Ως μία από τις ισχυρότερες υπονομεύσεις της υγείας μας θεωρείται η παχυσαρκία, στην οποία αποδίδεται αφενός η εμφάνιση ασθενειών, αφετέρου η επιδείνωση της εξέλιξης αρκετών από αυτές. Την ίδια στιγμή όμως πέρα από το κόστος για την υγεία μας, η παχυσαρκία προκαλεί και ένα σημαντικό δημοσιονομικό κόστος. Μάλιστα εκτιμάται ότι το σωρευτικό συνολικό κόστος εάν δεν αντιμετωπισθεί η παχυσαρκία στην Ελλάδα το διάστημα 2017-2025 φτάνει τα 16,6 δισ. ευρώ, ενώ το κόστος αντιμετώπισης της παχυσαρκίας για τη μείωση της προβλεπόμενης συχνότητάς της το 2025, από 28% σε 23% στην Ελλάδα είναι 814 εκατ. ευρώ.
Με αφορμή την πρόσφατη Παγκόσμια Ημέρα Παχυσαρκίας, η Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας που συμμετέχει στη δράση -η φετινή εκστρατεία του World Obesity Federation επέλεξε το σύνθημα «Αντιμετώπισε την παχυσαρκία τώρα, για να αποφύγεις τις επιπτώσεις της αργότερα»- δημοσιοποίησε ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία για την κατάσταση στην Ελλάδα. Στόχος της δράσης είναι η αφύπνιση και της Ελληνικής Πολιτείας και η ευαισθητοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, αναγνωρίζοντας το αδιαμφισβήτητο, ότι δηλαδή η παχυσαρκία στη χώρα μας μετρά υψηλά ποσοστά σε ενήλικες, άνδρες και γυναίκες, και ιδιαίτερα υψηλή συχνότητα σε παιδιά και εφήβους και ότι αποτελεί μια ωρολογιακή βόμβα μεγατόνων που θα εκραγεί τα επόμενα χρόνια.
Η έκρηξη των επιπτώσεων στην υγεία των Ελλήνων πολιτών θα επιφέρει τεράστια προβλήματα σε ατομικό επίπεδο, αλλά κυρίως σε κοινωνικό, αφού οι δαπάνες υγείας θα εκτοξευτούν σε σχέση με τις αυξημένες ανάγκες φαρμακευτικής και νοσοκομειακής κάλυψης των παχύσαρκων συμπολιτών μας. Επίσης, θα πρέπει να συνυπολογιστούν οι αυξημένες συντάξεις αναπηρίας που θα συνεπάγονται οι σημαντικές επιπλοκές της παχυσαρκίας, όπως και τα χαμένα ημερομίσθια και οι πρόωροι θάνατοι.
Παρ’ όλα αυτά, σήμερα υπάρχουν δυνατότητες για πιο ουσιαστική και πιο επιτυχή αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, αφού η επιστημονική έρευνα έχει κάνει τεράστια πρόοδο. Αυτή η πρόοδος έχει περάσει και σε κλινικό επίπεδο: από την κατανόηση των θεμάτων της αυξημένης λήψης θερμίδων και της αντιμετώπισής του, την εφαρμογή μοντέρνων συμπεριφεριολογικών προσεγγίσεων, την κυκλοφορία νέων, πιο αποτελεσματικών φαρμάκων και εξελιγμένων εξατομικευμένων χειρουργικών τεχνικών.
Η Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας και οι επιστήμονες που την απαρτίζουν θέτουν τη γνώση και την εμπειρία τους στη διάθεση κάθε πολιτειακού, επιστημονικού και κοινωνικού φορέα, με στόχο την άμεση αντιμετώπιση του φλέγοντος θέματος υγείας της εποχής μας, που ονομάζεται παχυσαρκία.
ΕΠΑΜΕΔΙ
Όπως σημειώνει επίσης με βάση τα νέα επιστημονικά στοιχεία η Ελληνική Εταιρεία Μελέτης της Παχυσαρκίας, του Μεταβολισμού και των Διαταραχών Διατροφής (ΕΠΑΜΕΔΙ) και της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Παχυσαρκίας (World Obesity Federation - WOF), εάν συνεχισθούν οι σημερινές τάσεις, 2,7 δισεκατομμύρια ενήλικες θα είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι το 2025 σε όλο τον κόσμο.
Υπάρχουν τρεις τομείς για να επενδύσουν κυβερνήσεις, πάροχοι υπηρεσιών υγείας, ασφαλιστικά ταμεία και μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί στην παχυσαρκία χωρίς καθυστέρηση:
- Κατάλληλες υπηρεσίες υγείας για την αντιμετώπιση των ατόμων με παχυσαρκία
- Έγκαιρη παρέμβαση για καλύτερα αποτελέσματα στη θεραπεία
- Πρόληψη για να μειωθεί η ανάγκη για θεραπεία
Εάν οι σημερινές τάσεις συνεχιστούν, μέχρι το 2025, 268 εκατομμύρια παιδιά σχολικής ηλικίας (ηλικίας 5 έως 18 ετών) σε όλο τον κόσμο θα είναι υπέρβαρα, ενώ 91 εκατομμύρια θα είναι παχύσαρκα. Η ιδιαίτερα σημαντική αυτή αύξηση σε σχέση με τα δεδομένα του 2010, οπότε και είχαν καταγραφεί 218 εκατομμύρια υπέρβαρα παιδιά, καταδεικνύει τη γιγάντωση του προβλήματος, το οποίο φαίνεται πλέον να «απειλεί» και να «υποθηκεύει» σοβαρά την ενήλικη ζωή των παιδιών σε διεθνές επίπεδο.
