«Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ επαναλαμβάνει για άλλη μια φορά ότι η πλήρης διαφάνεια και δημοσιοποίηση είναι προς όφελος της συντριπτικής πλειοψηφίας των δημοσιογράφων αλλά και της ενημέρωσης.
Τελικά το Υπουργείο Επικρατείας είναι υπέρ της διαφάνειας ή όχι;», διερωτάται, σε ανακοίνωσή της, η ΕΣΗΕΑ και συνεχίζει:
«Εάν στόχος του κ. Ρουσόπουλου με τις τελευταίες πρωτοβουλίες του ήταν απλά και μόνο το «ανακάτεμα της τράπουλας» προς όφελος της κυβέρνησής του και όχι η διαφάνεια, όπως κόπτεται σε όλους του τόνους, δεν πρόκειται να βρει συνένοχο την ΕΣΗΕΑ.
Ο κ. Ρουσόπουλος οφείλει να εξηγήσει στον ελληνικό λαό:
- Πώς συμβιβάζεται η ενέργειά του να διαβιβάσει στην ΕΣΗΕΑ τους συγκεκριμένους καταλόγους και μάλιστα με σοβαρότατες ελλείψεις, που αφορούν το 2003 και ταυτόχρονα να επισημαίνει «μην τους δίνετε στη δημοσιότητα» και κατόπιν να χαρακτηρίζει απαράδεκτη την απόφαση της Ένωσης για πλήρη διαφάνεια;
- Θέλει συνένοχους ο κ. Ρουσόπουλος όλους εκείνους τους δημοσιογράφους, που είναι οι περισσότεροι και εργάζονται νόμιμα και ενσυνείδητα και δεν έχουν κανένα λόγο να κρύψουν την εργασία τους; Επιδιώκει ο κ. Ρουσόπουλος να τους ταυτίσει με όσους τυχόν προσφέρουν τις όποιες αντιδεοντολογικές υπηρεσίες τους, αμειβόμενοι σε πολλές θέσεις, αργομισθίες και μεγάλους μισθούς;
Επαναλαμβάνουμε για πολλοστή φορά ότι η δημοσιοποίηση από την ΕΣΗΕΑ των ονομάτων που μας διαβίβασε ο κ. Υπουργός δεν είναι τίποτα περισσότερο από απλή καταγραφή νόμιμων θέσεων εργασίας (και όχι όλων) και δεν εννέχει από την πλευρά της Ένωσης μομφή, στιγματισμό ή υπονοούμενο. Αντίθετα είναι μέσο προστασίας των συναδέλφων μας από σκόπιμη συσκότιση και διαστρέβλωση, η οποία επιχειρείται από αλλού».
Aπάντηση υπουργού Επικρατείας
Ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Θεόδωρος Ρουσόπουλος, απαντώντας στα ερωτήματα που έθεσε σε ανακοίνωσή της η Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, δήλωσε:
«- Η κατάσταση των ονομάτων των δημοσιογράφων που εργάζονται στο δημόσιο τομέα εστάλη στην ΕΣΗΕΑ κατόπιν γραπτού αιτήματος της ΕΣΗΕΑ την Παρασκευή 28 Ιανουαρίου.
- Γιατί τάχθηκα κατά της δημοσιοποίησης ονομάτων;
Διότι εάν στους 1050 εργαζόμενους δημοσιογράφους στο δημόσιο υπάρχει μερίδα αυτών, ένας-είκοσι-τριάντα ή εκατό, που παραβιάζουν τον Κώδικα Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ, όφειλε η Ένωση Συντακτών να διακρίνει αυτές τις περιπτώσεις και να επιβάλει τις κυρώσεις που προβλέπονται από το καταστατικό της.
Δεν έχει καμία ηθική βάση η δημοσίευση ονομάτων συλλήβδην των δημοσιογράφων, που εντίμως εργάζονται, διότι προκαλεί σύγχυση και δημιουργεί λανθασμένες εντυπώσεις. (Η βιασύνη με την οποία ενήργησε η ΕΣΗΕΑ αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι από τις καταστάσεις που παρέλαβε, έως αυτές που έδωσε στη δημοσιότητα, απαλείφθηκαν ορισμένα στοιχεία με αποτέλεσμα να εμφανίζονται δημοσιογράφοι κατέχοντες δύο θέσεις, ενώ έχουν αποσπαστεί από το ένα υπουργείο σε άλλο και δεν εργάζονται παραλλήλως και στα δύο).
- Το ποιος αναζητά συνενόχους το αντιλαμβάνεται όλος ο δημοσιογραφικός κόσμος.
- Αν η ΕΣΗΕΑ γνωρίζει ότι υπάρχουν δημοσιογράφοι που «τυχόν προσφέρουν τις όποιες αντιδεοντολογικές υπηρεσίες τους, αμειβόμενοι σε πολλές θέσεις, με αργομισθίες και με μεγάλους μισθούς» δεν έχει παρά να κάνει το καθήκον της, τηρώντας τον Κώδικα Δεοντολογίας που η ίδια κατήργησε και όχι να αοριστολογεί.
- Αν η ΕΣΗΕΑ θεωρεί ότι έτσι προστατεύει τους δημοσιογράφους από «σκόπιμη συσκότιση και διαστρέβλωση» μάλλον το αντίθετο «επιτυγχάνει» με την σημερινή της ενέργεια.
Αλλο, λοιπόν, είναι η διαφάνεια, την οποία επιδιώκει σταθερά η Κυβέρνηση και άλλο η ισοπέδωση την οποία δεν μπόρεσε να αποφύγει η ΕΣΗΕΑ σήμερα».