Του Πέτρου Στεφανή
[email protected]
Να κρατηθούν στη ζωή εξακολουθούν να παλεύουν εδώ και τεσσεράμισι μήνες δύο από τους εγκαυματίες της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι, την αποφράδα 23η Ιουλίου. Δεκάδες άλλοι ακόμα ταλαιπωρούνται, αγωνιζόμενοι να αναρρώσουν με αλλεπάλληλα χειρουργεία για περαιτέρω αποκατάσταση. Στο πλευρό τους έχουν μόνο συγγενείς και φίλους, καθώς και λιγοστούς εθελοντές που τους βοηθούν στα διαδικαστικά. Η Πολιτεία, λένε, τους γυρνά την πλάτη. Μέχρι και τις αλοιφές πρέπει να πληρώνουν από την τσέπη τους.
Κρίσιμα 24ωρα, για άλλη μια φορά, διανύει αυτές τις μέρες ο 73χρονος Σπύρος Σπυρίδης, συνταξιούχος-υπεύθυνος υδροηλεκτρικών έργων της ΔΕΗ, που παραμένει όλο αυτό το διάστημα στη Μ.Ε.Θ. του «Ευαγγελισμού». Στο ίδιο νοσοκομείο είχε νοσηλευτεί μέχρι τον Οκτώβριο και η σύζυγός του. Στο «Παίδων» για ένα δεκαήμερο και τα δυο ανήλικα εγγόνια τους, και οι τρεις επίσης θύματα της πυρκαγιάς.
«Δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη, ό,τι πει ο Θεός. Έχει δρόμο μπροστά του ο πατέρας μου, ο “Χαϊλάντερ”, όπως τον φωνάζουν πλέον οι γιατροί! Απορούν και οι ίδιοι πώς τα έχει καταφέρει τόσον καιρό. Πέρα από το dna του, είναι και πολύ δυνατός χαρακτήρας και το παλεύει. Είναι και η θέλησή του να ξαναδεί τα εγγόνια του, να ζήσει» περιγράφει στο naftemporiki.gr ο Κώστας Σπυρίδης, γιος του.
Να κρατηθεί στη ζωή παλεύει από τις 23 Ιουλίου στη Μ.Ε.Θ. του «Ευαγγελισμού» ο 73χρονος Σπύρος Σπυρίδης. Οι επιπλοκές στην υγεία του μετά τα πολλαπλά εγκαύματα που υπέστη κατά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι είναι απανωτές.
Κάτι παραπάνω από βεβαρημένο είναι το ιατρικό ιστορικό του πατέρα του από τη στιγμή που κάηκε το καλοκαίρι, εξηγεί. Δεν έφθαναν τα εκτεταμένα εγκαύματα β΄ βαθμού γύρω στο 19%, σε πόδια, χέρια και πλάτη. Οι επιπλοκές στην υγεία του διαδέχονται έκτοτε η μία την άλλη. «Τη δεύτερη κιόλας μέρα νοσηλείας του έπαθε κολπική μαρμαρυγή, αλλά τον ανάταξαν. Είχε από πριν τη φωτιά μια αδυναμία στην καρδιά, έκανε και δυο ανακοπές μέσα στην Εντατική, τώρα χρειάζεται απινιδωτή. Και όχι μόνο. Υπέστη και ανεύρυσμα-εσωτερική αιμορραγία στο νεφρό. Τον προλάβαμε στο “τσακ”, έχασε το ένα νεφρό, έχει πια οξεία νεφρική ανεπάρκεια. Τώρα προσπαθεί να συνέλθει και από σηπτικό σοκ. Κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή, ένα από αυτά μπορεί να αποβεί μοιραίο…» απεύχεται.
Όλο αυτό το διάστημα είναι μετρημένες οι μέρες που ο 73χρονος ήταν σε λιγάκι καλύτερη κατάσταση, θυμάται. «Στην αρχή μάς μίλησε, μια μέρα ζήτησε εφημερίδα και τηλεόραση. Είναι πολύ αγχωμένος και ζορισμένος, μήνες τώρα μόνος του μέσα εκεί. Λόγω της τραχειοστομίας, δεν μπορεί να μιλήσει, συνεννοούμαστε με νοήματα. Συνήθως με ρωτά για την εξέλιξη της υγείας του. Εκεί που αντιδρά πιο έντονα είναι αν του πω για τα εγγόνια του, ότι η Ελισάβετ πάει κιθάρα ή βόλεϊ, τότε σκάει κι ένα χαμόγελο. Το ίδιο κι όταν βλέπει την προσπάθεια των γιατρών και νοσηλευτριών, που τόσο τον φροντίζουν» λέει.
