Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
H «ετικέτα» είναι η δύναμη των εγχώριων αγροτικών προϊόντων και μέσα από την τυποποίηση έρχεται η υπεραξία. Η υπεραξία είναι το διαβατήριο για την είσοδο στα διεθνή ράφια. Η επένδυση στην ποιότητα, την τυποποίηση, τα πρότυπα, την πιστοποίηση και τη διαπίστευση αποτελεί όχι μόνο βασικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, αλλά θεμελιώδες προαπαιτούμενο για την ανάπτυξη και εμπορευματοποίηση καινοτόμων και εξωστρεφών - εξαγωγικών δραστηριοτήτων. Με την ανάπτυξη και συστηματική προστασία της επωνυμίας του προϊόντος, την τυποποίηση, τη σήμανση και την προστασία της σήμανσης και της βιομηχανικής και πνευματικής ιδιοκτησίας που συνδέεται με αυτήν, μόνο όφελος υπάρχει και για τον παραγωγό, τον μεταποιητή και τον καταναλωτή.
Σε ακαδημαϊκό επίπεδο η τυποποίηση ορίζεται ως «παράγοντας κοινωνικής δικαιοσύνης τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους παραγωγούς» και αυτό γιατί οι καταναλωτές ανάλογα με τις ποιότητες των προϊόντων που αγοράζουν πληρώνουν και αντίστοιχες τιμές, ενώ αντίστοιχα οι παραγωγοί, ανάλογα με τις ποιότητες των προϊόντων που παράγουν, πληρώνονται με αντίστοιχες τιμές.
Στη χώρα μας, η νοοτροπία σχετικά με τη διάθεση χύμα προϊόντων πρέπει να εξαλειφθεί, καθώς πέρα από τις προφανείς επιπτώσεις που σχετίζονται με τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας, με τη διακίνηση μη τυποποιημένων προϊόντων οι παραγωγοί συνολικά υφίστανται μια σημαντική μείωση εισοδήματος λόγω της απώλειας της προστιθεμένης αξίας, του παραεμπορίου και της νοθείας. Σε δευτερογενές επίπεδο, οι επιπτώσεις είναι εξίσου σημαντικές και αφορούν κρίσιμα πεδία της οικονομίας όπως οι επενδύσεις, η απασχόληση, το εμπορικό ισοζύγιο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε σχετική ημερίδα που διοργανώθηκε στις αρχές του έτους από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) και την Ευρωπαϊκή οργάνωση SBS (για τα Πρότυπα και τις Μικρές Επιχειρήσεις), σε συνεργασία με το Εθνικό Σύστημα Υποδομών Ποιότητας/ Ελληνικό Οργανισμό Τυποποίησης (ΕΣΥΠ/ΕΛΟΤ), ο ρόλος της τυποποίησης και των προτύπων στη διάδοση / διάχυση των τεχνικών γνώσεων και η θετική συμβολή τους στη συνεχή ανάπτυξη και την πρόοδο έχει τεκμηριωθεί, ποσοτικά και ποιοτικά, σε πλήθος σχετικών μελετών. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στη Γερμανία τα οικονομικά οφέλη της τυποποίησης εκτιμώνται σε περίπου 1% του ΑΕΠ της χώρας, στη Γαλλία η τυποποίηση συμβάλλει άμεσα στην ανάπτυξη της οικονομίας, έως 0,81%, ή σχεδόν το 25% της αύξησης του ΑΕΠ, στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατά την περίοδο 1921-2013, τα πρότυπα συνέβαλαν σε περίπου 28,4% της ετήσιας αύξησης του ΑΕΠ. Σε νομισματικούς όρους, για το 2013 η τυποποίηση εισέφερε 8,2 δισ. στερλίνες στην εθνική οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ στην Αυστραλία, για διάστημα πάνω από τα 40 χρόνια έως το 2002, μια αύξηση κατά 1% του αριθμού των προτύπων συνδέεται με αύξηση 0,17% της παραγωγικότητας σε ολόκληρη την οικονομία.
