Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Oι σημερινοί καιροί ευνοούν ιδιαίτερα τα πολυτελή brands στον χώρο της μόδας. Ο λόγος, οι οικονομίες της Ασίας, με κυρίαρχη την Κίνα, όπου η ανερχόμενη πλούσια τάξη της δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για οτιδήποτε έχει να κάνει με ξένα προϊόντα πολυτελείας. Βεβαίως, η αγορά πολυτελών ειδών συνδέεται άμεσα με τη γεωπολιτική αναμέτρηση και τον εμπορικό πόλεμο και μια κλιμάκωση αυτών των παραγόντων θα μπορούσε να κάμψει αυτομάτως τη ζήτηση.
Παρ’ όλα αυτά, η διεθνής αγορά πολυτελών ειδών έφθασε πέρυσι το ποσό των 262 δισ. ευρώ, με την αξία της να παρουσιάζει σταθερά ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια. Oι ετήσιες πωλήσεις εκτινάχθηκαν στο 1 τρισ. δολάρια στα τέλη του 2017, σύμφωνα με στοιχεία της Deloitte, με την Ιταλία να θεωρείται η κορυφαία χώρα από πλευράς αριθμού εταιρειών στον χώρο των πολυτελών ειδών. Ένα ιταλικό brand στον χώρο της μόδας, η Versace, απασχόλησε τις αγορές με μια ιδιαίτερα καλή συμφωνία που εξασφάλισε, καθότι πωλήθηκε στον αμερικανικό όμιλο πολυτελών ειδών Michael Kors έναντι 2,1 δισ. δολαρίων.
Για τον οίκο Versace και τον μειοψηφικό του μέτοχο Blackstone Group, η σημερινή χρονική συγκυρία θεωρήθηκε ιδανική για συμφωνίες, δεδομένου ότι οι πωλήσεις πολυτελών ειδών αυξάνονται ραγδαία, οι Κινέζοι αγοραστές είναι παντού και οι φορολογικές μειώσεις στις ΗΠΑ έχουν αυξήσει την αγοραστική δύναμη των πλούσιων Αμερικανών. Μήπως λοιπόν ήρθε η ώρα για συγκεντρωτισμό της αγοράς;
Η ιταλική Salvatore Ferragamo θα μπορούσε να είναι ο επόμενος ελκυστικός στόχος, από τη στιγμή που υπάρχουν φήμες πως την έχουν προσεγγίσει για αγορά αρκετές εταιρείες ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου. Ίσως στο παιχνίδι να θέλουν να μπουν και οι οικογενειακά ελεγχόμενοι οίκοι Prada και Τod’s. Τα μικρότερα brands θα πρέπει να επενδύσουν σε υποδομές για να μπορέσουν να κρατήσουν τα ακριβά προϊόντα τους στα ράφια των καταστημάτων, αλλά και να ενισχύσουν την ψηφιακή τους παρουσία. Ίσως αυτό να το καταφέρουν καλύτερα υπό τον έλεγχο ενός μεγαλύτερου ομίλου.
Και τέτοιοι υπάρχουν, καθώς οι ιδιαίτερα υψηλές πωλήσεις της τελευταίας διετίας σημαίνουν ότι οι κολοσσοί του χώρου έχουν γεμίσει τα ταμεία τους με ρευστό. Για παράδειγμα, η γαλλική Kering αποτελεί έναν όμιλο αμιγώς πολυτελών ειδών, μετά το «διαζύγιο» με την Puma, ενώ και ο Μπερνάρ Αρνό, πρόεδρος της γνωστής LVMH Moet Hennessy Louis Vuitton, ίσως να επιθυμούσε να μεγαλώσει το χαρτοφυλάκιο με τα πολυτελή brands του.
Το μόνο ερώτημα, εάν ήδη βρισκόμαστε στην κορύφωση του κύκλου όσον αφορά τις αποτιμήσεις των πολυτελών ειδών, λαμβάνοντας βεβαίως υπ’ όψιν τον κίνδυνο κλιμάκωσης της εμπορικής έντασης ΗΠΑ-Κίνας και την ένταση στη Μέση Ανατολή. Γιατί, παρότι δεν χάνουν την ομορφιά τους, τα brands μπορεί και να γίνουν ανεπιθύμητα.