Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφρασε την ανησυχία της για την υιοθέτηση, από το Κογκρέσο των ΗΠΑ, νέων κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας.
Στην ανακοίνωσή της η Επιτροπή δηλώνει ανήσυχη από τη μία για πιθανές συνέπειες «στην ενεργειακή ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Ένωσης» και αφετέρου για «τις ενδεχόμενες αρνητικές πολιτικές συνέπειες», υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα ότι είναι σημαντικό όλες οι χώρες της G7 να συντονίζουν την πολιτική των κυρώσεων.
Στο κείμενο η Επιτροπή αναφέρει ότι είναι «έτοιμη να δράσει για να προστατεύσει τα ευρωπαϊκά συμφέροντα» εάν οι ανησυχίες της δεν ληφθούν υπόψη από τους Αμερικανούς νομοθέτες, επαναλαμβάνοντας μια απειλή που είχε εκφράσει τον Μάιο ο πρόεδρός της, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε σχεδόν ομόφωνα την Τρίτη από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, κάτω σώμα του Κογκρέσου και προβλέπει την επιβολή κυρώσεων όχι μόνο σε βάρος της Ρωσίας αλλά και σε βάρος του Ιράν και της Βόρειας Κορέας. Δεν έχει ακόμη εγκριθεί από τη Γερουσία των ΗΠΑ, άνω σώμα του Κογκρέσου.
Στην ανακοίνωση η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι το νομοσχέδιο προβλέπει την επιβολή κυρώσεων σε οποιαδήποτε εταιρεία, συμπεριλαμβανομένων και των ευρωπαϊκών, συμβάλλει στην ανάπτυξη, στη συντήρηση, στον εκσυγχρονισμό ή στην επισκευή αγωγών που εξάγουν ενεργειακούς πόρους από τη Ρωσία. Θα μπορούσαν κατά συνέπεια να πληγούν «οι υποδομές που μεταφέρουν ενεργειακούς πόρους στην Ευρώπη, καθώς και έργα κρίσιμης σημασίας για τους ευρωπαϊκούς στόχους, όπως είναι το σχέδιο μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (GNL) μέσω της Βαλτικής».
«Επί του παρόντος η Ε.Ε. εκφράζει τις ανησυχίες της μέσω της διπλωματικής οδού στις ΗΠΑ και στους ομολόγους της. Θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά τη νομοθετική διαδικασία στις ΗΠΑ και την εφαρμογή του νομοσχεδίου και θα δράσει γρήγορα εάν χρειαστεί», πρόσθεσε.
Πολλές ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως η Γερμανία, έχουν εξοργιστεί γιατί το νομοσχέδιο αυτό δίνει στον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ το δικαίωμα να επιβάλει κυρώσεις σε εταιρείες που εργάζονται στους αγωγούς που προέρχονται από τη Ρωσία, για παράδειγμα περιορίζοντας την πρόσβασή τους στις αμερικανικές τράπεζες ή αποκλείοντάς τες από τις αμερικανικές συμβάσεις δημοσίων έργων.