«Στον βαθμό που ο εγχώριος αγροδιατροφικός τομέας κατορθώσει απλά να προσεγγίσει τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο, στους τομείς της τεχνολογίας, του branding και των συνεργασιών, θα προστεθούν ετησίως πάνω από 12 δισ. ευρώ στο εθνικό μας εισόδημα, ενώ θα δημιουργηθούν περισσότερες από 200.000 νέες θέσεις εργασίας». Το παραπάνω αποτελεί ένα από τα κεντρικά συμπεράσματα των μελετών για τον Αγροδιατροφικό Τομέα που διεξάγει η Εθνική Τράπεζα τα τελευταία χρόνια. Βάσει υποδειγμάτων της ΕΤΕ σε παγκόσμιο δείγμα σχεδόν 170 χωρών, εκτιμήθηκε ότι η αναβάθμιση της Ελλάδας σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσον αφορά την τεχνολογία παραγωγής, τον βαθμό τυποποίησης των προϊόντων και τον τρόπο λειτουργίας των συνεταιρισμών θα μπορούσε να αυξήσει την άμεση συνεισφορά του αγροδιατροφικού τομέα στο ΑΕΠ κατά 9,1 δισ. ευρώ ετησίως (3,6 δισ. ευρώ μέσω αύξησης της παραγωγικότητας της ελληνικής γης και 5,5 δισ. ευρώ μέσω αύξησης του βαθμού τυποποίησης των προϊόντων). Καθώς η αυξημένη αυτή δραστηριότητα θα οδηγούσε σε επιπλέον έμμεσο όφελος της τάξης των 3,1 δισ. ευρώ (σε τομείς όπως οι προμήθειες πρώτων υλών αγροτικής παραγωγής, συσκευασία τροφίμων κ.ά.), το συνολικό ετήσιο όφελος εκτιμάται ότι προσεγγίζει τα 12,2 δισ. ευρώ (ή 6,9% του ΑΕΠ) δημιουργώντας δυνητικά περίπου 200.000 νέες θέσεις εργασίας.
Σύμφωνα με τη μελέτη, ο αγροδιατροφικός τομέας αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας, καθώς καλύπτει το 13% του συνολικού επιχειρηματικού τομέα σε όρους προστιθέμενης αξίας (έναντι 7% κατά μέσον όρο στην Ε.Ε.).
Παράλληλα, ο κλάδος κατά τη διάρκεια της κρίσης κατάφερε να διατηρήσει σταθερές τις πωλήσεις του, έναντι πτώσης που έφτασε και το 40% για τις πωλήσεις σε άλλους κλάδους.
Ωστόσο, κατά την τελευταία 20ετία, ενώ η παγκόσμια ζήτηση για τρόφιμα και ποτά αυξήθηκε κατά 160% και οι παγκόσμιες εξαγωγές κατά 210%, τα ελληνικά αγροδιατροφικά προϊόντα έχασαν μερίδια στις διεθνείς αγορές, σημειώνοντας μείωση κατά 18%.
Υπό αυτό το πρίσμα, μεταξύ των πιο κρίσιμων μεταρρυθμίσεων στον αγροδιατροφικό κλάδο στην Ελλάδα βρίσκεται η αύξηση του βαθμού τυποποίησης των προϊόντων. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, η ελληνική βιομηχανία τροφίμων και ποτών δίνει προστιθέμενη αξία της τάξης του 40% κατά μέσο όρο στην αγροτική παραγωγή, έναντι περίπου 70% στη Δυτική Ευρώπη.
Στο ερώτημα γιατί η τυποποίηση είναι σημαντική και γιατί ο πρωτογενής κλάδος πρέπει να επενδύσει σε αυτή, η απάντηση έχει πολλές παραμέτρους.
Αρχικά, η τυποποίηση αποτελεί ένα σημαντικό μέρος των διαπιστευτηρίων κάθε προϊόντος, ώστε οι ενδιαφερόμενοι εισαγωγείς και κατ’ επέκταση οι καταναλωτές να μπορούν να κρίνουν την ποιότητα, τα χαρακτηριστικά και να το επιλέξουν.
Η διάθεση τυποποιημένων επώνυμων προϊόντων αποτελεί την «ταυτότητα» του παραγωγού - της επιχείρησης. Μέσω της επωνυμίας δημιουργείται «μια ιστορία» για το προϊόν στη συνείδηση του καταναλωτή.
Σε επίπεδο εγχώριας αγοράς η τυποποίηση των αγροτικών προϊόντων έχει εξίσου υψηλή σπουδαιότητα. Τα παραδείγματα των επιπτώσεων της χύμα διάθεσης προϊόντων είναι πολλά και αφορούν σημαντικούς κλάδους όπως: το ελαιόλαδο, το κρασί, τα αποστάγματα, το μέλι.
Ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός στα ελληνικά αγροτικά προϊόντα στην εγχώρια αλλά και τις διεθνείς αγορές, προέρχεται σε αρκετές περιπτώσεις από κάποια αντίστοιχα επίσης ελληνικά προϊόντα που διακινούνται χύμα.
Ταυτόχρονα η χύμα διάθεση προϊόντων σταματά τους ίδιους τους παραγωγούς από το να αναπτύξουν απευθείας συνεργασίες με τις αλυσίδες λιανικής που τελευταία έχουν δηλώσει έντονο ενδιαφέρον για την τοποθέτηση στο ράφι εγχώριων προϊόντων από μικρομεσαίες καλλιέργειες, φάρμες κ.τ.λ.
Σε εθνικό επίπεδο, όταν ένα προϊόν εξάγεται σε μια ξένη αγορά, δεν εκπροσωπεί μόνο την εταιρεία, αλλά εκπροσωπεί ολόκληρη τη χώρα προέλευσης. Χάρη στην παγκοσμιοποίηση, ένα «εμπορικό σήμα» έχει περισσότερη βαρύτητα από την «εταιρεία» σε μια δεδομένη χώρα. Εδώ υπόκειται η σπουδαιότητα του εθνικού brand, η αναγνωσιμότητα του οποίου έχει ισχυρότερη δυναμική από το σήμα μιας μεμονωμένης εταιρείας.
Στα βασικά πλεονεκτήματα της τυποποίησης, πέρα από την προαγωγή της κοινωνικής δικαιοσύνης ανάμεσα στους παραγωγούς και στους καταναλωτές, περιλαμβάνεται και η βελτίωση της «διαύγειας της αγοράς». Μέσω της τυποποίησης προωθείται η βελτίωση της αγροτικής παραγωγής και της ενημέρωσης αγοράς, η εξοικονόμηση χρόνου κατά την αγοραπωλησία προϊόντων, ενώ επιτυγχάνεται σημαντική μείωση του κόστους εμπορίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η χρήση του marketing και του branding υπολογίζεται ότι μπορεί να πολλαπλασιάσει από 3 έως 10 φορές την αξία του προϊόντος.
Σύμφωνα με το Κέντρο Βιώσιμης Επιχειρηματικότητας Εξέλιξη οι Έλληνες παραγωγοί αγροτικών προϊόντων που θέλουν να προβάλουν τα σημεία που διαφοροποιούν τα προϊόντα τους σε σχέση με τον ανταγωνισμό, και να τοποθετηθούν με αξιώσεις και σε αγορές του εξωτερικού, έχουν πολλά να κερδίσουν από τη χρήση σωστού και μοντέρνου branding στα προϊόντα τους. Μερικά από τα βασικά οφέλη είναι τα εξής:
- Ανάπτυξη σταθερών και επαναλαμβανόμενων αγορών τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό της χώρας. Πλέον οι καταναλωτές ξέρουν να αναγνωρίζουν και να επιβραβεύουν την αξία του σωστού branding, καθώς αποτελεί και γι’ αυτούς πολύτιμο εργαλείο για τις αγορές τους. Η δημιουργία αυτής της διαρκούς σχέσης με τους καταναλωτές είναι κάτι πολύ σημαντικό για τον αγροτικό κλάδο.
- Δυνατότητα επέκτασης των δραστηριοτήτων και σε παραγωγές άλλων προϊόντων με καλύτερες προοπτικές αποδοχής από την αγορά. Οι καταναλωτές επιλέγουν ευκολότερα ένα προϊόν μιας επιχείρησης την οποία γνωρίζουν ήδη από άλλα προϊόντα. Οπότε αν μια αγροτική επιχείρηση έχει ήδη ένα προϊόν στην αγορά που το προτιμούν οι καταναλωτές, θα είναι πολύ πιο εύκολο για αυτήν να προωθήσει νέα προϊόντα.
- Αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση προϊόντων χαμηλότερου κόστους δίνοντας έμφαση σε θέματα Υγιεινής και Ασφάλειας των προϊόντων.
