Του Σταύρου Κωνσταντά
Η οικονομική ύφεση που βίωσε και συνεχίζει να βιώνει η χώρα μας, ανάγκασε την ασφαλιστική αγορά να μετασχηματιστεί και κατά συνέπεια να μετεξελιχθεί. Η ασφαλιστική αγορά ακολουθεί, όπως και η κοινωνία μας, τις αλλαγές που σχετίζονται με τη νομοθεσία, την οικονομία, την τεχνολογία, τις κλιματικές αλλαγές, τα δημογραφικά. Ο ρόλος της ασφαλιστικής αγοράς είναι να προσφέρει στους ασφαλισμένους ασφαλιστικά προγράμματα που καλύπτουν αυτές τις ανάγκες, προκειμένου οι πολίτες να αισθάνονται ασφάλεια, ηρεμία και σταθερότητα.
Σήμερα στην Ελλάδα τα συνολικά ασφάλιστρα ως ποσοστό του ΑΕΠ αγγίζουν μόλις το 2%, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρώπη υπερβαίνει το 7%.
Ο Σταύρος Κωνσταντάς είναι αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Ασφαλιστικής
Αυτό αποδεικνύει ότι στην Ελλάδα η ασφαλιστική συνείδηση δεν έχει αναπτυχθεί στα επίπεδα των πολιτών της υπόλοιπης Ευρώπης. Σε αυτό βέβαια έχει συμβάλει κατά πολύ η οικονομική δυσχέρεια στην οποία έχουν επέλθει οι περισσότεροι πολίτες της χώρας μας, καθώς και η γενικότερη αντίληψη περί του ρόλου του κράτους ως σχεδόν αποκλειστικού παρόχου κοινωνικής ασφάλισης. Είναι πλέον επιτακτική ανάγκη οι πολίτες να κατανοήσουν την αναγκαιότητα της ιδιωτικής ασφάλισης, καθώς καλούνται να σχεδιάσουν το μέλλον τους, να πάρουν άμεσες και ουσιαστικές αποφάσεις από τα πρώτα χρόνια της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας, για την υγεία τους, την αποταμίευσή τους, την οικογένειά τους και τη σύνταξή τους.
Είναι πλέον γεγονός ότι οι κρατικές δομές αδυνατούν να ανταποκριθούν επαρκώς στις ανάγκες υγείας και σύνταξης, καθώς δεν μπορεί πια να δαπανάται από το κράτος το 17%-18% του ΑΕΠ για την κάλυψη των συντάξεων. Το φαινόμενο δεν είναι φυσικά μόνο ελληνικό.
Από πλευράς των ασφαλιστικών εταιρειών υπάρχει πάγιο αίτημα συμπληρωματικού ρόλου της ιδιωτικής ασφάλισης με φορολογικά κίνητρα, στην οποιαδήποτε προσπάθεια για την επίλυσης του συνταξιοδοτικού προβλήματος της χώρας, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στους πολίτες να συνεχίσουν να απολαμβάνουν αξιοπρεπή επίπεδα διαβίωσης και στην τρίτη ηλικία χωρίς τον φόβο της ραγδαίας μείωσης των οικονομικών τους.
Παράλληλα η δαπάνη των πολιτών για την Υγεία ακουμπά σχεδόν το 10% των συνολικών δαπανών των νοικοκυριών. Η πιθανή συνεργασία ιδιωτικού και κρατικού φορέα στον τομέα την υγείας μπορεί να φέρει ουσιαστικές και μεγάλες τομές στην περίθαλψη των ασφαλισμένων αφού και οι δυο φορείς έχουν σημαντικά διακριτά συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Στην αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών στον τομέα των Γενικών Ασφαλειών η σύμπραξη κράτους και φορέων ιδιωτικής ασφάλισης μπορεί κι εδώ να συμβάλει αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των συνεπειών τους.
Στην ενίσχυση της ιδιωτικής ασφάλισης ως ουσιαστικού φορέα κάλυψης των κοινωνικών αναγκών Υγείας και Σύνταξης συμβάλλει η ενίσχυση του εποπτικού πλαισίου υπό την Τράπεζα της Ελλάδος καθώς και το εν ισχύι καθεστώς Solvency II, που επιβάλλει απόλυτη διαφάνεια στην αποτύπωση της κεφαλαιακής επάρκειας των εταιρειών. Η ελληνική ασφαλιστική αγορά είναι σήμερα επαρκέστατα κεφαλαιοποιημένη και μάλιστα παρά τα σημαντικά κεφαλαιακά πλήγματα που δέχτηκε λόγω του PSI λειτουργώντας, μέχρι προσφάτως, σε συνθήκες παρατεταμένης ύφεσης. Η θέση αυτή αυξάνει τόσο την αξιοπιστία της αγοράς όσο και την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, που έχουν σαφέστατα ρόλο συμπληρωματικό του πολύ σημαντικού θεσμού της κοινωνικής ασφάλισης.