Οι ξυλόσομπες ίσως είναι υπεύθυνες για μέχρι και το ένα τρίτο της ρύπανσης από μικροσωματίδια του Λονδίνου, σύμφωνα με στοιχεία που ανέφερε ο δήμαρχος της πόλης, Σαντίκ Καν.
Η απαγόρευση των σομπών μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που πλήττει την πρωτεύουσα. Ενδεικτικά, την περασμένη εβδομάδα, οι αρχές της πόλης εξέδωσαν επείγουσα προειδοποίηση για την ποιότητα του αέρα για έβδομη φορά τους τελευταίους 13 μήνες.
Οι σόμπες καύσης ξύλου είναι δημοφιλείς στη Μεγάλη Βρετανία, με 1,5 εκατομμύρια να έχουν πωληθεί πρόσφατα στη χώρα, σύμφωνα με τον Guardian. Το 16% των νοικοκυριών στη νοτιοανατολική Αγγλία διαθέτουν σόμπες, σε σύγκριση με 5% σε εθνικό επίπεδο. Σύμφωνα με έρευνα του King's College στο Λονδίνο, κατά τη διάρκεια της πολύ υψηλής ατμοσφαιρικής ρύπανσης τον Ιανουάριο, η οικιακή καύση ξύλου ήταν υπεύθυνη για το 50% των εκπομπών σε ορισμένα μέρη του Λονδίνου.
«Οι μη μεταφορικές πηγές συμβάλλουν στο 50% των θανατηφόρων εκπομπών στο Λονδίνο, για αυτό χρειαζόμαστε ένα σκληρό σχέδιο δράσης για την καταπολέμησή τους, παρόμοιο με τις κινήσεις που παίρνουμε για τη μείωση της ρύπανσης από οδικά οχήματα. Με περισσότερα από 400 σχολεία να βρίσκονται σε περιοχές που υπερβαίνουν το επίπεδο νόμιμης ρύπανσης και με σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία στις πιο ευάλωτες κοινότητες μας, δεν μπορούμε να περιμένουμε πλέον», δήλωσε ο Καν.
Σε επιστολή του προς τον υπουργό Περιβάλλοντος Μάικλ Γκρόουβ, ο Καν ζήτησε να τροποποιήσει ένα νόμο περί καθαρού αέρα για τη δημιουργία ζωνών με μηδενικές εκπομπές, όπου οι κάτοικοι δεν θα μπορούν να καίνε στερεά καύσιμα από το 2025 και μετά.
Ο Καν κάλεσε επίσης για αυστηρότερη επιβολή περιορισμών στις εκπομπές από κατασκευαστικά μηχανήματα όπως εκσκαφείς και μπουλντόζες και για την καλύτερη αντιμετώπιση των εκπομπών που προέρχονται από την κυκλοφορία στον ποταμό Τάμεση.