Οι γονείς του Κώστα Σπυρίδη και τα παιδιά του, που παραθέριζαν φιλοξενούμενοι στο Μάτι, κάηκαν σε χρόνο ρεκόρ. Όπως και τόσοι άλλοι Ματιώτες, που δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν, έτσι αστραπιαία που εξαπλωνόταν η πυρκαγιά. Παππούς, γιαγιά κι εγγόνια μπήκαν στο αυτοκίνητο να φύγουν, αλλά αποκλείστηκαν στην παραλιακή, αφού όλος ο κόσμος ήταν εκεί. Βγήκαν απ’ το αμάξι, βρήκαν μια μικρή δίοδο προς τη θάλασσα. Στη διαδρομή αυτή, όμως, τους έπιασε το θερμικό κύμα. Τότε ήταν που ο παππούς αγκάλιασε με το σώμα του τον εγγονό και τον γλίτωσε από τα ακόμα χειρότερα. Εκεί ήταν που και η σύζυγός του προφύλαξε όσο μπορούσε την εγγονή της. Η 72χρονη κάηκε κατά 14% σε χέρια-πόδια-σβέρκο. Έμεινε δυόμισι μήνες στον «Ευαγγελισμό», για λίγο και στη ΜΕΘ, λόγω πνευμονικού οιδήματος. «Έχει ακόμα ανοιχτές πληγές στο χέρι. Τα εγκαύματά της τα έχω αναλάβει εγώ. Δεν ήταν δυνατό να πηγαίνουμε κάθε δεύτερη μέρα στο νοσοκομείο για καθαρισμούς, αφού δεν μπορεί να περπατήσει. Εγώ της κάνω καθημερινά τις αλλαγές, μου έδειξαν οι νοσηλεύτριες πώς ακριβώς τις κάνω. Έχει πλέον πολύ μεγάλο κινητικό πρόβλημα, τώρα καταφέραμε λίγο να αυτοεξυπηρετείται. Έχει ανάγκη από φυσιοθεραπεία, αλλά δυστυχώς δεν έρχεται κανείς στο σπίτι να τη βοηθήσει. Αναγκαστικά, της κάνω εγώ μερικές ασκήσεις που μας έδειξαν φυσιοθεραπευτές, με προοπτική να δυναμώσει λίγο, για να την πηγαίνω πια εγώ για θεραπείες» αναφέρει ο γιος της.
Τα παιδιά του, η 8χρονη Ελισάβετ κι ο 10χρονος Σπύρος, φέρουν διάσπαρτα εγκαύματα. Β΄ βαθμού στο δεξί χέρι και μικρότερα σε χέρια-πόδια το κορίτσι. Στους αγκώνες, σε χέρια, πόδια κι αυτιά το αγόρι. «Περνάμε και εμείς αγωνία και κούραση απίστευτη, έχουμε να αντιμετωπίσουμε πάρα πολλά μέτωπα. Ένα ήταν των παιδιών, πήραμε πολύ καλή υποστήριξη από την Παιδοψυχιατρική του “Γεννηματάς” για την προσαρμογή τους μετά το συμβάν αυτό που βίωσαν - ευτυχώς, σε μεγάλο βαθμό έχουν επανέλθει. Αλλά και η γυναίκα μου έχει υποστεί πολύ μεγάλο ψυχολογικό σοκ…» λέει ο κ. Σπυρίδης, η αδερφή του οποίου πηγαινοέρχεται από Βέροια, για να στηρίζει και αυτή τους γονείς τους.
Μέσα σ’ όλα, ο Κώστας Σπυρίδης βλέπει από πρώτο χέρι αυτόν τον καιρό τη λειτουργία των κρατικών Υπηρεσιών, στις οποίες απευθύνθηκε ή που θα έπρεπε να επιληφθούν. «Δεν υπάρχει τίποτε καλό να σχολιάσω σ’ όλη αυτή τη διαδικασία. Εκτός νοσοκομείου δεν βρήκα καμία συνεργασία, αν και καλοπροαίρετος. Το μόνο που θέλω να τονίσω είναι η από κάθε άποψη μεγάλη βοήθεια που πήραμε από όλο το team του “Ευαγγελισμού” στην Εντατική, τους ευχαριστούμε πάρα πολύ! Είναι ευσυνείδητοι, άνθρωποι πάνω απ’ όλα. Τον κ. Σπύρο τον προσέχουν καθημερινά σαν πατέρα τους. Δίνει και σε εμάς δύναμη που είναι σε καλά χέρια!» αναφέρει.
«Της λέμε ότι την περιμένουμε σπίτι»
Θαύμα θεωρούν οι γιατροί ότι παραμένει στη ζωή και η 65χρονη εγκαυματίας Πηνελόπη (Πόπη) Κωνσταντάκη. «Δε μπορούν να μας πουν κάτι για την πορεία της υγείας της. Όπως λένε, έχει πάει δυο φορές στον άλλον κόσμο από σηψαιμικό σοκ κι έχει ξαναέρθει. Τώρα οι ελπίδες μας είναι στον Θεό…» λέει στο naftemporiki.gr η νύφη της, Ελένη Λεπτάκη-Κωνσταντάκη. «Δε μπορείτε να φανταστείτε τι περνά αυτή η γυναίκα! Έχει εγκαύματα τρίτου βαθμού, είναι καμένη κατά 42%, σε χέρια, πόδια, λαιμό, λίγο και στο πρόσωπο. Έχει κάνει τέσσερα χειρουργεία, χρειάζεται και πέμπτο, αλλά δεν αντέχει. Μπαινοβγαίνει μεταξύ “Θριασίου” Νοσοκομείου και “Λατσείου”» Κέντρου Εγκαυμάτων» περιγράφει. Τέσσερις μήνες έκλεισε στις 23 Νοεμβρίου η 65χρονη στο «Θριάσιο», τώρα είναι στην Εντατική εκεί. «Έχει πάθει έξι πολύ ισχυρά σηψαιμικά σοκ. Μέχρι πρότινος είχαν κάνει πάνω της αποικίες πανίσχυρα μικρόβια - από τα εγκαύματα - και μύκητες. Τώρα, ενώ έχουν κλείσει οι πληγές, έχουν μείνει μικρόβια στο αίμα. Σταμάτησαν να λειτουργούν και τα δυο νεφρά της, είναι πλέον με τεχνητό νεφρό...» εξηγεί η κ. Λεπτάκη.
Σκληρή μάχη ζωής εξακολουθεί να δίνει η 65χρονη Πηνελόπη Κωνσταντάκη (εδώ σε παλαιότερη φωτογραφία). Τα εκτεταμένα εγκαύματα και τα διαδοχικά σηψαιμικά σοκ που έχει υποστεί την κρατούν ακόμα στη Μ.Ε.Θ. του «Θριασίου».
