Από την έντυπη έκδοση
Του Ιωάννη Μάργαρη*
* Ο κ. Μάργαρης είναι γενικός διευθυντής Τεχνολογίας, Ανάπτυξης Συστήματος & Στρατηγικής, αντιπρόεδρος Δ.Σ. του ΑΔΜΗΕ Α.Ε.
Το οικονομικό περιβάλλον στην Ελλάδα σήμερα, τόσο ως προς την εγχώρια δυναμική της οικονομίας όσο και ως προς την εικόνα της προς τα έξω μετά την ολοκλήρωση των προγραμμάτων προσαρμογής, ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας, πολιτικά και οικονομικά, για να εκκινήσει μια σαφής και εφαρμόσιμη πολιτική για τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας που θα επιτρέψει την παραγωγή νέας αξίας και την επιτάχυνση επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας.
Η ενσωμάτωση της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά μέσω του target model και η περαιτέρω ενίσχυση των διεθνών διασυνδέσεων εντός της Ευρώπης, η ανάγκη για κοστοστρεφή αύξηση της διείσδυσης Ανανεώσιμων Πηγών στο εθνικό ισοζύγιο, η επιταχυνόμενη μετάβαση προς τοπικές, αποκεντρωμένες μορφές παραγωγής και η συνεπαγόμενη ανάγκη επενδύσεων στα δίκτυα διανομής -ακόμα και με τη μορφή μικρο-δικτύων-, η αύξηση στις δυνατότητες συμμετοχής της ζήτησης μέσω των εφαρμογών έξυπνων δικτύων και η ραγδαία ανάπτυξη στον τομέα της ηλεκτροκίνησης αποτελούν μερικούς μόνο από τους λόγους για τους οποίους τα Δίκτυα αποτελούν προνομιακό χώρο για μία χώρα όπως η Ελλάδα για την ενεργοποίηση επενδύσεων και έργων μικρής, μεσαίας και μεγάλης κλίμακας.
Τα ποσοστά απόδοσης των κεφαλαίων και τα έσοδα στον τομέα της θερμικής παραγωγής βαίνουν μειούμενα σε όλη την ευρωπαϊκή περιφέρεια, καθώς οι πιέσεις στις τιμές της χονδρεμπορικής παραμένουν υψηλές λόγων πιέσεων στη ζήτηση και λόγω αύξησης της ενεργειακής αποδοτικότητας και της διανεμημένης παραγωγής ΑΠΕ. Όλες οι παραδοσιακές εταιρείες του κλάδου παραγωγής αναθεωρούν τα επιχειρηματικά τους σχέδια, καθώς διακρίνουν ότι οι αναταράξεις στον τομέα της κεντρικής συμβατικής παραγωγής θα συνεχιστούν με δραματικές συνέπειες για τη βιωσιμότητά τους. Οι επενδύσεις παγκοσμίως στον κλάδο των θερμικών σταθμών παραγωγής την τελευταία δεκαετία κυμάνθηκαν κοντά στο 11% των συνολικών επενδύσεων. Οι ΑΠΕ απορρόφησαν το 33%, τα Δίκτυα Μεταφοράς και Διανομής ηλεκτρικής ενέργειας το 25 % και ο τομέας της λιανικής και των υπηρεσιών στην πλευρά του καταναλωτή το υπόλοιπο 31%.
Σε αντίθεση με την κεντρική-θερμική παραγωγή, η προσέλκυση επενδύσεων στη Μεταφορά και Διανομή Ηλεκτρικής Ενέργειας είναι πολύ υψηλή, ειδικά εκεί που η τιμολογιακή πολιτική αντανακλά τα κόστη παρά τους μετασχηματισμούς που συντελούνται στην πλευρά της ζήτησης, ενώ οι αποδόσεις των επενδύσεων στα Δίκτυα είναι εξασφαλισμένες μέσω των ρυθμιζόμενων εσόδων. Οι ευκαιρίες που υπάρχουν σήμερα λόγω των διεθνών διασυνδέσεων που θα αναπτυχθούν περαιτέρω, λόγω ανάγκης αντικατάστασης πεπαλαιωμένου εξοπλισμού και λόγω τεχνολογιών έξυπνων δικτύων καθιστούν τα Δίκτυα προνομιακό χώρο οικονομικής και τεχνολογικής ανάπτυξης για την Ελλάδα σε μια εποχή που αυτό αποτελεί ιστορικό όρο επιβίωσης και ευημερίας μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Πάνω από το 50% των επενδύσεων στον τομέα Μεταφοράς και Διανομής θα απαιτηθούν για λόγους ενίσχυσης υφιστάμενων υποδομών και νέα Δίκτυα θα πρέπει να υλοποιηθούν για τη σύνδεση ΑΠΕ είτε σε απομακρυσμένες περιοχές μέσω της Μεταφοράς είτε στη μικρή κλίμακα της Διανομής. Οι διασυνδέσεις των νησιών που για δεκαετίες παρέμειναν ηλεκτρικά απομονωμένα και που ο νέος ΑΔΜΗΕ πλέον υλοποιεί αποτελούν από μόνες τους επενδύσεις που ξεπερνάνε το 1,5 δισ. σε βάθος πενταετίας.
