Η Συρία επιστρέφει στην ευρωπαϊκή ατζέντα κατά τη σημερινή συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. στη Βιέννη. Ζητούμενο: πολιτική λύση, αλλά και επαρκής χρηματοδότηση για την ανοικοδόμηση της χώρας.
Ο Ταρέκ- έτσι αυτοσυστήνεται χωρίς, όπως λέει, να αποκαλύπτει το πραγματικό του όνομα- ήταν 23 χρονών όταν εγκατέλειψε τη Συρία και διέφυγε στη Γερμανία μέσω της βαλκανικής οδού. Ήθελε να αποφύγει τη στρατιωτική θητεία, που θα σήμαινε και εμπλοκή, στις τάξεις του τακτικού στρατού, στον πολύνεκρο εμφύλιο πόλεμο της Συρίας.
Έφυγε το 2015, σε μία εποχή που οι αντάρτες κυριαρχούσαν στις ανατολικές συνοικίες του Χαλεπίου, ενώ το καθεστώς Άσαντ ήλεγχε τις δυτικές συνοικίες, όπου διέμενε και η οικογένεια του Ταρέκ. Το 2016 ο τακτικός στρατός κατέλαβε ολόκληρη την πόλη με τη βοήθεια της ρωσικής πολεμικής αεροπορίας, που ενέτεινε τις επιδρομές κατά των ανταρτών. Σήμερα το καθεστώς Άσαντ έχει ανακτήσει τον έλεγχο στα δύο τρίτα της χώρας.
Τα ίχνη της μάχης είναι ορατά και σήμερα, λέει ο Ταρέκ, δείχνοντας φωτογραφίες που του έχουν στείλει συγγενείς. Στις δυτικές συνοικίες του Χαλεπίου οι υποδομές είναι υπό διάλυση, τα δίκτυα ύδρευσης και ηλεκτροδότησης υπολειτουργούν. Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση στον ανατολικό τομέα της πόλης, που μοιάζει με άμορφο σωρό ερειπίων.
«Δεν υπάρχει ελπίδα ανοικοδόμησης στις ανατολικές συνοικίες», λέει ο Ταρέκ. «Αλλά κι αν υπήρχε, ποιός θα τη χρηματοδοτήσει;» Σε κάθε περίπτωση, προσθέτει, ο πόλεμος στη Συρία δεν έχει τελειώσει. Η κρίσιμη μάχη για την επαρχία Ιντλίμπ, στα σύνορα με την Τουρκία, μόλις άρχισε. Αν τα στρατεύματα του Άσαντ ανακαταλάβουν και το τελευταίο προπύργιο των ανταρτών στα βορειοδυτικά της χώρας, θα κερδίσουν τον πόλεμο.
Ζητούνται εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ
Όποιος κι αν είναι ο νικητής, θα βρεθεί μπροστά σε ερείπια. Μέχρι στιγμής κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια πόσα χρήματα χρειάζονται για την ανοικοδόμηση της χώρας. Ο ειδικός επιτετραμμένος του ΟΗΕ για τη Συρία, Στεφάν ντε Μιστούρα, εκτιμά ότι απαιτούνται περίπου 250 δισεκατομμύρια δολάρια. Το καθεστώς Άσαντ ανεβάζει τον λογαριασμό σε 400 δισ.
Η Μόσχα, ο πιο πιστός εταίρος του καθεστώτος, ζητεί γενναία χρηματοδότηση από την Ευρώπη. Το ζήτημα απασχόλησε τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλάντιμιρ Πούτιν, και την καγκελάριο της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, κατά την τελευταία συνάντησή τους στο ανάκτορο Μέζεμπεργκ, κοντά στο Βερολίνο, με τους δύο ηγέτες να τονίζουν την "κοινή ευθύνη" τους. Ωστόσο, για τους περισσότερους πολιτικούς στο Βερολίνο, η απόφαση για οικονομική συνεισφορά στην ανοικοδόμηση δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Σε διεθνή διάσκεψη δωρητών στις Βρυξέλλες το 2018 ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας δήλωσε ότι μία πολιτική λύση αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση βοήθειας. Ο Ρολφ Μίτζενιχ, βουλευτής των σοσιαλδημοκρατών (SPD), επισημαίνει ότι την κύρια ευθύνη φέρουν τα Ηνωμένα Έθνη, που θα πρέπει να διασφαλίσουν τη «νομιμοποίηση μίας πολιτικής λύσης για τη Συρία», η οποία θα επιτρέπει και την επιστροφή «όλων όσων είχαν εγκαταλείψει τη χώρα εν καιρώ πολέμου, αλλά επιθυμούν να επιστρέψουν».
