Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Η υπόθεση Novartis έχει προκαλέσει δυσανάλογα μεγάλο θόρυβο από τη στιγμή που τέθηκε στον μεγεθυντικό φακό της πολιτικής επικοινωνίας. Αυτός ήταν άλλωστε εξ αρχής ο στόχος και επετεύχθη.
Όμως στον θόρυβο δυσκολεύεται κανείς να συγκεντρωθεί και διατρέχει υψηλό ρίσκο στην ποιότητα της τελικής εκτίμησης. Μια καλή λύση είναι η προσήλωση στα δεδομένα.
Πρώτον, το σκάνδαλο Novartis είναι υπαρκτό και διεθνές. Δεν χρειάζεται κάθε φορά να το τονίζουν στελέχη της κυβέρνησης, ωσάν το μοναδικό τους επιχείρημα. Ποτέ δεν είπε κανείς το αντίθετο.
Δεύτερον, η υπόθεση αφορά μορφές δωροδοκίας κατά βάση σε γιατρούς με σκοπό τη στοχευμένη προώθηση φαρμακευτικών προϊόντων. Αυτό δεν συνεπάγεται εξ ορισμού την εμπλοκή πολιτικών προσώπων, χωρίς πάντως να την αποκλείει.
Τρίτον, το FBI διερευνά την υπόθεση και το ελληνικό σκέλος της. Τα θιγόμενα πολιτικά πρόσωπα, που εκ του νόμου έχουν πρόσβαση στη δικογραφία, δηλώνουν ότι το FBI δεν έχει καταδείξει μέχρι στιγμής την εμπλοκή πολιτικών προσώπων και πως τα δέκα ονόματα της δικογραφίας είναι ονόματα τα οποία συνάντησε η ελληνική δικαιοσύνη κατά τη δική της έρευνα.
Τέταρτον, με εξαίρεση όσους έχουν έννομο συμφέρον, ουδείς κατέχει το δικαίωμα της πρόσβασης στη δικογραφία και αυτό δεν εξαιρεί ούτε τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, ούτε τον υπουργό Δικαιοσύνης. Όποιος παραβιάζει αυτόν τον κανόνα, δίνει σε οποιονδήποτε το δικαίωμα να ισχυρίζεται ότι μπορεί να υπάρχει πολιτική παρέμβαση στην υπόθεση. Ο σεβασμός των τύπων δεν είναι πολυτέλεια. Είναι αντιθέτως ο θεματοφύλακας της ποιότητας των θεσμών.
Πέμπτον, η φαρμακευτική δαπάνη του εθνικού συστήματος υγείας στην Ελλάδα μειώθηκε για πρώτη φορά δραστικά λόγω των μνημονίων, τα οποία το πολιτικό σύστημα κατακεραύνωνε τελικά για να τα εφαρμόσει.
Έκτον, τα νούμερα που αφορούν τα σκάνδαλα της μεταπολίτευσης όλα μαζί δεν επαρκούν για να δικαιολογήσουν το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος. Ούτε βέβαια τις διαχρονικές παθογένειες που οδήγησαν στην ελεγχόμενη χρεοκοπία των τελευταίων ετών.
Η Novartis ανήκει στη δικαιοσύνη. Δεν ανήκει στο Μαξίμου.
Η σκανδαλολογία ρυπαίνει και σκεπάζει τις ευθύνες του πολιτικού συστήματος για την αποδεδειγμένη διαχειριστική ανεπάρκεια στα πεδία των επενδύσεων, της δημιουργίας και της απασχόλησης.
Αυτά που πραγματικά «καίνε» και κανείς δεν αγγίζει.