Σε ό,τι αφορά τα στοιχεία του κόστους τυποποίησης των αγροτικών προϊόντων περιλαμβάνονται: oι τόκοι του πάγιου κεφαλαίου, oι αποσβέσεις των μηχανημάτων και των κτηρίων, τα ασφάλιστρα των μηχανημάτων και των κτηρίων, ο φόρος ιδιοκτησίας της μεταποιητικής μονάδας, η συντήρηση των μηχανημάτων και των κτηρίων, η αμοιβή της ανθρώπινης εργασίας, τα έξοδα για ηλεκτροφωτισμό, νερό, καύσιμα, τηλεφωνήματα κ.λπ., η αξία των διαφόρων υλικών, ο τόκος του κυκλοφοριακού κεφαλαίου (σ.σ.: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκη Χρίστος Καμενίδης - Μάρκετινγκ Αγροτικών Προϊόντων).
Για τους λόγους αυτούς η προσέγγιση των παραγωγών στο θέμα της τυποποίησης και branding, εάν και εμφανίζει σημαντικά σημάδια βελτίωσης, παραμένει «συντηρητική». Σύμφωνα με άρθρο που φιλοξενείται στο Journal of Agriculture Science «η συμμετοχή των παραγωγών στον τομέα της τυποποίησης περιορίζεται στο να ακολουθεί κατά κύριο λόγο τις δράσεις των κυβερνήσεων που αφορούν την προώθηση των τοπικών προϊόντων».
Οι λόγοι στους οποίους το άρθρο αποδίδει το περιορισμένο ενδιαφέρον που επιδεικνύει ο αγροτικός κόσμος για την τυποποίηση αφορούν: την ελλιπή ενημέρωση, τους ασταθείς δίαυλους πωλήσεων γεωργικών προϊόντων, καθώς και τον «γερασμένο» πληθυσμό των παραγωγών που δραστηριοποιείται κυρίως με βάση την εμπειρία και όχι των νέων πρακτικών.
Σε αυτό το πλαίσιο προτείνονται τρεις παρεμβάσεις που μπορούν να γίνουν σε επίπεδο πολιτείας, αρχής γενομένης με την αύξηση της προώθησης της γεωργικής τυποποίησης από τις κρατικές υπηρεσίες, «προκειμένου να ενισχυθούν οι αγρότες να εφαρμόσουν την τυποποίηση της γεωργικής παραγωγής, θα πρέπει η κυβέρνηση να αυξήσει τις προσπάθειες για την προώθηση της γεωργικής τυποποίησης. Οι αρμόδιες υπηρεσίες μπορούν να υλοποιούν σεμινάρια κατάρτισης για τους αγρότες, να διδάξουν απευθείας τη σπουδαιότητα της γεωργικής τυποποίησης και να ενισχύσουν τους αγρότες για τις γεωργικές εισροές (όπως τα φυτοφάρμακα). Ταυτόχρονα πρέπει να αφυπνιστεί η “ευαισθητοποίηση των νοικοκυριών” σχετικά με τη γεωργική τυποποίηση» επισημαίνει το άρθρο.
Παράλληλα, η δημιουργία κινήτρων προσέλκυσης νέων γεωργών και ισχυρών επιχειρήσεων να εισέλθουν στον γεωργικό κλάδο θα βοηθήσει στην ανάπτυξη επώνυμων γεωργικών προϊόντων.
Το τρίτο σημείο αφορά την εξασφάλιση «σταθερών καναλιών πωλήσεων». Όπως επισημαίνεται στο άρθρο, «η δημιουργία ενός περιφερειακού ολοκληρωμένου συστήματος εφοδιασμού και διανομής αγροτικών προϊόντων μπορεί να εξασφαλίσει μια ομαλότητα στη διάθεση των προϊόντων και να περιορίσει σημαντικά τις ανησυχίες των αγροτών».
Σε γενικές γραμμές η τυποποίηση και το branding των αγροτικών προϊόντων προϋποθέτει συλλογική δραστηριότητα του πρωτογενούς τομέα και αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης και στη συνέχεια των προγραμμάτων προώθησης σε αγορές της Ε.Ε. και τρίτων χωρών.
Ζητούμενο είναι η ενθάρρυνση των επενδύσεων από μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις για την αύξηση της οικονομικής βιωσιμότητάς τους, η οικοδόμηση εγχώριων κλαδικών διασυνδέσεων ανάμεσα στον πρωτογενή τομέα, τη μεταποίηση και τον τομέα των υπηρεσιών, για τη μεγιστοποίηση της εγχωρίως παραγόμενης προστιθέμενης αξίας, σε ό,τι αφορά το σύνολο της παραγωγής και ειδικότερα το τμήμα της που εξάγεται.