Παραμένει ωστόσο αμφίβολο αν το καθεστώς Άσαντ θα συναινούσε σε μία τέτοια λύση. Μιλώντας το 2017 σε διεθνή διάσκεψη στη Δαμασκό, ο ίδιος ο Μπασάρ Αλ Άσαντ είχε δηλώσει ότι μπορεί η χώρα του να έχει απολέσει, στη διάρκεια του πολέμου, έμψυχο δυναμικό και υποδομές, αλλά από την άλλη πλευρά απέκτησε «μία πιο υγιή και ομοιογενή κοινωνία». Ο Γκούιντο Στάινμπεργκ, ειδικός για θέματα Μέσης Ανατολής στο Ινστιτούτο Επιστήμης και Πολιτικής του Βερολίνου, υποστηρίζει ότι «στις περιοχές όπου υπερίσχυαν οι αντάρτες, το καθεστώς Άσαντ προωθούσε τη συστηματική εκρίζωση του πληθυσμού».
Σε αυτό συνέβαλε ιδιαιτέρως ένα προεδρικό διάταγμα που παρείχε στην κυβέρνηση το δικαίωμα να κατασχέσει, υπό προϋποθέσεις, τα περιουσιακά στοιχεία Σύρων πολιτών που διέφυγαν στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τον Στάινμπεργκ ο Ασαντ θα μπορούσε να προωθήσει αλλαγές στη σύνθεση του πληθυσμού ανάλογα με τις επιδιώξεις του ή ακόμη να προχωρήσει σε διώξεις εναντίον αντιφρονούντων που επιστρέφουν. Και αυτό παρ΄ότι ο πολιτικός προστάτης του, ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλάντιμιρ Πούτιν, συνδέει και ο ίδιος την επιστροφή των προσφύγων με την προσπάθεια για ανοικοδόμηση.
Ρεαλιστική η επιστροφή των προσφύγων;
Σε κάθε περίπτωση, ο αναλυτής Γκούιντο Στάινμπεργκ θεωρεί πιθανό να συμμετάσχει τελικά η Γερμανία στην ανοικοδόμηση της Συρίας, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα ή τουλάχιστον η προοπτική να επιστρέψουν πρόσφυγες. Αυτό βέβαια δεν φαίνεται εφικτό επί του παρόντος, εκτιμά ο σοσιαλδημοκράτης βουλευτής Ρολφ Μίτσενιχ.
Υποστηρίζει ωστόσο ότι πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος, ώστε να συμμετάσχουν διεθνείς οργανισμοί και κράτη-μέλη του ΟΗΕ στην προσπάθεια για την ανοικοδόμηση της Συρίας. Αλλά δεν θα σήμαινε αυτό ότι οι χρηματοδότες συνεργάζονται, θέλοντας και μη, με έναν αυταρχικό ηγέτη; «Από ηθικής απόψεως αυτή η σκέψη είναι απολύτως δικαιολογημένη», λέει ο Μίτσενιχ, «αλλά αν ασκούσα πολιτική αποκλειστικά με αυτό το κριτήριο, το αποτέλεσμα σε τελική ανάλυση θα ήταν άδικο για εκείνους τους ανθρώπους που προσπαθούν με κάθε τρόπο να μείνουν στην πατρίδα τους».
Πάντως ο 26χρονος πρόσφυγας Ταρέκ έχει άλλη γνώμη: «Τα χρήματα της διεθνούς κοινότητας, έτσι κι αλλιώς, δεν πρόκειται να φτάσουν σε εκείνους που τα χρειάζονται. Θα μοιραστούν στον Άσαντ και τους φίλους του...»