Αντίστοιχα στον τομέα της λιανικής, που βρίσκεται ακόμα σε πρώιμο στάδιο στην Ελλάδα, οι εταιρείες πρέπει να περάσουν από τη διαδρομή ψηφιοποίησης (digitization) όμοια με αυτή που έχουμε ήδη δει σε τομείς όπως οι τηλεπικοινωνίες, τα μίντια, ο τομέας πληρωμών κοκ. και να αναπτύξουν προϊόντα και υπηρεσίες για να καλύψουν τις απαιτήσεις των καταναλωτών. Οι νέες αυτές υπηρεσίες και πηγές προστιθέμενης αξίας για την Ελλάδα απαιτούν ριζικές αλλαγές στην πλευρά των Δικτύων Διανομής με έμφαση στον οικιακό καταναλωτή μέσω των έξυπνων μετρητών, καθώς ο όγκος και ανάλυση των δεδομένων που θα προκύψουν θα δώσει τη δυνατότητα στους καταναλωτές να ρυθμίζουν και να ελέγχουν την κατανάλωσή τους αλλά και τη συμμετοχή τους στη μικρή παραγωγή με αντίστοιχα κατάλληλα πλαίσια τιμολόγησης που θα πλησιάζουν τον πραγματικό χρόνο. Η συνοδευόμενη ανάπτυξη συστημάτων διεπαφής με τους καταναλωτές και μεθόδων πληρωμής που θα αξιοποιούν τις υποδομές έξυπνων μετρητών θα συμβάλει στην εξομάλυνση των πληρωμών λογαριασμών, καθώς ο καταναλωτής πλέον είναι ενήμερος, έχει περισσότερο έλεγχο και συμμετέχει στον ευρύτερο τομέα παραγωγής, ανταλλαγής, κατανάλωσης και υπηρεσιών. Άλλες ευρωπαϊκές χώρες περνάνε ήδη στη δεύτερη γενιά έξυπνων μετρητών, ενώ οι υπηρεσίες που αναπτύσσονται πλέον γύρω από αυτούς αποτελούν ξεχωριστό κλάδο της οικονομίας με πρωτοφανή δυναμική.
Η Ελλάδα, ακριβώς επειδή επί δεκαετίες κινήθηκε έχοντας τα Δίκτυα στο περιθώριο της πολιτικής για την ενέργεια και στη βάση του μοντέλου των λίγων, μεγάλων και κεντρικών μονάδων παραγωγής, αποτελεί προνομιακό χώρο για να εφαρμοστούν δοκιμασμένες πλέον τεχνολογίες και μεθοδολογίες στα Δίκτυα, κερδίζοντας το χαμένο έδαφος. Έχει επίσης ένα σημαντικό προνόμιο: το γεγονός ότι υπάρχει ένας Διαχειριστής για τα Δίκτυα Μεταφοράς (ΑΔΜΗΕ) και ένας Διαχειριστής για τα Δίκτυα Διανομής (ΔΕΔΔΗΕ) που μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για την εφαρμογή ενός Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για τα Δίκτυα που θα μεγιστοποιήσει τα οφέλη σε όλη την αλυσίδα παραγωγής αξίας της ηλεκτρικής ενέργειας. Το γεγονός αυτό έχει ήδη αναγνωριστεί ευρωπαϊκά και έχουν ξεκινήσει πρωτοβουλίες συνεργασίας μεταξύ ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ που θα προσφέρουν πιλοτικά συμπεράσματα για αξιοποίηση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα μεταξύ Μεταφοράς και Διανομής.
