Οι πολίτες της Κολομβίας καλούνται να εγκρίνουν μέσω δημοψηφίσματος στις 2 Οκτωβρίου την ειρηνευτική συμφωνία, η οποία επιτεύχθηκε ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους αντάρτες της οργάνωσης Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC), για να δοθεί τέλος στην ένοπλη σύρραξη που διαρκεί πάνω από μισό αιώνα.
«Σήμερα ο πόλεμος τελειώνει», δήλωσε ο Κολομβιανός πρόεδρος Χουάν Μανουέλ Σάντος, ο οποίος παρουσίασε την Πέμπτη στο Κογκρέσο το κείμενο της συμφωνίας έξι σημείων, έπειτα από διαπραγματεύσεις σχεδόν τεσσάρων ετών.
Ο κ. Σάντος ανακοίνωσε παράλληλα ότι διέταξε να κηρυχθεί οριστική κατάπαυση του πυρός με τους FARC από την 29η Αυγούστου.
Την Τετάρτη, σε πολλές περιοχές της χώρας, πολίτες βγήκαν στους δρόμους ανεμίζοντας τη σημαία της Κολομβίας και κρατώντας μπαλόνια στα οποία ήταν γραμμένη η λέξη «Ναι», για να εκδηλώσουν την υποστήριξή τους στη συμφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους αντάρτες.
Καθώς «η διαπραγμάτευση τερματίστηκε και η συμφωνία επιτεύχθηκε, επαφίεται σε εσάς, σε όλους τους Κολομβιανούς, να αποφασίσετε διά της ψήφου σας εάν υποστηρίζετε αυτήν την ιστορική συμφωνία η οποία τερματίζει αυτήν την μακρά σύρραξη ανάμεσα σε παιδιά της ίδιας χώρας», σημείωσε ο αρχηγός του κράτους.
Σε περίπτωση απόρριψης της συμφωνίας στο δημοψήφισμα «δεν πιστεύω ότι υπάρχει περιθώριο για να διαπραγματευτούμε ξανά, να αρχίσουμε νέες συνομιλίες», εκτίμησε από την Αβάνα ο επικεφαλής της κυβερνητικής αντιπροσωπείας στις διαπραγματεύσεις, ο Ουμπέρτο ντε λα Κάγιε.
Η οριστική συμφωνία θα υπογραφτεί από τον πρόεδρο Σάντος και τον επικεφαλής των FARC Τιμολέον Χιμένες, ή «Τιμοσένκο», πριν από το δημοψήφισμα για την εφαρμογή της.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν συνεχάρη τα δύο μέρη, τόνισε ωστόσο ότι απαιτείται μια «εξίσου αποφασιστική και εξαιρετική προσπάθεια» προκειμένου «να εφαρμοστεί η συμφωνία».
«Χάρη στη δύναμη και στη θέληση του λαού της, η Κολομβία σήμερα προχωρά προς ένα μέλλον αισιοδοξίας και ελπίδας», ανέφερε από την πλευρά του ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, ενώ η επικεφαλής της διπλωματίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης Φεντερίκα Μογκερίνι προειδοποίησε πως «απομένουν πολλές προκλήσεις για την εφαρμογή της συμφωνίας».
Πάντως, δεν βλέπουν όλοι στην Κολομβία με καλό μάτι το περιεχόμενο της συμφωνίας με τη μεγαλύτερη οργάνωση ανταρτών της χώρας. Ο πρώην πρόεδρος Άλβαρο Ουρίμπε (2002-2010) κι όσοι συμμερίζονται τις πολιτικές του θέσεις καταγγέλλουν ότι η συμφωνία ανοίγει τον δρόμο για να μείνουν ατιμώρητα τα εγκλήματα και οι ακρότητες που διέπραξαν οι αντάρτες.
Η ειρηνευτική συμφωνία που επιτεύχθηκε, έπειτα από τρεις αποτυχημένες προσπάθειες (1984, 1991, 1999) προβλέπει την προώθηση μιας αγροτικής μεταρρύθμισης, εναλλακτικών καλλιεργειών για την αντικατάσταση των παράνομων καλλιεργειών, καθώς και τη συμμετοχή των αφοπλισμένων ανταρτών στην πολιτική ζωή, συμπεριλαμβανομένων και των εκλογών.
Προβλέπει ακόμη τη δημιουργία μηχανισμών για να καταβληθούν αποζημιώσεις στα θύματα του εμφυλίου πολέμου, ο οποίος έχει στοιχίσει τη ζωή σε 260.000 ανθρώπους, χωρίς να υπολογίζονται οι 45.000 «αγνοούμενοι».
Ειδικό δικαστήριο θα αναλάβει να χειριστεί τις υποθέσεις όσων κατηγορούνται για τα πιο σοβαρά εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, τα οποία δεν καλύπτονται από την αμνηστία που θα χορηγηθεί.
Όμως, πριν απ' όλα αυτά, οι περίπου 7.500 γκεριγέρος, οι μαχητές των FARC, καλούνται να συγκεντρωθούν σε 31 προκαθορισμένες περιοχές της Κολομβίας και να παραδώσουν τα όπλα υπό την επιτήρηση του ΟΗΕ, μια διαδικασία η οποία αναμένεται να διαρκέσει έξι μήνες.