρή συμβολή στο εμπορικό ισοζύγιο, τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας κατατάσσονται το 2017 στην τρίτη πιο σηµαντική θέση µετά τα φρούτα και τα έλαια, µε καθαρή συµµετοχή στο ΑΕΠ της τάξης των 221,6 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου του 2018 η εξαγωγική δραστηριότητα την περσινή χρονιά αναμένεται να διατηρήσει την εικόνα του 2017. 

Οι προοπτικές 

Θα πρέπει να επισημανθεί στο σημείο αυτό ότι η επικείμενη συγχώνευση των εταιρειών Νηρεύς, Σελόντα και Ανδρομέδα δεν σηματοδοτεί μονάχα τη δημιουργία ενός «εθνικού πρωταθλητή» στον κλάδο, αλλά αποτελεί και «όχημα» για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να βγουν στον αφρό, καθώς μπορούν αναλογικά να διεκδικήσουν μερίδια στις ξένες αγορές εκμεταλλευόμενες το καλό όνομα που συνδέει το brand ελληνικό ψάρι. Αυτή η παράμετρος είναι ίσως η πιο σημαντική σε όλο το εγχείρημα του οικονομικού εξορθολογισμού των ισχυρών του κλάδου. Η χαλύβδωση της φερεγγυότητας των επιχειρήσεων και η καθολική υποστήριξη της προστιθέμενης αξίας που συνοδεύει το προϊόν «ελληνικά ψάρια» αποτελεί «διαβατήριο» αναγνώρισης και άλλων ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό. 

Η αναπτυξιακή προοπτική των μικρομεσαίων εταιρειών του κλάδου διαφαίνεται και στο γεγονός ότι στην λίστα των 112 σχεδίων στα Μέτρα 3.2.2 και 4.2.4 «Παραγωγικές επενδύσεις στην Υδατοκαλλιέργεια» του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας και Θάλασσας (ΕΠΑλΘ) 2014-2020, περιλαμβάνονται συνολικά 60 εταιρείες. 

Σαφώς τη μερίδα του λέοντος κατέχει ο όμιλος Andromeda υπό την ομπρέλα του οποίου βρίσκονται οι εταιρείες Ανδρομέδα, Νηρεύς και Σελόντα, καθώς δρομολογεί την υλοποίηση συνολικά 47 επενδυτικών σχεδίων επιλέξιμου προϋπολογισμού 44,3 εκατ. ευρώ εκ των οποίων τα περίπου 13,7 εκατ. ευρώ αποτελούν δημόσια δαπάνη στο πλαίσιο των μέτρων του ΕΠΑΛ. 

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της απόφασης του γενικού γραμματέα Αγροτικής Πολιτικής και Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων Χ. Κασίμη, η εταιρεία Σελόντα δρομολογεί 24 επενδυτικά σχέδια, επιλέξιμου προϋπολογισμού 14,5 εκατ. ευρώ, η Νηρεύς 17 επενδύσεις προϋπολογισμού 23,6 εκατ. ευρώ και η Ανδρομέδα 6 σχέδια προϋπολογισμού 6,1 εκατ. ευρώ. Η εθνική και κοινοτική συμμετοχή σε όλα τα εγκεκριμένα σχέδια ανέρχεται στο 30%. 

Να σημειωθεί ότι στη λίστα περιλαμβάνονται και άλλες σημαντικές επενδύσεις όπως π.χ. της Γαλαξίδι Ιχθυοκαλλιέργειες συνολικού ύψους 5,3 εκατ. ευρώ που αφορούν τον εκσυγχρονισμό και την αύξηση δυναμικότητας με παράλληλη επέκταση των κτηριακών εγκαταστάσεων, της Mare Magnum A.E που αφορά την επέκταση και τον εκσυγχρονισμό πλωτής μονάδας πάχυνσης με αύξηση δυναμικότητας και ίδρυση υποστηρικτικών έργων συσκευασίας παραγόμενων προϊόντων, επιλέξιμου προϋπολογισμού 4,2 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 50% αποτελεί δημόσια δαπάνη, της Lemond CΟ που αφορά την ίδρυση και λειτουργία ιχθυογεννητικού σταθμού δυναμικότητας 27.000.000 ιχθυδίων που βρίσκεται στη θέση Κακοδίκη Δήμου Ερέτριας επιλέξιμου προϋπολογισμού 2,8 εκατ. ευρώ, της ΝΙΜΟΣ (το 70% της οποίας ελέγχεται από τη Σελόντα) που αφορά την επέκταση και αύξηση δυναμικότητας και εκσυγχρονισμός μονάδας ιχθυοκαλλιέργειας στη θέση Νησίδα Μάκρη, Δήμου Χάλκης προϋπολογισμού 2 εκατ. ευρώ. 

Αξίζει να επισημανθεί ότι συνολικά τα 112 επενδυτικά έργα έχουν επιλέξιμο προϋπολογισμό 93,1 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 40 εκατ. ευρώ αποτελούν τη δημόσια δαπάνη (εθνικοί και κοινοτικοί πόροι). 

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, με την έγκριση των επενδυτικών έργων στον ταχέως αναπτυσσόμενο ελληνικό κλάδο των υδατοκαλλιεργειών ανοίγει ο δρόμος για την υλοποίησή τους και, με βάση τους φακέλους που υποβλήθηκαν θα δημιουργηθούν τουλάχιστον 164 νέες θέσεις εργασίας.  

Το κεφάλαιο «απασχόληση» είναι ιδιαίτερα σημαντικό στον κλάδο της εγχώριας ιχθυοκαλλιέργειας. 

Μολονότι συνήθως στο επίκεντρο βρίσκονται οι υψηλές επιδόσεις σε βάση εξωστρέφειας είναι σημαντικό να τονιστεί ότι συνολικά στον κλάδο της εγχώριας υδατοκαλλιέργειας απασχολούνται άμεσα και έμμεσα περίπου 12.000 εργαζόμενοι διαφόρων ειδικοτήτων (επιστημονικό, τεχνικό και εργατικό προσωπικό). Στην Ελλάδα καταγράφεται ένα από τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης επί του συνόλου των απασχολούμενων στον κλάδο της υδατοκαλλιέργειας στην Ε.Ε. 

Στο μεταξύ, σε ό,τι αφορά τις προοπτικές του κλάδου ο Σύνδεσμος Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών, στην ετήσια έκθεση του 2019, προχώρησε σε αναπροσαρμογή των προβλέψεων αναφορικά με τις προοπτικές του κλάδου με ορίζοντα το 2030. Συγκεκριμένα, ενώ το 2012 το όραμα ανάπτυξης του κλάδου προέβλεπε διπλασιασμό της παραγωγής με τον όγκο να υπολογίζεται σχεδόν στους 230.000 τόνους και την αξία στο 1,2 δισ. ευρώ, όπως επισημαίνεται στην έκθεση, την περίοδο 2012-2016 λόγω της εν εξελίξει διαδικασίας αναδιάρθρωσης των μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κλάδου, αλλά και της γενικότερης χρηματοπιστωτικής κρίσης της χώρας, ο κλάδος εφάρμοσε μια στρατηγική σταθεροποίησης και βελτιωμένης κερδοφορίας και όχι αύξησης της παραγωγής. 

Το αποτέλεσμα αυτής της στρατηγικής ήταν να μειωθεί η παραγωγή τόσο ώστε να διατηρηθεί η αξία πωλήσεων σε επίπεδα κερδοφορίας. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επικαιροποίηση, εκτιμάται πως ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης μέχρι το 2030 θα είναι στο 4% και η παραγωγή θα κυμανθεί στους 150.000 τόνους.

Παρά την αναπροσαρμογή των προβλέψεων ελέω της περιόδου αναδιάρθρωσης, το «project nemo», όπως το αποκαλούσαν οι τραπεζίτες, στέφεται με επιτυχία, γεγονός που σημαίνει ότι τα δίχτυα ξεμπερδεύτηκαν και οι εταιρείες είναι έτοιμες για μεγάλες ψαριές. Όλο αυτό επετεύχθη μέσα σε μια περίοδο κατά την οποία η εγχώρια οικονομία πέρασε πολλές φουρτούνες. Συνεπώς το μοντέλο υπάρχει, άρα μπορεί να αξιοποιηθεί και σε άλλους κλάδους. Η επιλογή της ανάπτυξης υπάρχει.

Χρησιμοποιήστε τα πλήκτρα ← → για να πλοηγηθείτε
 

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Αγροτική Οικονομία