Ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο στη Βραζιλία διέταξε την απαγόρευση των προϊόντων που περιέχουν το χημικό γλυφοσάτη, έως ότου η κυβέρνηση επανεξετάσει την τοξικολογική του σύνθεση.
Σύμφωνα με το Reuters, η απόφαση απαγορεύει την καταχώρηση νέων προϊόντων που περιέχουν το ζιζανιοκτόνο και αναστέλλει τα υπάρχοντα προϊόντα εντός των επόμενων 30 ημερών.
Η απόφαση επηρεάζει την Monsanto, την εταιρεία που παράγει ζιζανιοκτόνα με βάση τη γλυφοσάτη και σπόρους που είναι γενετικά τροποποιημένοι για να είναι ανθεκτικοί στη χημική ουσία. Η Βραζιλία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας σόγιας στον κόσμο και καλλιεργεί φυτά σόγιας που είναι ανθεκτικά στα ζιζανιοκτόνα της Monsanto σε ευρεία κλίμακα.
«Πιστεύω ότι ο δικαστής έχει λάθος και ότι η απόφαση θα ανακληθεί κατά κάποιον τρόπο», δήλωσε στο Reuters ο Λουίζ Λουρένσο, διευθυντής της Ένωσης Αγροτικής Βιομηχανίας Abag. «Είναι αδύνατο να υπάρξει γεωργία χωρίς αυτά τα προϊόντα».
Η γλυφοσάτη είναι το πιο δημοφιλές ζιζανιοκτόνο στον κόσμο και βρίσκεται στο επίκεντρο διαμάχης από το 2015, όταν η χημική ουσία ταξινομήθηκε ως «πιθανώς καρκινογόνος για τον άνθρωπο» από τη Διεθνή Υπηρεσία για την Έρευνα Καρκίνου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Στις ΗΠΑ, η Monsanto αντιμετωπίζει περίπου 4.000 μηνύσεις από ενάγοντες που υποστηρίζουν ότι η έκθεση στο ζιζανιοκτόνο προκάλεσε σε αυτούς ή σε δικούς τους μη-Hodgkin λέμφωμα. Οι αγωγές αναφέρουν επίσης ότι η εταιρεία κατέστειλε επιστημονικά στοιχεία σχετικά με τους κινδύνους των ζιζανιοκτόνων της για τη δημόσια υγεία.
Η Monsanto, η οποία αγοράστηκε πρόσφατα από το γερμανικό φαρμακευτικό κολοσσό Bayer για 62,5 δισεκατομμύρια δολάρια, υπερασπίζεται την ασφάλεια των προϊόντων της. Σε επίσημη δήλωση, η Monsanto αναφέρει ότι η γλυφοσάτη χρησιμοποιείται ασφαλώς εδώ και τέσσερις δεκαετίες στη Βραζιλία και ότι έρευνες σε όλο τον κόσμο έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ζιζανιοκτόνο μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια.