Της Ανθής Αγγελοπούλου
Ασθένειες όπως ο καρκίνος, οι καρδιακές παθήσεις και το εγκεφαλικό επεισόδιο είναι θανατηφόρες στον αναπτυσσόμενο κόσμο παρά σε πλούσια έθνη. Αυτό είναι το εύρημα μιας νέας ανάλυσης από τους ερευνητές στο Imperial College London.
Η Έκθεση που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Nature, αποκάλυψε ότι τα ποσοστά θνησιμότητας στις τροπικές χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος από τις αποκαλούμενες μη μεταδοτικές ασθένειες (Noncommunicable diseases-NCDs), είναι υψηλότερα από εκείνα των των Δυτικών χωρών.
Οι μη μεταδοτικές ασθένειες είναι αυτές που δεν μπορούν να περάσουν από άτομο σε άτομο και περιλαμβάνουν τον καρκίνο, τις καρδιαγγειακές παθήσεις, το διαβήτη, τη νεφρική και ηπατική νόσο, τις νευρολογικές καταστάσεις όπως άνοια και διαταραχές ψυχικής υγείας.
Ο καθηγητής Majid Ezzati, κύριος συγγραφέας της ανάλυσης που έγινε από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Imperial, δήλωσε ότι η κλασική απεικόνιση των ασθενειών στις φτωχές χώρες είναι από μολύνσεις και παράσιτα, και όχι από καταστάσεις όπως ο καρκίνος και οι καρδιοπάθειες που συνδέονται σε μεγαλύτερο βαθμό με τις πλούσιες χώρες.
Μεταξύ άλλων ευρημάτων, η νέα ανάλυση αποκάλυψε ότι τα ποσοστά θανάτων από καρδιακές παθήσεις σε τροπικές χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος ήταν υψηλότερα από εκείνα των χωρών υψηλού εισοδήματος - τουλάχιστον 90 θάνατοι ανά 100.000 άτομα σε σύγκριση με 61 θανάτους ανά 100.000 άτομα στις πιο πλούσιες χώρες. Τα ποσοστά θνησιμότητας ήταν επίσης πολύ υψηλότερα - τουλάχιστον 49 θάνατοι ανά 100.000 στις χώρες χαμηλού εισοδήματος σε σύγκριση με 22 ανά 100.000 στις χώρες υψηλού εισοδήματος.
Η έρευνα έδειξε επίσης ότι οι καρκίνοι του τραχήλου της μήτρας, του στομάχου και του ήπατος είχαν υψηλότερα ποσοστά θανάτου σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος από ό, τι στα δυτικά έθνη. Η ερευνητική ομάδα λέει ότι πολλοί από αυτούς τους καρκίνους οφείλονται στην πραγματικότητα σε βακτήρια ή ιούς. Για παράδειγμα, σχεδόν όλες οι περιπτώσεις καρκίνου του τραχήλου της μήτρας οφείλονται στον ιό HPV.
Τα ποσοστά θνησιμότητας του διαβήτη ήταν επίσης υψηλότερα στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος σε σύγκριση με πλουσιότερες χώρες - τουλάχιστον 32 θάνατοι ανά 100.000 στις χώρες χαμηλού εισοδήματος ενώ, στις υψηλού εισοδήματος είναι 11 θάνατοι ανά 100.000.
Οι επιστήμονες ανέλυσαν τα διεθνή δεδομένα θνησιμότητας στις δυτικές χώρες και συνέκριναν τα στοιχεία αυτά με στοιχεία από τις τροπικές χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Στις χώρες χαμηλού εισοδήματος συμπεριλήφθησαν χώρες που βρίσκονται μεταξύ του Τροπικού του Καρκίνου και του Αιγόκερου, χώρες στην Αφρική, τη Νοτιοανατολική Ασία και τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (περίπου 80 χώρες συνολικά). Τα ποσοστά θανάτου προσαρμόστηκαν ανάλογα με τις ηλικιακές διαφορές στις χώρες αυτές.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι από τους 25,3 εκατομμύρια θανάτους σε αυτές τις τροπικές περιοχές το 2016, το 34% προέρχεται από μολυσματικές και παρασιτικές ασθένειες, από συνθήκες εγκυμοσύνης και γέννησης και από διατροφικές ανεπάρκειες, ενώ το 55% προέρχεται από μη μεταδοτικές ασθένειες όπως ο καρκίνος και οι καρδιακές παθήσεις .Οι μη μεταδοτικές ασθένειες αντιπροσωπεύουν το 90% όλων των θανάτων σε χώρες με υψηλά εισοδήματα.
Ένας από τους λόγους που παρατηρούνται υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από χρόνιες παθήσεις σε χώρες με χαμηλό εισόδημα είναι ότι ανιχνεύονται όταν είναι ήδη σε προχωρημένα στάδια η νόσος καθώς και στις λιγότερο αποτελεσματικές θεραπείες σε σύγκριση με τις χώρες με υψηλά εισοδήματα.
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις και το εγκεφαλικό επεισόδιο, είναι οι πιο «θανατηφόρες» καταστάσεις στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, με σχεδόν 1 στους4 θανάτους να αφορούν αυτές τις παθήσεις. Η υψηλή αρτηριακή πίεση αποτελεί τον κύριο παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις. Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι η αρτηριακή πίεση είναι υψηλότερη σε χώρες με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα από ό, τι στις δυτικές χώρες, με τα υψηλότερα επίπεδα αρτηριακής πίεσης να παρατηρούνται στην υποσαχάρια Αφρική.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Ezzati οι περισσότεροι θάνατοι από καρκίνο και καρδιακές παθήσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες οφείλονται σε διάφορους παράγοντες όπως για παράδειγμα στο κάπνισμα και στην υπερκατανάλωση αλκοόλ, παράγοντες που δυστυχώς έχουν αυξητικές τάσεις και στις χώρες χαμηλού εισοδήματος πλέον και ασφαλώς θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στο μέλλον. Επιπλέον, η φτώχεια, οι κακές συνθήκες στέγασης και διατροφής και η ανεπαρκής υγειονομική περίθαλψη έχουν ως αποτέλεσμα ασθένειες όπως οι καρδιακές παθήσεις και ο καρκίνος να διαγιγνώσκονται αργά και, στη συνέχεια, οι θεραπείες που προσφέρονται είναι ανεπαρκείς.
Η ερευνητική ομάδα στην Έκθεση αυτή περιγράφει 25 συστάσεις που βασίζονται σε τεκμηριωμένα στοιχεία για τη μείωση των μη μεταδοτικών ασθενειών στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για τη μείωση της κατανάλωσης οινοπνεύματος και καπνού, καλύτερη στέγαση και περισσότερους πόρους για την έγκαιρη ανίχνευση των νόσων και την καλύτερη αντιμετώπισή τους.