Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Aνεβάζει όλο και πιο ψηλά τον πήχη των φιλοδοξιών της τον τελευταίο καιρό η Γερμανία, αν και ήδη διαθέτει αρκετά σημαντικά αξιώματα σε επίπεδο ευρωπαϊκής οικονομίας.
Αφού εγκατέλειψε τη φιλοδοξία του για τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), όταν θα έληγε η θητεία του Μάριο Ντράγκι στις 31 Οκτωβρίου του 2019, με φαβορί τον διοικητή της Μπούντεσμπανκ Γενς Βάιντμαν, στενού συνεργάτη της Γερμανίδας καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ, το Βερολίνο προσβλέπει τώρα εκεί που χτυπά η «καρδιά» της Ε.Ε. Απώτερος στόχος του η προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όταν θα λήξει η θητεία του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, προτείνοντας για το αξίωμα αυτό τον Μάνφρεντ Βέμπερ, εκλεκτό της Μέρκελ, από το υπερσυντηρητικό κόμμα των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας (CSU), εταίρου των Χριστιανοδημοκρατών της καγκελαρίου στην κυβέρνηση συνασπισμού, το οποίο, ως γνωστόν, έχει στείλει επανειλημμένως τελεσίγραφα για τη μεταρρύθμιση της Ε.Ε. στην περίπτωση που κοστίσει επιπλέον χρήματα για τον γερμανικό προϋπολογισμό.
Παρότι αντιτίθεται στην πολυπολιτισμικότητα και τάσσεται υπέρ πιο σκληρών μεταναστευτικών πολιτικών, θεωρείται ενοποιητικό στοιχείο για τη δεξιά που εκπροσωπεί ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν στην Ευρώπη. Από το 2014 είναι επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σύμφωνα με κάποια γερμανικά περιοδικά θεωρείται φιλελεύθερος χριστιανοκοινωνιστής, συμπαθής στο εσωτερικό της Γερμανίας, «κάτι που θεωρείται σπάνιο για ευρωβουλευτή της CSU». Το γεγονός ωστόσο ότι έχει παίξει ρόλο διαμεσολαβητή σε πολλές ευρωπαϊκές πολιτικές, δεν σημαίνει ότι δεν θα προωθήσει τη γερμανική πολιτική στην Ευρώπη, τη στιγμή που το Βερολίνο έχει ήδη δείξει σαφώς την αντίθεσή του σε διάφορες πολιτικές, όπως αυτή της ΕΚΤ.
Υπάρχουν πολλά εμπόδια που θα πρέπει να ξεπεραστούν για να ανοίξει ο δρόμος για τη γερμανική υποψηφιότητα. Το σίγουρο είναι ότι το Βερολίνο θα την επιδιώξει με κάθε τρόπο, δεδομένου ότι κανένας Γερμανός δεν έχει αναλάβει αυτό το κορυφαίο πόστο από το 1967 όταν έληξε η θητεία του πρώτου προέδρου της Κομισιόν, του Βάλτερ Χάλσταϊν, έμπιστου συνεργάτη του Κόνραντ Αντενάουερ.
Πέρα από τις ευρωπαϊκές πολιτικές της Γερμανίας, που δεν θεωρούνται και οι πλέον ενδεδειγμένες για τον ευρωπαϊκό Νότο, να σημειωθεί ότι το Βερολίνο διαθέτει ήδη αξιώματα με σημαντική επιρροή: ο Βέρνερ Χόγερ διευθύνει την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ο Κλάους Ρέγκλινγκ είναι επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), η Έλκε Κένιγκ είναι επικεφαλής του Ενιαίου Συμβουλίου Εκκαθάρισης Ευρωπαϊκών Τραπεζών. H συσσώρευση όμως όλων των αξιωμάτων στο Βερολίνο τι συνέπειες θα έχει για την Ε.Ε. και τους πολίτες της;