Η ανάγκη για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός νέου εθνικού στρατηγικού σχεδίου δράσης για την αντιμετώπιση του HIV στην Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο της συνάντησης εργασίας που διοργάνωσε ο Σύλλογος Οροθετικών Ελλάδας «Θετική Φωνή», στις 5 Ιουλίου 2017, στο Γραφείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα.
Στη συνάντηση συζητήθηκαν τα κύρια εμπόδια και οι προκλήσεις στις οποίες καλείται να απαντήσει η χώρα στην πορεία της προς την επίτευξη των στόχων 90-90-90 του UNAIDS έως το 2020. Οι στόχοι αυτοί συνίστανται στη διάγνωση του 90% των ατόμων που ζουν με HIV, το 90% αυτών να υποβάλλεται σε θεραπεία και το 90% αυτών να εμφανίζει μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο. Βάσει των στοιχείων που έχουν δοθεί από τη χώρα στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων εκτιμάται ότι το 2015 στην Ελλάδα είχε διαγνωστεί το 78% των οροθετικών ατόμων, το 67% αυτών βρισκόταν σε αντιρετροϊκή αγωγή και το 73% αυτών είχε μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο. Σύμφωνα με το μητρώο ασθενών του ΚΕΕΛΠΝΟ, στην Ελλάδα ζουν περίπου 13.500 οροθετικοί άνθρωποι, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2017 καταγράφηκαν 254 νέες διαγνώσεις, διατηρώντας τον αριθμό των διαγνωσμένων ατόμων στα επίπεδα του 2016. Συνολικά, 9.200 άτομα λαμβάνουν αντιρετροϊκή αγωγή.
Ο γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας Γιάννης Μπασκόζος περιέγραψε τους σκοπούς του νέου εθνικού στρατηγικού σχεδίου δράσης, υπογραμμίζοντας ότι θα πρέπει να έχει εφικτούς και μετρήσιμους στόχους και να συνοδεύεται από οικονομική αξιολόγηση και προϋπολογισμό.
Ο πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ Θεόφιλος Ρόζενμπεργκ επεσήμανε πως το υψηλό ποσοστό καθυστερημένων διαγνώσεων παραμένει ένα από τα κυρίαρχα εμπόδια στην εξάλειψη του HIV. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως το πρώτο εξάμηνο του 2017, σχεδόν το 40% των νέων περιστατικών διαγνώστηκαν καθυστερημένα.
O εκπρόσωπος του AIDS Healthcare Foundation Europe, Denis Godlevskiy, παρουσίασε τις δράσεις του Ιδρύματος τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα. Το AHF Europe παρέχει δωρεάν θεραπεία και φροντίδα σε πάνω από 700.000 οροθετικούς ανθρώπους σε 38 χώρες σε όλο τον κόσμο. Το 2016 παρείχε υπηρεσίες εξέτασης για HIV σε περίπου 180.000 άτομα παγκοσμίως και διένειμε συνολικά πάνω 38.000.000 δωρεάν προφυλακτικά. Στην Ελλάδα έχει επενδύσει πάνω από 820.000 ευρώ στην προαγωγή της τακτικής εξέτασης και της ευαισθητοποίησης του κοινού για θέματα που σχετίζονται με το HIV/AIDS.
Από την πλευρά του, ο κ. Νίκος Δέδες, πρόεδρος του Συλλόγου Οροθετικών Ελλάδας «Θετική Φωνή», αναφέρει τα παρακάτω:
Το 2008 εκπονήθηκε και δημοσιεύτηκε το πρώτο εθνικό στρατηγικό σχέδιο δράσης πενταετούς ορίζοντα για την αντιμετώπιση του HIV στην Ελλάδα, το οποίο δεν κατάφερε να αποτελέσει την πυξίδα της χώρας για την αντιμετώπιση του HIV.
