Η διοίκηση της Volkswagen είχε ενημερωθεί το 2015 «για την ύπαρξη, τον σκοπό και τα χαρακτηριστικά» συσκευής που παραποιούσε τα αποτελέσματα από τη μέτρηση των εκπομπών καυσαερίων και επέλεξε να μην αποκαλύψει αυτήν την πληροφορία στις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα.
Η μηνυτήρια αναφορά που κατατέθηκε στο Περιφερειακό Δικαστήριο της Ανατολικής Περιφέρειας του Μίσιγκαν από την Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών (FBI) στα τέλη του περασμένου έτους κατηγορεί τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία ότι παραπλανούσε σκοπίμως τις ρυθμιστικές αρχές σχετικά με τα αποτελέσματα αυτά στις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με το κείμενο, ο Όλιβερ Σμιτ, ανώτατο στέλεχος της VW, καθώς και άλλοι εργαζόμενοι στην εταιρεία έκαναν παρουσίαση στο εκτελεστικό διοικητικό όργανό της για το θέμα στις 27 Ιουλίου 2015. «Στην παρουσίαση, οι εργαζόμενοι στη VW διαβεβαίωσαν την εκτελεστική διοίκηση ότι οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ δεν γνώριζαν για τη συσκευή», συνεχίζει η μηνυτήρια αναφορά.
Η διοίκηση, αντί να προκρίνει την αποκάλυψη της υπόθεσης στις αρχές, ενέκρινε να συνεχιστεί η συγκάλυψη του θέματος.
Το FBI συνέλαβε το Σάββατο τον Όλιβερ Σμιτ με την κατηγορία της συνωμοσίας για τη διάπραξη απάτης σε βάρος των ΗΠΑ. Η σύλληψή του αιφνιδίασε τη διοίκηση της εταιρείας, όπως δήλωσε ο επικεφαλής του τμήματος πωλήσεων Γιούργκεν Στάκμαν. «Δεν γνωρίζουμε καν αν η σύλληψή του συνδέεται με το αποκαλούμενο σκάνδαλο Ντίζελγκεϊτ», εξήγησε μιλώντας στο πρακτορείο Reuters, στο περιθώριο της έκθεσης αυτοκινήτων που διεξάγεται στο Ντιτρόιτ. Πρόσθεσε ότι αναμένει περισσότερες διευκρινίσεις εντός των επόμενων ημερών.
Ο κ. Σμιτ, ο οποίος διετέλεσε επικεφαλής του γραφείου της εταιρείας στις ΗΠΑ για τη συμμόρφωση με το ρυθμιστικό πλαίσιο μέχρι τον Μάρτιο του 2015, συνελήφθη στη Φλόριντα και πρόκειται να οδηγηθεί ενώπιον του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου στο Μαϊάμι τις επόμενες ώρες.
Η Volkswagen παραδέχθηκε τον Σεπτέμβριο του 2015 ότι είχε εγκαταστήσει κρυφό λογισμικό σε 475.000 δίλιτρα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα στις ΗΠΑ για να εξαπατά στους ελέγχους για τις εκπομπές καυσαερίων, κάνοντάς τα να φαίνονται πιο καθαρά. Στην πραγματικότητα, τα αυτοκίνητα είχαν εκπομπές έως και 40 φορές μεγαλύτερες από τα επιτρεπόμενα επίπεδα.