Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Όπως και αν τον θυμούνται, ο 98χρονος επίτιμος πρόεδρος της Ν.Δ. είναι ο τελευταίος της γενιάς των «μεγάλων», που συναναστράφηκε «μεγάλους» της διεθνούς πολιτικής σκηνής. Λίγοι έμειναν. Στην Ευρώπη, ο καγκελάριος της γερμανικής επανένωσης, Χέλμουτ Κολ, και ο Ζακ Ντελόρ, καίτοι μικρότεροι από τον «Ψηλό». Στην Ελλάδα δυσκολεύομαι να βρω άλλον συνομιλητή του από τον Μίνωα Ζομπανάκη, τον πρωτοπόρο τραπεζίτη από τις Καλύβες Χανίων, που άφησε εποχή στο Σίτι του Λονδίνου με τη διαμόρφωση του θεσμού των διατραπεζικών επιτοκίων (Libor), τη δεκαετία του 1970.
Όπως και αν τον θυμούνται, είναι ο μόνος εν ζωή πολιτικός άνδρας που κατέχει τη νεότερη πολιτική Ιστορία της χώρας, ιδιαίτερα από την εποχή Μεταξά μέχρι σήμερα. Το ρήμα «κατέχω» εδώ είναι βιωματικό, γιατί αυτήν την Ιστορία όχι μόνο την έχει ζήσει, αλλά έχει συμβάλει στη διαμόρφωσή της, στο μεγαλύτερο ποσοστό από θέσεις ευθύνης.
Όπως και αν τον θυμούνται, τις πολλές ζωές του δεν αρνούνται.
Όπως και αν τον θυμούνται, οι φυσικές δυνατότητες και η αντοχή του δεν ξεχνιούνται.
Σε μια εποχή που η επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής ορίζει τα πράγματα εξαρχής, ο πρώην πρωθυπουργός είναι, «γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε;», η ζωντανή απόδειξη της μετατόπισης των ορίων.
Σε μια εποχή που η επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής ορίζει τα πράγματα εξαρχής, από την οικονομία μέχρι την επέκταση της ηλικίας συνταξιοδότησης και από την αναθεώρηση της διάρκειας και της οργάνωσης της εκπαίδευσης μέχρι την αλλαγή των δεδομένων των προσωπικών μας σχέσεων, ο άνθρωπος που «πρώτα πυροβολεί και μετά σημαδεύει», όπως έλεγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, πέτυχε έναν στόχο, που δεν νομίζω ότι έβαλε, ίσως γιατί η βιολογία δεν αμφέβαλε και η συνεχής δραστηριότητα το επέβαλε.
Όπως και αν τον θυμούνται, την αιώνια θαλερότητα του πνεύματός του δεν αρνιούνται. Έστω, μιμούμενοι το χαρακτηριστικό ελαφρύ σήκωμα των ώμων των.