Για να σώσει το σπίτι της κάηκε η γυναίκα αυτή, τη μόνιμη κατοικία της στο Κόκκινο Λιμανάκι, σημειώνει, μιλώντας για την Αθηναία κουνιάδα της, με καταγωγή απ’ την Άνδρο, που έκανε οκτώ χρόνια Ιατρική στην Ιταλία, αλλά επέστρεψε για να σταθεί στο πλευρό των γονιών της, που τη χρειάζονταν. «Με το που έφθανε τόσο γρήγορα η πυρκαγιά, ανέβηκε να κλείσει τα παντζούρια - δίπλα της είδε και νεκρό. Πρόλαβε και πήγε σε διπλανό σπίτι για να προφυλαχθεί, αλλά εκεί άρχισε να καίγεται η στέγη και να της έρχονται τα καμένα πάνω της. Ώσπου πέρασε η πυροσβεστική και την πήρε μέχρι τη Ραφήνα. Από κει την πήραμε εμείς με ασθενοφόρο, αρχικά για τον “Ευαγγελισμό”» ανατρέχει η κ. Λεπτάκη.
Τώρα αυτή και ο άντρας της, ο αδερφός της 65χρονης, απέμειναν να τη φροντίζουν, πηγαινοέρχονται καθημερινά Μαρούσι-Ελευσίνα. «Στην παρούσα φάση, δεν είναι σε καταστολή. Της βάζουν αντικαταθλιπτικά, γιατί είναι πάρα πολύ πεσμένη, ώρες-ώρες δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα. Έχει χρειαστεί και να τη δέσουν, γιατί τραβά τα σωληνάκια. Έχει κάνει και τραχειοστομία, τα έχει περάσει όλα! Τις μέρες που είναι κάπως καλύτερα, δείχνει να έχει επίγνωση της κατάστασής της. Κοιτά τα χέρια της και μου λέει: “Κοίτα πώς έχω γίνει, σαν κουρελού…”. Ήθελε καθρέφτη, αλλά δεν τολμήσαμε να της δώσουμε, γιατί από τον έναν ώμο τής έχουν αφαιρέσει ολόκληρο κομμάτι, που σάπισε. Εκεί στον ώμο και στην πλάτη είναι τα μεγαλύτερα εγκαύματά της. Είναι και μικροκαμωμένη, δεν είχαν από πού να της πάρουν δέρμα να της βάλουν. Της έβαλαν και πτωματικά μοσχεύματα, αλλά δεν έπιασαν. Ακόμα πονά αφόρητα, δεν μπορείς να την πιάσεις από κάπου. Πρόσφατα, με την αλλαγή καιρού, μου έλεγε “νομίζω πως μου ξεκολλούν το δέρμα”…» περιγράφει η Ελένη Λεπτάκη.
Η ίδια μόνο τα καλύτερα δεν παραλείπει να πει για την ιατρική-νοσηλευτική φροντίδα προς την 65χρονη. «Την έχουν προσέξει πάρα πολύ, και στα δύο νοσοκομεία. Κάνει και το προσωπικό πολύ μεγάλο αγώνα, ένα ευχαριστώ από εμάς είναι το λιγότερο! Εμείς απλά στεκόμαστε στο πλευρό της, πηγαίνουμε και την ενθαρρύνουμε. Της λέμε ότι την αγαπάμε, τη θέλουμε και την περιμένουμε στο σπίτι. Της λέμε τι θα κάνουμε όταν επιστρέψει με το καλό. Θέλει πολύ να γυρίσει σπίτι της!» λέει η κ. Λεπτάκη-Κωνσταντάκη.
Οι ίδιοι οι εγκαυματίες αφηγούνται
Έφη Βαϊναλή: «Εγώ πληρώνω όλα τα ιατρικά έξοδα»
«Σήμερα είμαι ακόμα σε φάση επούλωσης των εγκαυμάτων μου. Αλλά τώρα είναι ακόμα χειρότερα τα πράγματα: Στο νοσοκομείο, με τόσα φάρμακα που μου έδιναν, δεν καταλάβαινα τι μου γινόταν. Τώρα είναι το δύσκολο κομμάτι, να αφομοιωθεί το μόσχευμα που οι γιατροί πήραν από το σώμα μου και να αποκατασταθεί η μεγάλης έκτασης δότρια περιοχή» περιγράφει στο naftemporiki.gr η 68χρονη συνταξιούχος της «Ολυμπιακής» Έφη Βαϊναλή. Τα τελευταία επτά χρόνια παραθέριζε στο Μάτι και τη γύρω περιοχή. Μετά το κακό που τη βρήκε στις 23 Ιουλίου, κάθε μέρα που περνά όλο αυτό που ζει είναι ιδιαίτερα επώδυνο. «Είμαι συνέχεια με παυσίπονα, αντισταμινικά κατά της φαγούρας από τα εγκαύματα. Παίρνω και χαλαρωτικά χάπια το βράδυ, αφού δε μπορώ να κοιμηθώ. Υπάρχουν, ωστόσο, στιγμές έξαρσης, οπότε μπορεί να μείνω άγρυπνη μέχρι το πρωί» αναφέρει.
«Το ερχόμενο καλοκαίρι δεν θα πάω στο Μάτι. Φοβάμαι, έχω την αίσθηση ότι θα βλέπω τις σκιές των ανθρώπων που μπήκαν στη θάλασσα για να σωθούν από τη φωτιά…» λέει η 68χρονη εγκαυματίας Έφη Βαϊναλή, που από το σπίτι της πλέον δίνει αγώνα για να κλείσει τις πληγές της 23ης Ιουλίου σε ψυχή και σώμα.