Για να υλοποιηθούν οι δυνατότητες αυτές απαιτείται ισχυρή πολιτική βούληση για το θεσμικό πλαίσιο και την καθημερινή λειτουργία που διέπει τους δύο Διαχειριστές Δικτύων στη χώρα και για την ευελιξία αυτών να κινηθούν με τους ρυθμούς που απαιτεί πλέον η τεχνολογία, οι εξελίξεις στον τομέα διεθνώς, αλλά και κυρίως η παραγωγική ανάγκη και οι συνθήκες αποεπένδυσης που αναπτύχθηκαν την τελευταία δεκαετία στη χώρα. Το πλαίσιο αυτό περιλαμβάνει τόσο κανόνες λειτουργίας των Διαχειριστών όσο και τις διαδικασίες αδειοδοτήσεων που καθορίζουν τους ρυθμούς επενδύσεων κοκ.
Η πολιτική βούληση πρέπει να συνοδευθεί από τα κατάλληλα ρυθμιστικά κίνητρα και μηχανισμούς προσέλκυσης επενδύσεων στη Μεταφορά και τη Διανομή. Ο ρόλος του Δικτύου ως υποδομή υποστήριξης των διανεμημένων μορφών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και των αποκεντρωμένων δομών παραγωγής και ζήτησης πρέπει να αναγνωριστεί ρυθμιστικά και αυτό να αποτελέσει κίνητρο περαιτέρω επενδύσεων στον κλάδο.
Ο μετασχηματισμός των Διαχειριστών σε σύγχρονες εταιρείες που θα μπορούν να προσελκύσουν εξειδικευμένο δυναμικό, που θα εφαρμόσουν μορφές οργάνωσης και λειτουργίας που προσφέρει η τεχνολογία σήμερα και που θα μπορεί να δώσει κίνητρα σε νεότερους εργαζόμενους για να προσφέρουν τεχνογνωσία στα Δίκτυα πρέπει να είναι κεντρικός στόχος που θα εφαρμοσθεί με συνέπεια, αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα. Αυτό απαιτεί σαφή, μετρήσιμη στοχοθέτηση για τα στελέχη των εταιρειών με ανταποδοτικότητα, προσέλκυση κατάλληλων διοικητικών ομάδων και ένα κατανοητό και σαφές όραμα για τον κλάδο.
Οι εργαζόμενοι στον κλάδο των Δικτύων γνωρίζουν τις δυνατότητες που υπάρχουν, αντιλαμβάνονται ότι το παλιό μοντέλο λειτουργίας δεν μπορεί πλέον να προσφέρει ούτε στους ίδιους ούτε και στον ευρύτερο ενεργειακό τομέα και θα υποστηρίξουν ένα τέτοιο ριζικό σχέδιο μετασχηματισμού του κλάδου τους, καθώς θα τους προσφέρει ένα όραμα που τους περιλαμβάνει και τους αναπτύσσει. Η νέα γενιά τεχνικών, μηχανικών και επιστημόνων που αναζητεί λόγους για να παραμείνει στη χώρα ή και να επιστρέψει σε αυτήν από το εξωτερικό αναζητεί ένα τέτοιο σχέδιο για να μπορέσει να συμμετέχει σε ένα σχέδιο αναζωογόνησης της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
Τα αποτελέσματα θα είναι ορατά στην καθημερινή ζωή των πολιτών, στο κόστος ενέργειας για την εθνική οικονομία και τους καταναλωτές, στην ποιότητα των υπηρεσιών, στην προσέλκυση και κινητοποίηση κεφαλαίων που παραμένουν αδρανή ή αναζητούν ευκαιρίες σε άλλες διεθνείς αγορές, στην ανάπτυξη των συγγενών κλάδων της οικονομίας που αναζητούν ενεργοποίηση (κατασκευαστικός τομέας, τομέας μελετών και υπηρεσιών, ερευνητικά και πανεπιστημιακά ιδρύματα) και προφανώς στην αγορά εργασίας που παραμένει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα απορρόφησης.
Είναι η κατάλληλη στιγμή για ένα τέτοιο Εθνικό Σχέδιο για τα Δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας που θα μετασχηματίζει τους υφιστάμενους οργανισμούς, που θα μεταβάλλει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας και καθημερινότητας και που θα προσφέρει απτά αποτελέσματα για την κοινωνία.
Ο νέος ΑΔΜΗΕ έχει ήδη κάνει τα πρώτα βήματα. Η διεύρυνση και η γενίκευση αυτής της εμπειρίας με σχέδιο, συνέπεια, αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα μπορεί να παράξει ένα όραμα δεκαετιών για τον κλάδο και τη χώρα: Οικονομικά, Αειφόρα, Αξιόπιστα και Έξυπνα Δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας.