Το Ανώτατο Δικαστήριο της Βενεζουέλας, το οποίο ελέγχεται από το καθεστώς του προέδρου Νικολάς Μαδούρο, αποφάσισε να μην επιτρέψει για έξι μήνες την καταγραφή του συνασπισμού της αντιπολίτευσης «Στρογγυλή Τράπεζα της Δημοκρατικής Ενότητας» (MUD) ως πολιτικού φορέα, αποκλείοντάς τον πρακτικά από τις προεδρικές εκλογές, οι οποίες θα διεξαχθούν όχι αργότερα από τις 30 Απριλίου 2018.
Ο ενιαίος συνασπισμός της αντιπολίτευσης, που συνενώνει την Κεντροαριστερά, το Κέντρο και την Κεντροδεξιά, δεν είχε λάβει μέρος στις αυτοδιοικητικές εκλογές του Δεκεμβρίου, μποϊκοτάροντάς τες και έπρεπε να ανακαταγραφεί ως πολιτικός φορέας.
Η απόφαση δεν επιτρέπει στον συνασπισμό να κατέλθει με μια ενιαία υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές, δεδομένης μάλιστα της εσωτερικής πολυδιάσπασής του, ενώ πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι πρόκειται για κίνηση που έχει ως σκοπό την διευκόλυνση του Ν. Μαδούρο, ώστε ο τελευταίος να εξασφαλίσει μια νέα εξαετή θητεία.
Η αλλαγή στην ημερομηνία των εκλογών έγινε από την πανίσχυρη Συντακτική Εθνοσυνέλευση, που τις μετέφερε από τα τέλη του 2018 στο πρώτο τετράμηνο του έτους. Το σώμα αυτό, αποτελούμενο από 450 μέλη, όλα υποστηρικτές του καθεστώτος, εξελέγη σε αμφιλεγόμενες εκλογές τον Ιούλιο του 2017, για να αντικαταστήσει τη νόμιμη Εθνοσυνέλευση της χώρας, στην οποία η αντιπολίτευση είχε, από τον Ιανουάριο του 2016, υπερενισχυμένη πλειοψηφία.
Μεταξύ Απριλίου και Ιουλίου 2017, η Βενεζουέλα δονείτο από μαζικές αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις, οι οποίες κόστισαν τη ζωή συνολικά σε 125 ανθρώπους.
Ο ίδιος ο Νικολάς Μαδούρο, πάντως, άρχισε την προεκλογική του εκστρατεία, επισκεπτόμενος χώρους εργασίας και δηλώνοντας ότι «θα κερδίσουμε τις εκλογές με σαρωτική πλειοψηφία».
Μέσω δικαστικών αποφάσεων, οι δύο βασικές πολιτικές προσωπικότητες της αντιπολίτευσης, Ενρίκε Καπρίλες Ραντόνσκι και Λεοπόλντο Λόπες, έχουν στερηθεί τη δυνατότητα να είναι υποψήφιοι πρόεδροι της χώρας, ενώ άλλα κορυφαία στελέχη του αντικαθεστωτικού πολιτικού μπλοκ έχουν αυτοεξοριστεί.
naftemporiki.gr