Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Είχαν παράλληλες πορείες, αλλά κάπου οι δρόμοι τους χωρίστηκαν. Ο λόγος για Πορτογαλία και Ελλάδα. Η Ελλάδα μπήκε στο πρώτο μνημόνιο τον Μάιο του 2010 για να ακολουθήσει έναν χρόνο αργότερα η Πορτογαλία.
Χρόνια οικονομικής κακοδιαχείρισης οδήγησαν τη Λισαβόνα σε τεράστιο χρέος με αδυναμία χρηματοδότησης από τις αγορές, με κατάληξη ένα πακέτο διάσωσης ύψους 78 δισ. ευρώ το 2011. Ακολούθησαν χρόνια οικονομικής δυσπραγίας και λιτότητας με επίπονες μεταρρυθμίσεις ακόμη και μετά την έξοδό της από το μνημόνιο τον Μάιο του 2014. Παρ’ όλα αυτά, η Πορτογαλία κατάφερε να παρουσιάσει μία ιδιαίτερα καλή επίδοση καταγράφοντας πέρυσι ρυθμό ανάπτυξης 2,7%, με βελτίωση της αγοράς εργασίας της -η ανεργία βρίσκεται σε χαμηλό 13 ετών κάτω από το 8%, όταν το 2013 ξεπερνούσε το 17%-, με αύξηση των ξένων επενδύσεων, ειδικά στο real estate, και ιδιαίτερα υψηλά έσοδα από τον τουρισμό. Το κόστος δανεισμού της μειώθηκε σημαντικά, ενώ η χώρα κέρδισε και πάλι την αξιολόγηση υψηλής διαβάθμισης από τους κορυφαίους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Το πιο εντυπωσιακό όμως όλων αποτελεί η χθεσινή είδηση του υπουργείου Οικονομικών ότι η Πορτογαλία θα παρουσιάσει πλεόνασμα 0,25% του ΑΕΠ το 2020, ένα χρόνο νωρίτερα του χρονοδιαγράμματος, κάτι που ουδέποτε έχει επιτευχθεί από το 1995, όταν η χώρα άρχισε να δημοσιεύει τα στοιχεία της για τον προϋπολογισμό της. Η Λισαβόνα λοιπόν θα καταφέρει να αφήσει πίσω της τα ελλείμματα που παρουσίαζε στον προϋπολογισμό της για 25 ολόκληρα συναπτά έτη. Και αυτή είναι σίγουρα ιστορική στιγμή για τη χώρα του eυρωπαϊκού Νότου.
Χρειάζεται βεβαίως ακόμη πολλή δουλειά, ειδικά όσον αφορά την περαιτέρω εξυγίανση του τραπεζικού της συστήματος. Συγκριτικά δε, με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, η Πορτογαλία εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων στον τραπεζικό της κλάδο, 14,6% με βάση στοιχεία στο τέλος του 2017.