Από τότε μέχρι σήμερα πολλά έχουν αλλάξει σχετικά με τη νόσο, τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς. Στη χώρα μας ζήσαμε την επιδημική έκρηξη στους χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών στο κέντρο της Αθήνας τη διετία 2011-2012. Το 2014 και το 2015 καταγράφηκαν κλιμακούμενες ελλείψεις αντιρετροϊκών φαρμάκων, ενώ την τελευταία διετία παραμένει άλυτο το πρόβλημα της πρόσβασης των οροθετικών ατόμων στις εξετάσεις που είναι απαραίτητες για την παρακολούθηση της υγείας τους. Παράλληλα όμως, μέσα σε αυτά τα χρόνια η Ελλάδα κάνει και θετικά βήματα στην αντιμετώπιση του ΗΙV. Η διάθεση των πιο νέων και καινοτόμων αντιρετροϊκών σκευασμάτων από το σύστημα υγείας, η τήρηση ενός υποδειγματικού μητρώου ασθενών από το ΚΕΕΛΠΝΟ και το πολύ καλό επίπεδο παρακολούθησης των οροθετικών ατόμων από τις μονάδες λοιμώξεων χάρη στις προσπάθειες του ιατρικού, νοσηλευτικού και διοικητικού προσωπικού, πιστώνονται στα θετικά σημεία της εθνικής προσπάθειας.
Σε αυτό το πλαίσιο, επανέρχεται και πάλι στο προσκήνιο η ανάγκη χάραξης και υλοποίησης ενός νέου εθνικού στρατηγικού σχεδίου δράσης που θα εμπνεύσει, θα συντονίσει και θα παρακολουθεί τις προσπάθειες και τις πρωτοβουλίες όλων των εμπλεκόμενων μερών, με γνώμονα τους στόχους 90-90-90 που θέτει το UNAIDS μέχρι το 2020.
Οι στόχοι αυτοί προβλέπουν τη διάγνωση του 90% των ατόμων που ζουν με HIV, το 90% αυτών να βρίσκονται σε θεραπεία και το 90% αυτών να έχουν μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο. Βάσει των στοιχείων που έχουν δοθεί από τη χώρα στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, εκτιμάται ότι στην Ελλάδα το 2015 είχε διαγνωστεί το 78% των οροθετικών ατόμων, το 67% αυτών βρισκόταν σε αντιρετροϊκή αγωγή και το 73% αυτών είχε μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο. Σύμφωνα με το μητρώο ασθενών του ΚΕΕΛΠΝΟ, στην Ελλάδα ζούνε περίπου 13.500 άνθρωποι που έχουν διαγνωστεί με HIV, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2017 καταγράφηκαν 254 νέες διαγνώσεις, οι οποίες παραμένουν στα επίπεδα του 2016. Συνολικά 9.200 άτομα λαμβάνουν αντιρετροϊκή αγωγή.
Πρωταρχικός στόχος του νέου εθνικού στρατηγικού σχεδίου θα πρέπει να είναι η ίδια η εγκυρότητα και η επικαιροποίηση των δεδομένων. Από τα στοιχεία του ΚΕΕΛΠΝΟ προκύπτει ότι περίπου 4.500 οροθετικά άτομα έχουν διαγνωστεί, αλλά δε λαμβάνουν αντιρετροϊκή αγωγή, παρά τις διεθνείς, ευρωπαϊκές και ελληνικές κατευθυντήριες οδηγίες που υποδεικνύουν την έναρξη θεραπείας από τη στιγμή της διάγνωσης. Ωστόσο, ο αριθμός αυτός αμφισβητείται από τους ίδιους τους γιατρούς των μονάδων και κρίνεται ότι στην πραγματικότητα είναι πολύ μικρότερος. Ο προσδιορισμός του θα μας επιτρέψει να διαπιστώσουμε τον βαθμό επιτυχίας των παρεμβάσεων του συστήματος υγείας και της κοινωνίας των πολιτών και να σχεδιάσουμε αποτελεσματικότερα τα επόμενα βήματα.
Το υψηλό ποσοστό καθυστερημένων διαγνώσεων παραμένει ένα από τα κυρίαρχα εμπόδια στην εξάλειψη του HIV και στην επίτευξη των στόχων 90-90-90. Το πρώτο εξάμηνο του 2017, σχεδόν το 40% των νέων περιστατικών διαγνώστηκαν καθυστερημένα. Αυτό σημαίνει πως χάνουμε ως κοινωνία την ευκαιρία να εντοπίσουμε έγκαιρα όσους έχουν εκτεθεί στον ιό, να τους εντάξουμε σε θεραπεία και να τους καταστήσουμε μη μεταδοτικούς. Αυτή είναι η διαδρομή που θα διασφαλίσει την επιτυχία της προσπάθειάς μας για την εξάλειψη της νόσου. Απαιτείται ωστόσο συντονισμός και στοχευμένες και προσαρμοσμένες παρεμβάσεις στις ευάλωτες ομάδες. Ακόμη και το πιο αποτελεσματικό σύστημα υγείας δεν είναι αρκετό για την αναχαίτιση της μετάδοσης του HIV αν δε συνοδεύεται από παρεμβάσεις συμπερίληψης και ενσωμάτωσης των ομάδων που πλήττονται δυσανάλογα από τον ιό. Για τον λόγο αυτό, πρωτοβουλίες όπως τα προγράμματα μείωσης βλάβης για τους χρήστες ψυχοδραστικών ουσιών, ο εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την εργασία στο σεξ και η κοινωνική μέριμνα για τους κρατούμενους, τους αποφυλακισμένους, τους άπορους, τους πρόσφυγες και τους μετανάστες αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για την εξάλειψη της νόσου.
Στο πεδίο της πρόληψης, η λειτουργία των «checkpoint» από το 2012 έχει συμβάλει σημαντικά στην ευαισθητοποίηση του κοινού και στη δημιουργία κουλτούρας τακτικής εξέτασης σε ομάδες όπως οι άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες και οι χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών. Την τελευταία τριετία περίπου μία στις τρεις νέες διαγνώσεις HIV στη χώρα μας έχει γίνει στις μη κλινικές δομές των «checkpoint», με τη μέθοδο rapid test, που δίνει αξιόπιστο αποτέλεσμα σε ένα μόλις λεπτό, χρησιμοποιώντας μία σταγόνα αίμα από το δάχτυλο.
Η εργαλειοθήκη της πρόληψης περιλαμβάνει ωστόσο και ένα ακόμη εργαλείο, το οποίο δεν έχει αξιοποιηθεί στην Ελλάδα. H Προφύλαξη πριν από την Έκθεση (PrEP), δηλαδή η προληπτική λήψη αντιρετροϊκού σκευάσματος που δεν επιτρέπει στο άτομο να εκτεθεί στον HIV, παρέχεται ήδη σε ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γαλλία, η Νορβηγία, η Σκωτία και πιο πρόσφατα η Πορτογαλία. Η άρση της πατέντας του συγκεκριμένου φαρμάκου κατά τον τρέχοντα μήνα και η παραγωγή και χρήση γενοσήμων τα οποία θα μπορούν να χορηγηθούν πέρα από τα οροθετικά άτομα, για χρήση PrEP, θέτει νέες βάσεις και οικονομικό πλαίσιο στη συζήτηση για το συγκεκριμένο μέσο πρόληψης.
Στο Σύλλογο Οροθετικών Ελλάδας «Θετική Φωνή» αναλάβαμε την πρωτοβουλία διοργάνωσης μίας συνάντησης εργασίας όλων των εμπλεκόμενων μερών την Τετάρτη 5 Ιουλίου 2017, με αντικείμενο συζήτησης όλα τα παραπάνω ζητήματα. Η συνάντηση αυτή αποτέλεσε μία ευκαιρία να αναζητήσουμε από κοινού και συντονισμένα απαντήσεις στις προκλήσεις και στα εμπόδια της πορείας της χώρας μας προς την επίτευξη των στόχων 90-90-90 του UNAIDS. Εν όψει όμως και του νέου Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου Δράσης για την αντιμετώπιση του HIV, αναμένουμε από το υπουργείο Υγείας τη θεσμοθέτηση αυτών των συναντήσεων, με συγκεκριμένη ατζέντα και χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των στόχων που θα θέσουμε από κοινού.