Την εκτίμηση ότι η Ελλάδα μπορεί να κάνει «τα πρώτα βήματα σε μια νέα εποχή», από τη στιγμή που «μέσα σε δυο εβδομάδες, με τη συμφωνία για το χρέος και την έγκριση του αναπτυξιακού σχεδίου, δείξαμε ότι ως κυβέρνηση μπορούμε να λύνουμε προβλήματα και χρονίζοντα όπως το Μακεδονικό και υπαρξιακής σημασίας όπως η απελευθέρωση από τα μνημόνια», διατύπωσε ο αναπληρωτής υπουργός για Ευρωπαϊκά Θέματα, Γιώργος Κατρούγκαλος.
Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο 105,5», για την απόφαση του Eurogroup, υποστήριξε ότι «δεν είναι ευκαιρία για τρελούς πανηγυρισμούς, αλλά, δεδομένης της συγκυρίας, πετύχαμε περίπου ό,τι ζητούσαμε, δηλαδή μετάθεση αποπληρωμών για το χρέος μετά το 2032 κι επιστροφή κερδών των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ από τα ελληνικά ομόλογα».
Ο ίδιος υπολόγισε ότι το συνολικό κέρδος ως το 2022 θα είναι περίπου 1,8 δισ. ευρώ ετησίως, από τη μετάθεση των πληρωμών και την εξοικονόμηση των τόκων και 1,2 δισ. ευρώ από την επιστροφή.
«Η χθεσινή απόφαση είναι σημαντική, όχι μόνο γιατί βάζει ένα τέλος στην περιπέτεια των μνημονίων, όχι μόνο γιατί ρυθμίζει το ζήτημα του χρέους στο μέλλον, αλλά ακριβώς γιατί οι εταίροι μας έκαναν αποδεκτό το πρόγραμμα ολιστικής ανάπτυξης που προτείναμε, παρά τις αντιπολιτευτικές φωνές ότι δεν αξίζει ούτε το χαρτί που είναι γραμμένο» σημείωσε ο Γιώργος Κατρούγκαλος.
Όπως είπε, «είμαστε σε μία νέα σελίδα, το δείχνει κι ο ξένος Τύπος που υποδέχθηκε τη συμφωνία λέγοντας ότι είναι το τέλος της ελληνικής κρίσης. Ούτε υπερέβαλε, ούτε είχε λόγο να είναι φιλικός προς την κυβέρνησή μας. Είναι πράγματι μία νέα εποχή».
Κατά τον ίδιο, τα μεγάλα ζητούμενα της επόμενης ημέρας είναι να δημιουργηθεί ένα εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο «που να μη βασίζεται πια μόνο στη δημόσια και ιδιωτική κατανάλωση, αλλά να αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και το γεωπολιτικό σταυροδρόμι στο οποίο βρίσκεται (σε ενέργεια, μεταφορές, logistics κλπ)».
Παράλληλα, «να ενταχθεί στις αλυσίδες προστιθέμενης αξίας, κυρίως αξιοποιώντας το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της χώρας, την πιο μορφωμένη γενιά νέων Ελλήνων από καταβολής ελληνικού κράτους, επαναπατρίζοντας κάποιους από αυτούς που έχουν φύγει, και να διανέμει ισομερώς προς τα κάτω τα κέρδη από αυτή την ανάπτυξη, όχι μόνο στους λίγους».
naftemporiki.gr