Οι παραγωγοί πρέπει να κατανοήσουν ότι ο στόχος είναι η πώληση: πρέπει να παράγουν για την αγορά και να προσπαθήσουν να βρουν τα καλύτερα προϊόντα με τιμές που απαιτούνται από την αγορά. Οι καταναλωτές έχουν διαφορετικές ανάγκες, επιθυμίες και αγοραστικές δυνάμεις. Ο παραγωγός πρέπει να παράγει αγαθά διαφορετικών μεγεθών, προτύπων, χρωμάτων, ποιότητας, τιμών ανάλογα με τη φυσική δομή των καταναλωτών, την οικονομική τους ικανότητα, τις επιθυμίες, το ενδιαφέρον κ.λπ.
Οποιοδήποτε προϊόν θα πρέπει να έχει ορισμένα χαρακτηριστικά που να ικανοποιούν τις ανάγκες των καταναλωτών για να πωληθεί με επιτυχία. Η τυποποίηση αποτελεί το βασικό μέσο που οδηγεί σε αυτήν την κατεύθυνση, εντός και εκτός συνόρων.
Η διάθεση τυποποιημένων επώνυμων αγροτικών προϊόντων συνδέει τους παραγωγούς με τους καταναλωτές, μειώνοντας ταυτόχρονα την πιθανότητα υποκατάστασης των προϊόντων τους με άλλα ανταγωνιστικά.
Η επόμενη μέρα του εγχώριου αγροτικού τομέα πρέπει να κινείται στον άξονα «Καλλιέργεια-Τυποποίηση-Προώθηση». Η μη σύνδεση της τυποποίησης στην παραγωγική διαδικασία επί της ουσίας «κλαδεύει» την ανταγωνιστικότητα ποιοτικών ελληνικών αγροτικών προϊόντων.
Γνωρίζατε ότι:
- Κάθε χρόνο στις 14 Οκτωβρίου, οι οργανισμοί τυποποίησης γιορτάζουν την Παγκόσμια Ημέρα Τυποποίησης, προβάλλοντας την αναγκαιότητα των Προτύπων και τιμώντας όσους συμβάλλουν στην καθιέρωσή τους.
- Τα πρότυπα συνεχίζουν να διαδραματίζουν έναν κρίσιμο ρόλο στην τέταρτη βιομηχανική επανάσταση που διανύουμε, όπως ακριβώς ήταν ζωτικής σημασίας και κατά την πρώτη βιομηχανική επανάσταση, 250 χρόνια πριν.
- Τον 18ο αιώνα, η μετάβαση από τη χειρωνακτική εργασία στη χρήση μηχανών και τη βιομηχανική παραγωγή πολλαπλασίασε τις ανάγκες για πρότυπα. Για παράδειγμα, εκπονήθηκαν πρότυπα για την εναλλαξιμότητα εξαρτημάτων μηχανών και τη μαζική παραγωγή τους.
- Η ταπεινή γυάλινη φιάλη -που τώρα επιστρέφει χάρη στη δυνατότητα ανακύκλωσης- διατέθηκε για πρώτη φορά στην αγορά από τους αρχαίους Αιγυπτίους πριν από περίπου 3.500 χρόνια. Περίπου 1.300 χρόνια αργότερα, οι Κινέζοι μάς έδωσαν χαρτί, αλλά μόλις τον 19ο αιώνα άρχισε να εμφανίζεται η επωνυμία στη συσκευασία, οδηγώντας σε γραμμικούς κώδικες, δεδομένα διατροφής και πολλά άλλα.
- Ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίηση International Organization for Standardization χρησιμοποιεί το ακρωνύμιο ISO. Σύμφωνα με τον Οργανισμό, η ονομασία του σε διάφορες γλώσσες θα είχε διαφορετικές συντομογραφίες («IOS» στα αγγλικά, «OIN» Organisation internationale de normalisation στα γαλλικά κ.λπ.), οπότε η οργάνωση υιοθέτησε το ISO, όπως είναι συντετμημένη ονομασία της σε σχέση με την ελληνική λέξη «ίσος».