Η άτυχη γυναίκα νοσηλεύτηκε για έναν μήνα στο 251 Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας, με εγκαύματα ώς και τρίτου βαθμού. Χειρουργήθηκε στις 10 Αυγούστου και σήμερα έχει επιστρέψει σπίτι της, στο Χαλάνδρι. «Στην κατάστασή μου, έπρεπε να μείνω τρεις μήνες στο νοσοκομείο, είπαν οι γιατροί. Αλλά πήρα εξιτήριο υπό τον φόβο λοιμώξεων. Είχα και καλή αντίδραση, ήμουν πειθαρχημένη. Σ’ όλη την αριστερή πλευρά μου κάηκα, αφού από κει ήρθε πάνω μου η λάβα…» λέει τώρα.
Οι γιατροί τής πήραν μόσχευμα από τον μηρό. Το έβαλαν στον αστράγαλο και τη γάμπα, στην ωμοπλάτη, τον ώμο και σχεδόν σ’ όλο το αριστερό χέρι της. Η 68χρονη κάηκε και στον σβέρκο, και στον λαιμό, λιγάκι και στο πρόσωπο, όπου - ευτυχώς- εκεί έχουν μείνει μόνο οι κοκκινίλες. Αρχικά πήγαινε δυο φορές τη βδομάδα στο νοσοκομείο για αλλαγές, μέχρι να κλείσουν πλήρως τα τραύματά της. Πλέον πάει κάθε 20-30 μέρες, για ιατρική παρακολούθηση. Σε περίπου έναν χρόνο, ίσως χρειαστεί να κάνει και νέο χειρουργείο, ώστε να μπορεί να κινεί καλύτερα τα χέρια-τις κλειδώσεις της.
Προς το παρόν, πέρα από τα σωματικά αυτά τραύματα, και το μυαλό της αναπόφευκτα ζορίζεται. «Όχι μόνο πάει στη φωτιά, αλλά τον πρώτο καιρό που γύρισα σπίτι όλο μύριζα καπνό, νόμιζα ότι κάτι καίγεται και πεταγόμουν. Τις προάλλες που έβαλα τον απορροφητήρα, τράβηξε κάπνα από το κλειστό τζάκι, μου μύρισε καπνός και τρελάθηκα!» τονίζει.
Η κ. Βαϊναλή θυμάται ακόμα το τηλεφώνημα φίλης της, στις 5 το απόγευμα τη μοιραία εκείνη μέρα του φετινού καλοκαιριού. «Μου λέει “καίγεται ο Βουτζάς, τρέχα να πάρεις τον Κώστα”. Κι εγώ όντως ξεκίνησα να πάω να βρω τον 86χρονο κουμπάρο μου. Έφυγα σαν τρελή με το αυτοκίνητο. Ανέβηκα ως εκεί με μεγάλη δυσκολία, λόγω καπνού. Περιπολικά δεν με άφηναν να περάσω την πρώτη είσοδο. Κατάφερα, όμως, και τους ξέφυγα. Έφτασα κοντά στο “Λύρειο” (Παιδικό Ίδρυμα), όπου ήταν το σπίτι του και τον πήρα. Στην επιστροφή, δεν έβλεπα τίποτα από την κάπνα. Αλλά σιγά-σιγά γύρισα σπίτι μου, στο Μάτι. Η πυρκαγιά τότε ήταν ακόμα πολύ ψηλά. Ούτε που μπορούσα να φανταστώ ότι θα φτάσει μέχρι κάτω! Κι όμως, στα επόμενα 20-25 λεπτά, είδα από το παράθυρο της κουζίνας τα κουκουνάρια να χτυπούν πλέον κατά πάνω μας, σαν βεγγαλικά!» ανατρέχει. Μόλις για δευτερόλεπτα, πρόλαβε και γλίτωσε! Με το που έφυγε με τον κουμπάρο της απ’ το σπίτι, η μονοκατοικία που νοίκιαζε, Κύπρου και Ακροπόλεως, τυλίχτηκε στις φλόγες. Κάηκε ολοσχερώς, έλιωσαν τα πάντα, μέχρι και τα είδη υγιεινής. «Βγήκα από τη μπροστινή πλευρά του σπιτιού, αλλά κάηκα μέχρι να φτάσω στο αυτοκίνητο, στα 20 μέτρα. Κι ο κουμπάρος μου κάηκε στα χέρια και την πλάτη, είχε και αναπνευστικό πρόβλημα. Με δυσκολία φτάσαμε στην παραλιακή του Ματιού, στην Ποσειδώνος, ευτυχώς ήξερα δρομάκι που βγάζει εκεί. Ήμουν τόσο ταραγμένη, πονούσα πάρα πολύ, το αυτοκίνητο έβγαζε καπνούς! Η κόρη μου μου είπε στο τηλέφωνο: “Μαμά, παράτα το όπου βρεις και παρακάλεσε άλλον οδηγό να σας πάρει”. Αυτό κι έκανα, για καλή μου τύχη…» αφηγείται η κ. Βαϊναλή.
Ο 86χρονος κουμπάρος της νοσηλεύτηκε στη ΜΕΘ του 251. Ωστόσο, μια βδομάδα μετά κατέληξε. Η ίδια δοξάζει τον Θεό για την τύχη της μες στην ατυχία της, όταν σκέπτεται ότι 99 άνθρωποι «χάθηκαν» για πάντα. Κι επιπλέον, γιατί «τότε ήταν η μόνη μέρα που δεν είχα μαζί τα εγγόνια μου, που έτυχε να έχουν πάει στην άλλη γιαγιά τους!» λέει τώρα με ανακούφιση.