Χαρακτηριστικούς δείκτες της κατάστασης αποτελούν η παράλληλη αύξηση κατά τα τελευταία δέκα (10) χρόνια της παγκόσμιας κατανάλωσης σακχαρούχων ποτών κατά το ένα τρίτο (33%), η διαβίωση ποσοστού μεγαλύτερου από το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού σε αστικά περιβάλλοντα και η έλλειψη επαρκούς σωματικής δραστηριότητας στο 80% των νέων ηλικίας 11 - 17 ετών.
Αντίστοιχα ανησυχητικές διαστάσεις λαμβάνει το φαινόμενο και στην Ελλάδα, καθώς τα στοιχεία δείχνουν ότι μέχρι το 2025, 480.000 παιδιά σχολικής ηλικίας θα είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Παράλληλα, ένα πλήθος νοσημάτων που σχετίζεται με την παχυσαρκία, όπως ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2, η Υπέρταση, η Υπερλιπιδαιμία, το Λιπώδες Ήπαρ, τα Καρδιαγγειακά Νοσήματα, αλλά και διάφορες άλλες παθολογικές καταστάσεις, όπως η Ινσουλινοαντοχή, οι Διαταραχές Πηκτικότητας, οι Διαταραχές του Ενδοθηλίου κ.ά., θα επηρεάσουν μέχρι το 2025 120.000 παιδιά σχολικής ηλικίας, συμπεριλαμβανομένων 23.000 παιδιών με Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2, 39.000 παιδιών με Υπέρταση και 55.000 παιδιών με Λιπώδη Νόσο του Ήπατος στη χώρα μας.
Επιπλέον, οι παθήσεις αυτές θα επηρεάσουν και περίπου 50 εκατομμύρια παιδιά σχολικής ηλικίας σε παγκόσμιο επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων 27 εκατομμυρίων με Υπέρταση, 38 εκατομμυρίων με Λιπώδη Νόσο του Ήπατος, 12 εκατομμυρίων με Διαταραγμένη Ανοχή στη Γλυκόζη και 4 εκατομμυρίων με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2, μια νόσο που εμφανίζεται συνήθως σε μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.
Όπως επεσήμαναν τα μέλη του Δ.Σ. της ΕΠΑΜΕΔΙ, το 2012 οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής, δεσμεύτηκαν για τη μείωση του επιπολασμού της παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας από τα επίπεδα του 2010 μέχρι το έτος 2025. Το 2014 οι κυβερνήσεις της Παγκόσμιας Συνέλευσης Υγείας εξέτασαν την έκθεση της Επιτροπής της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) για τον τερματισμό της παιδικής παχυσαρκίας και αποφάσισαν να αναπτύξουν δράσεις σε εθνικό επίπεδο για την εφαρμογή των συστάσεων της Επιτροπής. Η ΕΠΑΜΕΔΙ και η Παγκόσμια Ομοσπονδία Παχυσαρκίας έχουν καθιερώσει ως Παγκόσμια Ημέρα Παχυσαρκίας την 11η Οκτωβρίου, για να υπενθυμίσουν στις κυβερνήσεις τη δέσμευσή τους και να ζητήσουν από αυτές να λάβουν επείγοντα μέτρα.
Για την αποτελεσματική απώλεια και διατήρηση του βάρους, απαιτείται συχνά και πρόσθετη υποστήριξη με φαρμακοθεραπεία.
Σύμφωνα με τις Ευρωπαϊκές Κατευθυντήριες Οδηγίες, για τη διαχείριση της παχυσαρκίας σε ενήλικες ασθενείς (2015), η φαρμακευτική θεραπεία πρέπει να θεωρείται μέρος της συνολικής θεραπευτικής προσέγγισης των παχύσαρκων ασθενών. Η φαρμακοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς να αυξήσουν την απώλεια βάρους, να έχουν καλύτερη συμμόρφωση, να μειώσουν τον κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών λόγω αυξημένου σωματικού βάρους και να βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής τους. Η φαρμακευτική θεραπεία μπορεί επίσης να βοηθήσει στην πρόληψη της ανάπτυξης ασθενειών που σχετίζονται με την παχυσαρκία (π.χ. διαβήτης τύπου 2).
Η σύγχρονη φαρμακευτική έρευνα εμπλούτισε τις διαθέσιμες φαρμακευτικές θεραπευτικές επιλογές με φάρμακα εγκεκριμένα από τους επίσημους φορείς στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Γνωρίζοντας την επίδραση του κεντρικού νευρικού συστήματος και του γαστρεντερικού σωλήνα στο ενεργειακό ισοζύγιο, αυτά τα φάρμακα με την κατάλληλη από τον γιατρό διαχείριση, μπορούν να γίνουν αποτελεσματικοί σύμμαχοι στην προσπάθεια για αντιμετώπιση των υποκείμενων αιτιών της παχυσαρκίας και να επιδείξουν σημαντικό όφελος στους επικείμενους κινδύνους από την ασθένεια.