Τα νεονικοτινοειδή φυτοφάρμακα και εντομοκτόνα δυσχεραίνουν την ικανότητα των μελισσών να πετάνε, σύμφωνα με νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο στην Καλιφόρνια. Πρόκειται για την πρώτη μελέτη που αποδεικνύει ότι η έκθεση σε αυτά τα κοινά εντομοκτόνα έχει τόσο αρνητική επίδραση στις μέλισσες, τους κύριους επικονιαστές του πλανήτη.
Η νέα μελέτη χρησιμοποιεί ευρήματα προηγούμενης έρευνας, που έδειξε το 2012 ότι τα νεονικοτινοειδή εντομοκτόνα έχουν αρνητική επίδραση στις ικανότητες πλοήγησης των μελισσών.
Η μελέτη δείχνει ότι τόσο η οξεία όσο και η χρόνια έκθεση στο νεονικοτινοειδές παρασιτοκτόνο θειαμεθοξάμη μεταβάλλουν την απόσταση, τη διάρκεια και την ταχύτητα των πτήσεων των μελισσών. Οι ερευνητές παρατήρησαν μια «διεγερτική βραχυπρόθεσμη επίδραση και μια πτωτική μακροπρόθεσμη επίδραση» του φυτοφαρμάκου. Συγκεκριμένα, οι μέλισσες που είχαν μακροχρόνια έκθεση στη θειομεθοξάμη παρουσίασαν μειωμένη ικανότητα πτήσης, ενώ οι μέλισσες που εκτέθηκαν στα φυτοφάρμακα για μικρότερη χρονική περίοδο κάλυπταν μεγαλύτερες αποστάσεις, αλλά σε ασταθείς, αποπροσανατολισμένους ρυθμούς.
Εάν αυτές οι εκτεθειμένες μέλισσες πετούν σε μεγαλύτερες αποστάσεις ενώ είναι αποπροσανατολισμένες από την έκθεση σε φυτοφάρμακα, μπορεί να μειωθεί η ικανότητά τους να επιστρέφουν στην κυψέλη, αναφέρει η έρευνα. Συνεπώς, οι χημικές αλλαγές στη φυσική συμπεριφορά των μελισσών μειώνει σημαντικά όχι μόνο την αποτελεσματικότητά τους ως επικονιαστές, αλλά και το μέγεθος και την υγεία των κυψελών.
Η θειαμεθοξάμη είναι ένα κοινό νεονικοτινοειδές εντομοκτόνο που χρησιμοποιείται για καλλιέργειες όπως καλαμπόκι, σόγια και βαμβάκι. Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων την έχει αξιολογήσει μαζί με ουσίες όπως η κλοθειανιδίνη και η ιμιδακλοπρίδη ως μεγάλη απειλή για τις μέλισσες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να απαγορεύσει οριστικά τα νεονικοτινοειδή ακόμα και φέτος, σύμφωνα με προσχέδια νόμων που δημοσιεύτηκαν από την εφημερίδα Guardian.