Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Αλλαγής (Ιnstitute for Global Change) του Βρετανού πρώην πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, το πολιτικό τοπίο της Ευρώπης βιώνει «τη μεγαλύτερη αλλαγή μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου». Εξαιτίας της ανόδου πολιτικών κομμάτων που διατείνονται ότι εκπροσωπούν «την αληθινή βούληση του λαού» ενάντια στις διεθνείς ελίτ, στους μετανάστες ή σε άλλες μειονότητες, δημιουργήθηκε μία «ζώνη λαϊκισμού». Αυτή η ζώνη περιλαμβάνει κυρίως τμήματα της ανατολικής αλλά και κεντρικής Ευρώπης.
Τι συμβαίνει στη Γερμανία;
Με την είσοδο του ξενοφοβικού κόμματος AfD στην γερμανική βουλή οι εθνολαϊκιστές της Ευρώπης κατέκτησαν το 2017 ένα σημαντικό προπύργιο. Το 2018 η AfD (Eναλλακτική για τη Γερμανία), στην οποία συμπροεδρεύoυν ο Γιοργκ Μόιτεν και ο Αλεξάντερ Γκάουλαντ, στοχεύει ακόμη να εισέλθει στα τοπικά κοινοβούλια του Μoνάχου και του Βισμπάντεν. Υπάρχουν αρκετά καλές προοπτικές να το πετύχει, γιατί στις ομποσπονδιακές εκλογές η Εναλλακτική για τη Γερμανία συγκέντρωσε π.χ. 11,9% στο κρατίδιο της Έσσης και 12,4% στη Βαυαρία.
Για την ώρα φαίνεται ότι δεν σταματά τίποτα την Εναλλακτική για τη Γερμανία. Μόνο οι εσωτερικές διαμάχες και οι διχασμοί θα μπορούσαν να την πλήξουν. Τον Ιανουάριο την περιμένει μια νέα αναμέτρηση, καθώς θα εκδοθεί η απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου (Landeschiedsgericht) της Θουριγγίας για την υπόθεση Χόκε. Στις αρχές του 2017 το πρώην ομοσπονδιακό συμβούλιο της AfD μετά από μία αμφιλεγόμενη ομιλία του Χόκε στη Δρέσδη υπέβαλε αίτηση για την απομάκρυνση του πικεφαλής της AfD στη Θουριγγία από το κόμμα. Ένας λόγος που οδήγησε σ' αυτή την κίνηση ήταν η εξαγγελία του Χόκε για μια «στροφή 180 μοιρών στην πολιτική της μνήμης». Εάν το διαιτητικό δικαστήριο απορρίψει την αίτηση, κάτι που πιστεύουν πολλοί εντός του κόμματος, το νέο διοικητικό συμβούλιο του κόμματος θα πρέπει να αποφασίσει αν η υπόθεση στη συνέχεια υποβληθεί στο ομοσπονδιακό διαιτητικό δικαστήριο.
Στη Γαλλία από την άλλη πλευρά, η εμφάνιση ενός νέου «πολιτικού τύπου» επιβράδυνε την άνοδο των εθνολαϊκιστικών κομμάτων το 2017. Ο νυν γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν με το κίνημα «En-Marche» κατάφερε να εμποδίσει αποτελεσματικά την Μαρίν Λε Πεν από το να κατακτήσει τη γαλλική προεδρία. Επίσης, κατάφερε να κερδίσει τις ψήφους των ψηφοφόρων εκείνων που ήθελαν να δώσουν ένα μάθημα στους «παλιούς» πολιτικούς. Μέχρι στιγμής πάντως στη Γερμανία, η Εναλλακτική για τη Γερμανία δεν φαίνεται να φοβάται έναν τέτοιο ανταγωνισμό, διότι, αν και η κρίση των παλιών πολιτικών κομμάτων στη χώρα είναι αισθητή, δεν φαίνεται μέχρι στιγμής στη Γερμανία να αναδύεται μέσα από τον πολιτικό ανταγωνισμό ένας αντίστοιχος «νέος τύπος πολιτικού», όπως στη γείτονα χώρα.
Ο «χάρτης» των εθνολαϊκιστών ανά την Ευρώπη
Από την άλλη πλευρά, στην Αυστρία ο νέος αυστριακός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς (31 ετών) από το συντηρητικό κόμμα ÖVP έκανε το παραδοσιακό κόμμα στην προεκλογική εκστρατεία αγνώριστο. Ο ίδιος επιτέθηκε στο λαϊκιστικό-ακροδεξιό Κόμμα των Ελευθέρων FPÖ, κάνοντας βέβαια μια στροφή προς τα δεξιά. Για παράδειγμα, όταν ζήτησε οι πρόσφυγες που διασώζονται στη Μεσόγειο να μεταφέρονται απευθείας σε κέντρα υποδοχής στην Αίγυπτο και την Τυνησία. Αποτέλεσμα βέβαια ήταν να κυβερνά τώρα τη χώρα σε συνεργασία με το FPÖ.
Στην Ουγγαρία ο Βίκτορ Ορμπάν, που έχει την πρωθυπουργία εδώ και 8 χρόνια, δεν κινδυνεύει να χάσει την θέση του. Ο φιλοευρωπαίος πολιτικός Αντράς Φεκέτε-Γκιόρ (28 ετών), που είναι ακόμα νεότερος από τον Κουρτς μπορεί προς το παρόν να ονειρεύεται. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις το νέο του κόμμα Momentum χρειάζεται ακόμα 5% για την είσοδο του στη βουλή. Το ακροδεξιό κόμμα Jobbik, από την άλλη, παραμένει κάτω από το 20%, παρόλο που πρόσφατα έδειξε πιο μετριοπαθή στάση.
Για την άνοδο του εθνολαϊκισμού στην Ιταλία, τέλος, οφείλεται κυρίως η μεταναστευτική κρίση. Ωστόσο είναι ακόμη πολύ νωρίς για προβλέψεις για τα αποτελέσματα των βουλευτικές εκλογών την ερχόμενη άνοιξη. Κι αυτό, γιατί το λαϊκιστικό Κίνημα Πέντε Αστέρων δεν μπορεί να τοποθετηθεί ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Θα μπορούσε όμως, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση με 28% να γίνει το ισχυρότερο κόμμα στην Ιταλία. Ωστόσο, αυτό το ποσοστό δεν θα αρκούσε για να σχηματίσει μόνο του κυβέρνηση.