Από δω και πέρα έχει ακόμα ανηφορικό δρόμο να τραβήξει. «Οι γιατροί μού λένε πως θέλω έξι με οκτώ μήνες μέχρι να αποκατασταθούν τα τραύματά μου. Εγώ, όμως, φοβάμαι-νιώθω ότι θα είναι παραπάνω. Ανεβαίνω έναν Γολγοθά αυτή τη στιγμή! Με νοιάζει να σταματήσουν οι φαγούρες, γιατί αυτή τη στιγμή δε ζω, έτσι αισθάνομαι. Ήμουν άνθρωπος πολύ δραστήριος, έτρεχα εδώ κι εκεί. Πήγαινα τρεις φορές τη βδομάδα κολυμβητήριο. Έπαιρνα τα εγγόνια μου απ’ το σχολείο και τα πήγαινα στις δραστηριότητές τους. Πήγαινα και στον Βουτζά να δω τον κουμπάρο μου - γενικά μόνο στον δρόμο μ’ έβρισκε κανείς. Και τώρα είμαι καθηλωμένη μες στο σπίτι, για να βγω πρέπει να αισθάνομαι καλά. Φορώ επιθέματα σιλικόνης, σκληρό μπούστο για την πλάτη, γάντι από την παλάμη μέχρι τον αγκώνα, κάνω μπάνιο με ειδικά σαπούνια. Με άλλα λόγια, οι καθημερινές συνήθειές μου ανατράπηκαν, η ζωή μου όλη, εντελώς. Από κει που βοηθούσα παιδιά κι εγγόνια, τώρα θέλω εγώ βοήθεια, κι αυτό με τρελαίνει. Υπάρχουν στιγμές που κι ο πόνος με τρελαίνει! Τον πρώτο καιρό δάγκωνα το μαξιλάρι, για να μη φωνάζω…» ανατρέχει.
Μέσα σ’ όλα, έχει να πληρώνει η ίδια τα ιατρικά έξοδα, το σύνολο των δαπανών, μετά το εξιτήριό της. «Μέχρι και τις νυχτερινές αποκλειστικές νοσοκόμες, που αναγκαστικά ακίνητη είχα τις πέντε πρώτες μέρες νοσηλείας μου, τις πλήρωσα εγώ 600 ευρώ, πήρα μόνο τα 182 πίσω από τον ΕΟΠΥΥ. Εγώ πληρώνω γάζες, κρέμες, αλοιφές, επιθέματα κι όλα όσα έχω πραγματικά ανάγκη, όχι για αισθητικούς λόγους. Δεν γράφονται όλα αυτά, παυσίπονα, αντισταμινικά, χαλαρωτικά και άλλα φάρμακα, από το Ταμείο! Πέρα από αυτό, κανείς αρμόδιος δε βγήκε να ζητήσει ώς σήμερα μια συγγνώμη. Αντιθέτως, βγήκαν δυο μέρες μετά και είπαν ότι τα έκαναν “όλα καλά”. Εγώ ξέρω ότι έφυγα τη μέρα εκείνη από το Μάτι και δεν είδα ούτε ένα πυροσβεστικό, ούτε ένα “100”» έχει να πει η κ. Έφη Βαϊναλή.
Νικολέττα Δαλαμάγκα: «Δεν μου δίνουν φορητό οξυγόνο»
Με εισπνευστικό έγκαυμα νοσηλεύτηκε για 45 ημέρες στον «Ευαγγελισμό» η 70χρονη Νικολέττα Δαλαμάγκα. Φέρει και εγκαύματα στα χέρια «από πάνω μέχρι κάτω», στα πόδια «από τις φτέρνες μέχρι τη γάμπα» κι «από τον αυχένα μέχρι τον θώρακα», ενώ και τα μαλλιά της καψαλίστηκαν. Ελαφρά, στις γάμπες, κάηκε και ο 76χρονος σύζυγός της, που νοσηλεύτηκε κι αυτός στον «Ευαγγελισμό», για ένα τετραήμερο, με πρόβλημα και στα μάτια. «Είμαι κάπως καλύτερα τώρα. Την περασμένη βδομάδα, μια ολόκληρη μέρα ήμουν στο Νοσοκομείο “Σωτηρία”, καθώς έχει μείνει υγρό στον πνεύμονα. Είχα από πριν, μια δεκαετία τώρα, πρόβλημα με ΧΑΠ (Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια), αλλά πήγαινα πολύ καλά, δεν είχα συνεχώς ανάγκη το οξυγόνο. Μετά τη φωτιά, όμως, παράγινα, το έχω διαρκώς στη μύτη μου» περιγράφει στο naftemporiki.gr.
Το «αγκάθι» εν προκειμένω είναι ότι ο ΕΟΠΥΥ της καλύπτει μόνο τη σταθερή συσκευή, που είχε ήδη στο σπίτι της. Όχι τη φορητή (τσάντα δύο κιλών, με μπαταρίες και καλώδιο για πρίζα), που η 70χρονη χρειάζεται κατά τις εξόδους της από το σπίτι, τις μετακινήσεις της στους γιατρούς. Να την προμηθευτεί μόνη της αδυνατεί, καθώς το κόστος της είναι υψηλό (300 ευρώ τον μήνα η ενοικίαση, από 2.500-3000 ευρώ η αγορά). «Πρακτικά, όποτε πρέπει να βγω έξω χωρίς οξυγόνο, λιποθυμώ, σβήνω. Ο γιος μου μου έχει πάρει ένα μικρό μπουκαλάκι οξυγόνου από το φαρμακείο, για μερικές εισπνοές, αδειάζει και το πετώ. Κι όμως, εγώ το χρησιμοποιώ αρκετές ώρες την ημέρα, αλλά και τη νύχτα, για να κοιμηθώ. Το χρειάζομαι απαραίτητα, για να είμαι σίγουρη για τον εαυτό μου» εξηγεί.
