Από το τέλος του πολέμου στο Κοσσυφοπέδιο έχει να δει τόσους υψηλούς επισκέπτες η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Ως μικρή χώρα με πληθυσμό μόλις δύο εκατομμυρίων κατοίκων δεν αποτελούσε προτεραιότητα για τους κορυφαίους πολιτικούς ηγέτες. Ξαφνικά, αλλάζουν τα πράγματα. Ένα success story στην Ευρώπη- και ιδιαίτερα στα Βαλκάνια- είναι κάτι σπάνιο αυτές τις μέρες. Και η γειτονική χώρα θα μπορούσε να εξελιχθεί σε success story, υπό τον όρο όμως ότι θα αλλάξει το όνομά της σε «Βόρεια Μακεδονία».
Στις 17 Ιουνίου ο πρωθυπουργός της χώρας Ζόραν Ζαεφ και ο έλληνας ομόλογός του Αλέξης Τσίπρας υπέγραψαν τη συμφωνία των Πρεσπών, τερματίζοντας μία περίοδο αντιπαραθέσεων και διαβουλεύσεων για τη χρήση του ιστορικού ονόματος της Μακεδονίας, που διήρκεσε 27 ολόκληρα χρόνια. Κορυφαίοι πολιτικοί στην Ευρώπη εκφράστηκαν με εγκωμιαστικά λόγια για τη συμφωνία. Μερικοί μάλιστα, όπως η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική Φεντερίκα Μογκερίνι την αποκάλεσαν «ιστορική». Μόλις έπεσαν οι υπογραφές, τα Σκόπια έλαβαν πρόσκληση για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Η έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων για την ΕΕ μπορεί να αναβάλλεται προσωρινά υπό την πίεση της Γερμανίας και της Ολλανδίας, αλλά θα ξανασυζητηθεί το 2019. Όλα αυτά ενθαρρύνουν τους πολίτες της γειτονικής χώρας να στηρίξουν τη συμφωνία των Πρεσπών στο επικείμενο δημοψήφισμα της 30ής Σεπτεμβρίου.
Εύθραυστη πλειοψηφία
Ωστόσο, τίποτα δεν θεωρείται βέβαιο. Η αποδοχή της συμφωνίας στο δημοψήφισμα προϋποθέτει όχι μόνο πλειοψηφία υπέρ του ΝΑΙ, αλλά και ένα ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής 50%. Και αυτό δεν ειναι καθόλου αυτονόητο, καθώς το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης VMRO-DPMNE δεν έχει ακόμη αποσαφηνίσει τη στάση του. Πολυάριθμες εθνικιστικές οργανώσεις καλούν σε μποϊκοτάζ, ελπίζοντας να ακυρώσουν τη συμφωνία λόγω χαμηλής συμμετοχής. Αλλά και αν ακόμη η συμφωνία περάσει τον σκόπελο του δημοψηφίσματος, θα πρέπει να εγκριθεί με ενισχυμένη πλειοψηφία δύο τρίτων από το κοινοβούλιο των Σκοπίων, το οποίο δεν ελέγχει ο πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ.
Σε μία προσπάθεια να ενισχύσουν τις δυνάμεις του ΝΑΙ, ο γενικός γραμματέας ου ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ και ο καγκελάριος της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτς επισκέφθηκαν ήδη τα Σκόπια. «Πρόκειται για ιστορική ευκαιρία ένταξης στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, αλλά για να γίνει αυτό θα πρέπει να εγκρίνετε τη συμφωνία για το ονοματολογικό» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γενς Στόλτενμπεργκ. Τι κομίζει τώρα η καγκελάριος της Γερμανίας κατά τη σύντομη επίσκεψή της το Σάββατο; Μιλώντας στην DW ο υπουργός Εξωτερικών των Σκοπίων Νίκολα Ντιμιτρόφ εκτιμά ότι «η επίσκεψη Μέρκελ στέλνει ένα μήνυμα υποστήριξης μπροστά σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι. Έχουμε μία ιστορική ευκαιρία να προσχωρήσουμε στο ΝΑΤΟ και να αρχίσουμε ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ». Η ημερομηνία της επίσκεψης Μέρκελ προφανώς δεν είναι τυχαία, καθώς συμπίπτει με την εθνική επέτειο της γειτονικής χώρας. «Προφανώς η Άγκελα Μέρκελ έρχεται για να στηρίξει μία λύση στην υπόθεση του ονόματος. Πρόκειται για μία σπάνια στιγμή καλής διπλωματικής πρακτικής, την οποία δεν βλέπουμε πλέον πολύ συχνά στην περιοχή μας», επισημαίνει ο γερμανός διπλωμάτης Κρίστιαν Χέλμπαχ.
Κι άλλοι επισκέπτες από τη Γερμανία
Μέχρι την ημέρα του δημοψηφίσματος αναμένονται και άλλοι υψηλοί επισκέπτες από το Βερολίνο. Συγκεκριμένα, μία εβδομάδα μετά την Άγκελα Μέρκελ επισκέπτεται τα Σκόπια ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Χάικο Μάας, ενώ στις 19 και 20 Σεπτεμβρίου ακολουθεί η υπουργός Άμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Εκτός από το ζήτημα της ονομασίας, θα συζητηθεί και η μελλοντική ένταξη της χώρας στις ευρω-ατλαντικές δομές», εκτιμά η Γκούντρουν Στάινακερ, πρώην πρεσβευτής της Γερμανίας στα Σκόπια. Με δεδομένη την αυξανόμενη ρωσική και κινεζική επιρροή στα Βαλκάνια το ενδιαφέρον του Βερολίνου θεωρείται εύλογο. Ιδιαίτερα σε μία εποχή που η Βοσνία-Ερζεγοβίνη σπαράσσεται από εθνικιστικές έριδες, ενώ η Σερβία με το Κοσσυφοπέδιο ακόμη προσπαθούν να επανακαθορίσουν τις σχέσεις τους, η ΠΓΔΜ προσφέρει μία ιδανική ευκαιρία για ένα success story στην πολύπαθη περιοχή των Βαλκανίων.
Μία απόρριψη της συμφωνίας στο επικείμενο δημοψήφισμα θα επέφερε την πτώση της κυβέρνησης Ζάεφ, ενώ παράλληλα θα προκαλούσε, κατά πάσα πιθανότητα, νέα ρήγματα στις σχέσεις της σλαβικής πλειοψηφίας με την αλβανική μειονότητα. Η κυβέρνηση των Σκοπίων ελπίζει ότι οι επισκέψεις κορυφαίων ευρωπαίων ηγετών θα τη βοηθήσουν να επιτύχει τους στόχους της και θα αποτελέσει αντίβαρο στις εθνικιστικές κορώνες που εκτοξεύονται στη γειτονική χώρα.