«Δεν είναι δυνατόν για την οικονομία και την ανάπτυξη μιας χώρας, οποιασδήποτε χώρας, να είναι όλοι απόφοιτοι Πανεπιστημίων» τονίζει ο πρύτανης του ΑΠΘ Περικλής Μήτκας, υποστηρίζοντας ότι «έτσι οδηγηθήκαμε στο λυπηρό φαινόμενο του brain drain και τροφοδοτούμε με επιστήμονες τις ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ».
Για τον λόγο αυτό, κατά τον κ. Μήτκα, «το εκπαιδευτικό μας σύστημα πρέπει να διασφαλίζει την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση για όσους θέλουν και μπορούν και εναλλακτικές ελκυστικές επιλογές για όλους τους άλλους».
Ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης σε συνέντευξή του στο ΑΜΠΕ επισημαίνει εξάλλου την ανάγκη να υπάρξει «μακροπρόθεσμος εθνικός σχεδιασμός για την εκπαίδευση συνολικά, ένα σταθερό θεσμικό πλαίσιο συμφωνημένο από όλα τα κόμματα, που θα επιτρέψει την εφαρμογή των όποιων αλλαγών και θα καταστήσει δυνατή την αξιολόγησή τους στην πράξη».
Παράλληλα εκφράζει την άποψη πως «κάθε πανεπιστήμιο θα πρέπει να ορίζει το ίδιο τα κριτήρια εισαγωγής και τον αριθμό των φοιτητών που μπορεί να εκπαιδεύσει, προφανώς λαμβάνοντας υπόψη την εθνική στρατηγική, αλλά και το πλαίσιο των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του».
Σε ό,τι αφορά τις θεσμικές συναντήσεις, που θα έχει ενόψει της ΔΕΘ, διαβεβαιώνει πως «αποτελούν εξαιρετική ευκαιρία για δημιουργικό διάλογο στο υψηλότερο επίπεδο» και διευκρινίζει πως προτίθεται να θέσει «σοβαρά ζητήματα που μας απασχολούν, όπως είναι η χρόνια υποστελέχωση και υποχρηματοδότηση του ΑΠΘ, οι νομοθετικές αλλαγές που προκαλούν δυσλειτουργίες», αλλά και να καταθέσει προτάσεις «για τη συμμετοχή του Αριστοτελείου στην ανάπτυξη του τόπου, για την αναστροφή του brain-drain και για την ενίσχυση του διεθνούς χαρακτήρα του μεγάλου Πανεπιστημίου της πόλης».
Για τη νέα ακαδημαϊκή χρονιά λέει πως «μας συνέχει η αύξηση του λόγου φοιτητών ανά διδάσκοντα που οδηγεί σε μεγάλα ακροατήρια, ιδιαίτερα στα πρώτα έτη σπουδών», ενώ για τα φαινόμενα βίας και ανομίας στο ΑΠΘ σημειώνει πως «έχουν αυξηθεί η εσωτερική φύλαξη, οι επιχειρήσεις των αρμόδιων Αρχών και οι συλλήψεις των διακινητών ναρκωτικών και η κατάσταση είναι καλύτερη», υπενθυμίζοντας, όμως, πως «είμαστε πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και όχι αστυνομικοί, ούτε εισαγγελείς».
Σχετικά με τις συγχωνεύσεις Ιδρυμάτων παρατηρεί πως «ήταν απαραίτητος ο σχεδιασμός σε εθνικό επίπεδο με την θεσμική συμμετοχή των ελληνικών πανεπιστημίων», ενώ αναφορικά με τη μετατροπή Τμημάτων ΤΕΙ σε πανεπιστημιακά, υποστηρίζει ότι έπρεπε να είχε προηγηθεί η θέσπιση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου ακαδημαϊκών κριτηρίων.