Ακόμα και σήμερα, όλα τα εγκαύματά της την πονούν. Ειδικά όλο το αριστερό χέρι της, που νιώθει να την τραβάει προς τα κάτω. Αλλά και στο πόδι της, απ’ όπου της πήραν μόσχευμα. «Και να θέλω, δε γίνεται να ξεχάσω τι πέρασα. Μου το θυμίζουν οι πόνοι, το μπέρδεμα στον οργανισμό μου. Κάθε τόσο κάτι βγαίνει στην υγεία μου, όχι μόνο σε μένα, αλλά και στους υπόλοιπους εγκαυματίες, όπως μας λένε οι γιατροί - πνευμονολογικά, δερματικά κλπ. Τα ψυχολογικά πια δεν τα μετράμε. Εγώ δεν είχα πάρει ποτέ στη ζωή μου ηρεμιστικά, τώρα τα χρειάζομαι, μου’ χει μείνει κι ένα τρέμουλο…» αναφέρει η 70χρονη, μητέρα δύο παιδιών, γιαγιά ισάριθμων εγγονιών.
Το σπίτι της, μονοκατοικία 120 τ.μ., Μυτιλήνης και Ατταλείας, μόνιμη κατοικία τους σχεδόν 50 χρόνια, κάηκε ολοσχερώς. Ευτυχώς, η ίδια κι ο σύζυγός της σώθηκαν από την πύρινη κόλαση, γιατί καλύφθηκαν σε πυλωτή πολυκατοικίας, στην παραλιακή. «Πρόλαβε ο άντρας μου και με τράβηξε εκεί. Από κάτω ακριβώς είναι βράχια, όποιος πήγε για να βγει από κει στη θάλασσα, βρέθηκε στο κενό, σκοτώθηκε. Μείναμε εκεί, με γιαγιάδες και μωρά παιδιά, κόσμο που έκλαιγε και προσευχόταν. Ήδη είχα εγκαύματα, έκλαιγα και πονούσα. Με το που βγήκα απ’ το σπίτι, με πήρε η λάβα! Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο αργότερα, τρέχαμε κι εμείς στον δρόμο, που ήταν γεμάτος κόσμο. Να βρούμε διέξοδο προς τη θάλασσα, δε μπορούσαμε. Όλες οι δίοδοι ήταν από πριν κλειστές με σίδερα, για να μην περνά τίποτα, ούτε καν καρότσι με μωρό. Δεν μπορούσαμε να πάμε αλλού, παρά μόνο στην πυλωτή. Ή θα πεθαίναμε ή θα ζούσαμε. Όταν πια σταμάτησε η φωτιά, ακούσαμε τις σειρήνες…» ανατρέχει.
Δημήτρης-Απόστολος Κίτσιος: «Πού ήσουνα εσύ;!»
Να αφήσει πίσω του τη φρίκη της πύρινης λαίλαπας που βίωσε κυριολεκτικά στο πετσί του προσπαθεί και ο 46χρονος άνεργος Δημήτρης Κίτσιος. Σωματικά τα εγκαύματα και οι πληγές του έθρεψαν σε ικανοποιητικό βαθμό, αν και τα σημάδια είναι εμφανέστατα επάνω του. Νοσηλεύτηκε γύρω στον ενάμισι μήνα, στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας του ΚΑΤ. Εκεί έκανε τέσσερα χειρουργεία, το πρώτο πτωματικό μόσχευμα το απέρριψε ο οργανισμός του, χρειάστηκε και μετάγγιση αίματος. «Κάηκα σε άνω και κάτω άκρα, από τα γόνατα μέχρι κάτω, και στον αυχένα-ελαφρά. Μου πήραν από τους μηρούς μοσχεύματα και τα έβαλαν στις γάμπες, όπου ήταν βαθιά τα εγκαύματα. Το ίδιο και στον αγκώνα, πήραν δέρμα από τον πήχη. Ευτυχώς, απ’ ό,τι μου είπαν και οι γιατροί, το σώμα μου ανταποκρίθηκε πάρα πολύ καλά κατά την επούλωση. Τώρα έχω μικρούς πόνους και τραβήγματα, που φαντάζομαι σύντομα θα ξεπεραστούν. Έχει μείνει, βέβαια, μια σχετική παραμόρφωση, αλλά φαντάζομαι πως η εικόνα μου θα καλυτερέψει κάπως» περιγράφει σήμερα στο naftemporiki.gr.
ΧΡΉΣΤΟΣ ΛΏΛΟΣ
«Κάθε μέρα που περνάει συνειδητοποιώ πόσο μα πόσο τυχερός ήμουν! Με φώτισε ο Θεός και πήγα και χώθηκα εκεί μέσα στις τουαλέτες του κάμπινγκ και σώθηκα!» λέει ο Δημήτρης-Απόστολος Κίτσιος. Με εμφανή τα εγκαύματα στο σώμα του, θέλει να προχωρήσει τώρα μπροστά, να αφήσει πίσω του το κακό που τον βρήκε το καλοκαίρι.
Το μυαλό του, πάντως, και να θέλει, να ξεχάσει δε μπορεί. «Θυμάμαι τα πάντα, όλο αυτό το απίστευτο σκηνικό. Για δυο-τρεις μέρες είχα πάει για μπάνια, στο Κόκκινο Λιμανάκι της Ραφήνας. Έβλεπα τη φωτιά σε μεγάλη απόσταση, πάνω από ένα χιλιόμετρο. Εκεί στο κάμπινγκ που έμενα κανείς δε μας ειδοποίησε, δηλαδή αν κοιμόμουν στη σκηνή μου, θα είχα καεί ζωντανός, σκέφτομαι. Μέχρι να καταλάβω τι γίνεται, σε χρόνο ασύλληπτο, οι φλόγες είχαν φτάσει δίπλα μου. Τα πάντα γύρω μου καίγονταν, γινόταν χαλασμός με 11 Μποφόρ! Ήξερα πως αν πήγαινα προς τη θάλασσα, θα καιγόμουν, γιατί είναι 200 σκαλιά μέχρις εκεί. Κατά μία απίστευτη, θεϊκή παρέμβαση, κατάφερα και βρήκα ενστικτωδώς μέσα σε δευτερόλεπτα, το μοναδικό “ασφαλές” σημείο, τις τουαλέτες του κάμπινγκ, το πλησιέστερο-μοναδικό τσιμεντένιο κτήριο, που δεν είχε πόρτες και παράθυρα. Εκεί καθηλώθηκα ολομόναχος για δυόμισι-τρεις ώρες. Ήμουν ήδη καμένος μέχρι να πάω να προφυλαχθώ εκεί, αφού με είχε πάρει το θερμικό κύμα! Ήμουν σίγουρος ότι θα καώ κι εγώ. Απλά παρακαλούσα τον Θεό να λιποθυμήσω πρώτα, να μην καταλάβω ότι καίγομαι ζωντανός! Όλα γύρω μου έγιναν στάχτη, οι φλόγες πέρασαν πάνω από το κτήριο, που, χωρίς κουφώματα, εξαεριζόταν συνεχώς, δεν μπήκε τόσος καπνός μέσα εκεί...» αφηγείται.
ΧΡΉΣΤΟΣ ΛΏΛΟΣ
Σήμερα ο ίδιος κάνει τον σταυρό του ότι επέζησε. «Δεν ήμουν τόσο θρήσκος, αλλά από τότε άλλαξα. Τελείως συμπτωματικά σώθηκα, τύχη “βουνό” είχα! Ήμουν ολομόναχος, είχα απελπιστεί, κινητό δεν έπιανε. Έβλεπα το απόλυτο χάος γύρω μου, σαν σε ταινία του Χόλιγουντ! Βγήκα πια νύχτα απ’ την κρυψώνα μου, όταν είχα καεί όλα. Τότε ήταν που είδα μπροστά μου κι ένα “κούτσουρο”, όπως νόμιζα. Πλησίασα και κατάλαβα ότι ήταν απανθρακωμένο πτώμα! Ώσπου είδα δύο μικρά αχνά μπλε λαμπάκια. Ήταν δυο αστυνομικοί με τις μηχανές τους, τόσο τυχερός στάθηκα! Γούρλωσαν τα μάτια τους που με είδαν ζωντανό! “Πού ήσουνα εσύ;!” με ρώτησαν έκπληκτοι. Εκείνη την ώρα πέρασε και τζιπάκι εθελοντών, με πήραν μαζί τους ώς το ασθενοφόρο, στη διασταύρωση της Ραφήνας…» ανατρέχει ο 46χρονος.
Ο ρόλος των εθελοντών
Οι φωτογραφίες των εγκαυματιών που έχει στη διάθεσή του το naftemporiki.gr είναι το λιγότερο ανατριχιαστικές. Για ευνόητους λόγους, οι περισσότερες είναι αδύνατο να δημοσιευτούν. Καταδεικνύουν, πάντως, ξεκάθαρα τα δεινά που οι άνθρωποι αυτοί πέρασαν, περνούν και θα περνούν από δω και πέρα. «Είναι σκληρές εικόνες. Ακόμα κι εγώ, που τους έχω δει από την αρχή σε απόλυτα τραγική κατάσταση, σοκάρομαι μέχρι και τώρα. Το κακό είναι ότι πολλοί είναι ακόμη σε εξαιρετικά άσχημη κατάσταση, εξακολουθούν να πονούν πολύ. Δε συζητάμε για την ταλαιπωρία, την οικονομική αφαίμαξη και το αισθητικό πρόβλημα που έχουν» τονίζει ο Αλέξης Ανδρονόπουλος, ένας από τους λιγοστούς εθελοντές του Ματιού που ανέλαβαν να «τρέξουν» τις υποθέσεις των εγκαυματιών. Να επικοινωνούν για λογαριασμό τους με το υπουργείο Υγείας και τις άλλες αρμόδιες υπηρεσίες, να παλεύουν με το «τέρας» της γραφειοκρατίας.
«Προφανώς δεν υπάρχει κανένα προσωπικό όφελος για εμάς τους εθελοντές από τη συγκεκριμένη αυτή δράση - δεν είμαστε συγγενείς θυμάτων, απλά κάτοικοι Ματιού. Είναι, πάντως, αρκετά χρονοβόρο, τόσο σε ραντεβού κι επαφές με υπεύθυνους και φορείς, όσο και προσωπικά με τον καθέναν από τους εγκαυματίες για τα προβλήματά τους. Το κάνουμε, ωστόσο, γιατί θεωρούμε πως βρίσκονται σε αδύναμη θέση και χρειάζονται βοήθεια. Άλλωστε, ήμασταν όλοι εκεί, θα μπορούσαμε να είμαστε κι εμείς στη θέση τους» λέει με τη σειρά της η Μαρίνα Καρύδα, επίσης δραστήριο μέλος της πενταμελούς ομάδας που συγκροτήθηκε στο πλαίσιο λειτουργίας της Συντονιστικής Επιτροπής Κατοίκων Ματιού (ΣΕΚΜΑ), με σκοπό να παρακολουθεί και να διεκδικεί την επίλυση των θεμάτων για την απάλειψη των επιπτώσεων και την αποκατάσταση του οικισμού.
