Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Στο κλίμα βαθιάς, εθνικής θλίψης μετά τον θάνατο του πιλότου Γιώργου Μπαλταδώρου στα ανοικτά της Σκύρου, η ανησυχία και ο προβληματισμός στην κυβέρνηση για την πορεία των εθνικών θεμάτων εντείνεται.
Η χθεσινή τηλεφωνική επικοινωνία Τσίπρα – Γιλντιρίμ, η οποία ξεκίνησε με το τηλεφώνημα του Τούρκου πρωθυπουργού προς τον Έλληνα ομόλογό του για συλλυπητήρια, έκλεισε χωρίς κάποια θετική είδηση για τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς ή έστω κάποια ένδειξη ότι η Αθήνα μπορεί να περιμένει κάποια θετική εξέλιξη το επόμενο διάστημα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Γιλντιρίμ το μόνο που είπε στον κ. Τσίπρα είναι ότι αναμένεται η απόφαση του τουρκικού δικαστηρίου για τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς, ενώ η αναφορά στην άτυπη ενημέρωση του Μαξίμου ότι «οι δύο πρωθυπουργοί συζήτησαν για τη συνεργασία για την εξάρθρωση του δικτύου Γκιουλέν» δημιουργεί πολλά ερωτηματικά και θα προκαλέσει μεγάλη συζήτηση και εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Ως θετικό πάντως αντιμετωπίζεται από την κυβέρνηση ότι έστω και με αυτήν τη δυσάρεστη αφορμή, άνοιξε ένας δίαυλος επικοινωνίας με την Άγκυρα.
«Δύσκολα θέματα» στο Σκοπιανό
Στο Σκοπιανό, στη χθεσινή συνάντηση Κοτζιά – Ντιμιτρόφ, δεν έγιναν τα βήματα που περίμενε η ελληνική διπλωματία. Υπάρχει προβληματισμός στην κυβέρνηση για την αναφορά του υπουργού Εξωτερικών των Σκοπίων σε χρονοδιάγραμμα, αναφορά την οποία η κυβέρνηση προσπαθούσε να υποβαθμίσει, εξηγώντας ότι σε καμία περίπτωση ο κ. Ντιμιτρόφ δεν εννοούσε ότι στις συνομιλίες έχει τεθεί δεσμευτικό χρονικό όριο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο αρχικός στόχος για επίτευξη συμφωνίας μέχρι τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ τον ερχόμενο Ιούλιο πολύ δύσκολα θα επιτευχθεί – αν δεν έχει ήδη εγκαταλειφθεί . Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται πλέον για τα δύσκολα θέματα (όνομα, εύρος χρήσης, Σύνταγμα, ταυτότητα, γλώσσα) και θα συνεχιστούν στις δύο συναντήσεις που θα ακολουθήσουν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη τον Μάιο.
Επιπτώσεις από τις εξελίξεις στην Α. Μεσόγειο
Σε αυτό το κλίμα, θα πρέπει να προστεθεί η ανησυχία για τις εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο. Σε πρώτη φάση, η ανησυχία έγκειται κυρίως στο σενάριο ότι το προσφυγικό κύμα από τη Συρία προς τη Μεσόγειο – με τη «βοήθεια» της Τουρκίας – θα ενταθεί, είτε στο σενάριο της πολεμικής σύγκρουσης, είτε στο σενάριο της συνέχισης της ρευστότητας που σήμερα επικρατεί.
Στη συνέχεια, υπάρχει μεν έντονος προβληματισμός για τον τρόπο με τον οποίο θα λειτουργήσει η Τουρκία στην κρίση της Μέσης Ανατολής, αλλά σε πρακτικό επίπεδο, η κυβέρνηση ανησυχεί κυρίως για το αν μία ενδεχόμενη πολεμική επιχείρηση έχει επιπτώσεις στον τουρισμό στη χώρα μας, σε μια περίοδο που αποτελεί το μεγαλύτερο έσοδο για την ελληνική οικονομία και υπολογίζεται ότι ο αριθμός των τουριστών θα αυξάνεται με μεγάλους ρυθμούς τα επόμενα χρόνια.