Ο ασυνήθιστος για τη Γερμανία καύσωνας τελείωσε, ο αέρας δρόσισε στους δρόμους του Βερολίνου, τα φύλλα των δέντρων πέφτουν λόγω ξηρασίας πριν από την ώρα τους.
Το γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα μετά τις θερινές διακοπές θέλει να φέρει νέο άνεμο και στελέχη του, μαυρισμένα από τον ήλιο, αιφνιδίασαν την ηγεσία των κομματικών εταίρων τους, του Χριστιανο-δημοκρατικού (CDU) και Χριστιανο-κοινωνικού Κόμματος (CSU), με ασυνήθιστες δηλώσεις.
Ηχηρά ζητούν μια κοινωνικο-πολιτική «αντεπίθεση» της γερμανικής κυβέρνησης και δίνουν οι ίδιοι τα θέματα: συντάξεις, προστασία των ενοικιαστών, περίθαλψη και κατώτατο ημερομίσθιο.
Είναι ακόμη το SPD κόμμα εξουσίας;
Ιδιαίτερα ο υπουργός Οικονομικών και αντιπρόεδρος του SPD, Όλαφ Σολτς, πρότεινε οι συντάξεις όχι μόνο να παραμείνουν μέχρι το 2025 σταθερές, όπως ορίζεται στην κυβερνητική συμφωνία, αλλά να εγγυηθεί το ύψος τους μέχρι το 2040 το κράτος. Αυτό θα κόστιζε μια περιουσία, γι' αυτό και η πρόταση Σολτς, που τελικά δεν θα υλοποιηθεί, είχε προκαλέσει εντύπωση.
Διότι αρχές Ιουλίου παρουσιάζοντας το δημοσιονομικό σχέδιο της χώρας μέχρι το 2021, υπερασπίστηκε την αρχή του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού της χώρας. Την ώρα που τα Χριστιανικά κόμματα γνέφουν αποδοκιμαστικά και η οικονομία βρυχάται με αγανάκτηση, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα καταχειροκροτεί με ενθουσιασμό.
«Ο Όλαφ Σολτς έδωσε το έναυσμα για μια σημαντική συζήτηση για το μέλλον», είπε ο γενικός γραμματέας του SPD Λαρς Κλινγκμπάιλ, όταν αρχές της εβδομάδας συνόψισε το κλίμα στο κόμμα. «Τα όργανα στηρίζουν τον Όλαφ Σολτς και τις ιδέες του». Ο αντιπρόεδρος του SPD Ραλφ Στεγκνερ πρότεινε να αυξηθεί η φορολογία των πολύ πλούσιων, έτσι ώστε να χρηματοδοτηθούν τα σχέδια για τις συντάξεις, αίτημα που υπάρχει από καιρό στο τραπέζι των συζητήσεων με την κομματική βάση.
Τα άλλα κόμματα τρίβουν τα μάτια τους. Τι έπαθαν ξαφνικά οι τόσο πειθήνιοι συγκυβερνώντες; Φαίνεται ότι η ηγεσία του κόμματος έπεσε σε περισυλλογή το καλοκαίρι και έβγαλε ριζικά συμπεράσματα. Εκείνο που είναι σαφές είναι ότι οι «σύντροφοι», μετά την ταπεινωτική ήττα στις βουλευτικές εκλογές του 2017, βλέπουν από μήνα σε μήνα τα ποσοστά τους να παίρνουν την κάτω βόλτα.
Η ελπίδα του Σολτς, ότι αρκεί η καλή διακυβέρνηση για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης, δεν επιβεβαιώθηκε. Το ποσοστό του SPD μειώθηκε στο 18%, δεν μπορεί κανείς να κάνει λόγο πια για ένα μεγάλο αστικό κόμμα. Οι πολυάριθμοι εχθροί της νέας κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού αισθάνονται δικαιωμένοι. Είχαν προειδοποιήσει ότι το κόμμα στη σκιά της CDU και της CSU θα πάθαινε καθίζηση και δεν θα μπορούσε να ανανεωθεί.
Πιέσεις εντός και εκτός
Τον κίνδυνο διέβλεψε και η ηγετική ομάδα γύρω από την πρόεδρο Αντρέας Νάλες. Με μια σαφή αλλαγή ρότας και με περισσότερες αριστερές ιδέες φιλοδοξεί να ξαναπάρει το κόμμα τα ηνία πριν τις τοπικές εκλογές στη Βαυαρία και στο κρατίδιο της Έσσης. Στόχος να διαχωρίσει τις θέσεις του από τα δύο άλλα κόμματα. Οι σφοδρές επικρίσεις εναντίον των κυβερνητικών του εταίρων είναι ηθελημένες, γιατί φέρνει το SPD στο φως τη δημοσιότητας και το κάνει πιο ευδιάκριτο.
Αυτό τουλάχιστον είναι το σχέδιο. Θα μπορέσουν όμως ο Σολτς και η Νάλες να αντέξουν αυτήν την αλλαγή ρότας; Εδώ και χρόνια και οι δύο στήριξαν μια πολιτική που οδήγησε το κόμμα τους στο βάραθρο. Ωστόσο, ο Όλαφ Σολτς και η Αντρέα Νάλες δεν έχουν επιλογή. Η κομματική βάση δυσαρεστείται όλο και περισσότερο με την κομματική ηγεσία.
Στην πορεία ανανέωσης του SPD σχηματίστηκαν πολλά φόρουμ και πλατφόρμες. Ο κόσμος ζητά όλο και πιο δυνατά μια ευκρινή πολιτική μετατόπιση προς τα αριστερά. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της δεύτερης εσωκομματικής δημοσκόπησης που έγινε το καλοκαίρι. Πιέσεις όμως ασκούνται και από έξω.
Η Σάρα Βάγκενκνεχτ, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος «Η Αριστερά» παρουσίασε το κίνημα αριστερών πολιτικών δυνάμεων «Ξεσηκωθείτε». Σήμερα έχει 85.000 μέλη, περισσότερα από τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους. Ο παλαίμαχος σοσιαλδημοκράτης Ρούντολφ Ντρέσλερ κάλεσε το κόμμα του να ανοιχτεί στο νέο αυτό εγχείρημα. «Μια αριστερή συμμαχία αποτελεί τη μοναδική ευκαιρία για το SPD να έχει αξιώσεις για περισσότερη εξουσία», λέει. Στα αυτιά της ηγεσίας θα πρέπει να ακούστηκε ως σήμα κινδύνου.
naftemporiki.gr