Σε πρώτη φάση, τα μέλη της ομάδας αναζήτησαν μεταξύ των κατοίκων ποιοι νοσηλεύονται, καθώς οι αρμόδιες υπηρεσίες αρνήθηκαν να τους δώσουν τα στοιχεία. Επισκέφθηκαν 34 εγκαυματίες σε έξι νοσοκομεία (συνολικά νοσηλεύτηκαν 59, από αυτούς κατέληξαν οι 16), κατέγραψαν τις ανάγκες τους και τις μετέφεραν απευθείας στον υπουργό Υγείας, Ανδρέα Ξανθό. «Διεκδικήσαμε και ήδη καλύφθηκε το κόστος των αποκλειστικών νοσοκόμων για όλη τη διάρκεια της νοσηλείας τους, όπως και σίτιση και καρέκλες για τους συνοδούς. Ζητήσαμε και δωρεάν παροχή παραφαρμακευτικών υλικών για την περιποίηση των τραυμάτων-εγκαυμάτων. Παροχή που καλύπτει μόνο όσους μπορούν να μεταβούν στο φαρμακείο του Νταού Πεντέλης, αλλά δεν εξυπηρετεί όσους μένουν μακριά ή δεν έχουν τη δυνατότητα μετακίνησης. Υπάρχουν και σκευάσματα που προκύπτουν στην πορεία αποκατάστασης των εγκαυμάτων, αλλά κι αυτά δεν καλύπτονται ακόμα. Έχουμε ζητήσει, έχει εγκριθεί, αλλά δεν έχει υλοποιηθεί οικονομική ενίσχυση ανά εγκαυματία. Ζητήσαμε και δωρεάν φυσιοθεραπείες κατ’ οίκον, απαραίτητες με εντολή των θεραπόντων ιατρών, αλλά δυστυχώς οι δομές του ΙΚΑ και των Κέντρων Υγείας των κατά τόπους περιοχών δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, λόγω έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού, οπότε η κάλυψη γίνεται με έξοδα των ασθενών. Ανάλογα προβλήματα παρουσιάζονται και στην κάλυψη ψυχολογικής υποστήριξης κατ’ οίκον. Έχουμε ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας για κάθε καινούρια ανάγκη που προκύπτει και τη μεταφέρουμε στο υπουργείο, προσπαθώντας να καλυφθεί» σημειώνει η κ. Καρύδα.
Από την καθημερινή πια επαφή της με εγκαυματίες και φορείς, η ίδια διαπιστώνει ότι το ιατρικό σύστημα πάσχει, ακόμα και σε τραγωδίες σαν αυτή του καλοκαιριού, με 99 νεκρούς. «Αν στο σπίτι σου περιμένεις κόσμο, κάνεις τα κουμάντα σου, ψωνίζεις για να είσαι έτοιμος. Στις 23-24 Ιουλίου, έξι νοσοκομεία κατακλύστηκαν από τραυματίες κι εγκαυματίες, δεκάδες άτομα έκαναν εισαγωγή. Το υπουργείο Υγείας όφειλε να ζητήσει από τους διοικητές των νοσοκομείων, σε συνεργασία με τους πλαστικούς χειρουργούς, να καταγράψουν τις ανάγκες αυτών των ανθρώπων άμεσα και μελλοντικά, να μεριμνήσει εγκαίρως για την κάλυψή τους. Αντ’ αυτού, μέχρι τη στιγμή που ανέδειξαν οι εθελοντές τα προβλήματά τους οι εγκαυματίες ήταν αόρατοι για το υπουργείο. Και πρακτικά εξακολουθούν να είναι αόρατοι, γιατί μέχρι στιγμής έχουμε αποσπάσει μόνον υποσχέσεις» λέει η κ. Καρύδα.
Όπως εξηγεί, όλοι οι εγκαυματίες χρειάζονται κρέμες αναπλαστικές κι επούλωσης, που δεν καλύπτονται από τον ΕΟΠΥΥ, γιατί θεωρούνται καλλυντικές, τις ζητούν όμως οι γιατροί. Το ίδιο ισχύει και για τα ελαστικά ενδύματα (jobst) που συγκρατούν τις ουλές, επίσης δεν καλύπτονται και το κόστος τους τα καθιστά απαγορευτικά για να τα προμηθευτούν οι τραυματίες. Οι περισσότεροι θα χρειαστούν νέο κύκλο χειρουργείων για τη λειτουργική αποκατάστασή τους. Μέχρι τότε θα πρέπει να κάνουν φυσιοθεραπείες κατ’ οίκον, αφού δε μπορούν να μετακινηθούν. «Τα επιμέρους κέντρα του ΕΟΠΥΥ όπου μας παρέπεμψαν δεν έχουν εύκαιρους φυσιοθεραπευτές. Κι αν έχουν, αυτοί έχουν να δουν έγκαυμα από τότε που το διδάχτηκαν στη σχολή τους. Από τον Ιούλιο ακόμα θα έπρεπε να έχουν οργανώσει ομάδα φυσιοθεραπευτών, ώστε να είναι έτοιμοι μόλις προέκυπτε αυτή η ανάγκη. Επιπλέον, οι άνθρωποι αυτοί έχουν προσωρινή, ίσως και μόνιμη ανικανότητα να εργαστούν. Θα έπρεπε, λοιπόν, να είχε προβλεφθεί ένα επίδομα για τη διαβίωσή τους μέχρι να αποκατασταθεί η υγεία τους. Σε κάθε περίπτωση, ήταν αρμοδιότητα δική τους-του υπουργείου Υγείας, κι όχι των εθελοντών, να αναδείξουν τα προβλήματα, να διεκδικήσουν την επίλυσή τους. Τέσσερις μήνες μετά, οι εγκαυματίες παλεύουν μόνοι τους, έχοντας εξασφαλίσει προς το παρόν καλή διάθεση επίλυσης, αλλά όχι ουσία» θεωρεί η Μαρίνα Καρύδα.