Ενα τολμηρό σχέδιο και συνάμα ένα πρότυπο για την επανίδρυση του κράτους, χαρακτήρισε ο υφυπουργός Πολιτισμού Πέτρος Τατούλης το σχέδιο νόμου για το νέο Οργανισμό του υπουργείου Πολιτισμού, που παρουσίασε σήμερα.
Ο κ. Τατούλης στάθηκε ιδιαίτερα στον εκτεταμένο διάλογο που έγινε και στην επιλογή της ηγεσίας του υπουργείου να μην "περάσει" ο νέος Οργανισμός με Προεδρικό Διάταγμα, όπως έγινε στο παρελθόν, αλλά μέσω διαλόγου που θα διεξαχθεί στη Βουλή.
Οι βασικοί άξονες του σχεδίου νόμου, όπως τους περιέγραψε ο κ. Τατούλης, περιστρέφονται γύρω από την πάταξη της γραφειοκρατείας, με την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία των υπηρεσιών του υπουργείου, μετά την αναγκαία αναδιοργάνωσή τους, τη δημιουργία Περιφερειακών Υπηρεσιών Πολιτισμού, αλλά και τη μετατροπή των μεγάλων Μουσείων της χώρας σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, για την εξασφάλιση περισσότερων πόρων, αλλά και εξασφαλίζοντας το δημόσιο χαρακτήρα τους.
Ο νέος Οργανισμός του ΥΠΠΟ προβλέπει
- την εκλογίκευση του συστήματος Εφορειών Αρχαιοτήτων, την ενίσχυση του επιστημονικού τους έργου και τη δημιουργία Πολυδύναμων κέντρων.
- τη δημιουργία συστήματος αξιολόγησης και συλλογικών γνωμοδοτικών οργάνων, όπως είναι το Εθνικό Συμβούλιο Πολιτισμού, το Συμβούλιο Γενικών Διευθυντών και το Συμβούλιο Περιφερειακών Διευθυντών.
Ο νέος Οργανισμός, συνέχισε ο κ. Τατούλης, θα επιβαρρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό με περίπου πέντε εκατομμύρια ευρώ, ενώ ανακοίνωσε ότι για το 2006 το υπουργείο Οικονομίας ενέκρινε προς το υπουργείο Πολιτισμού 130 εκατομμύρια ευρώ.
Για τις προσλήψεις που θα απαιτηθούν, ο κ. Τατούλης ανέφερε ότι υπολογίζονται σε περίπου 3.500 (όπως και ο προηγούμενος Οργανισμός του ΥΠΠΟ), ενώ διευκρίνισε ότι θα αξιοποιηθούν περίπου 2.000 συμβασιούχοι.
Τέλος, για τις αντιδράσεις του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, ο κ. Τατούλης είπε ότι προσήλθαν στο διάλογο με αρνητική διάθεση χωρίς θέσεις και προτάσεις.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων κάνει λόγο για διάλυση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και υποστηρίζει ότι τίθεται σε κίνδυνο η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, και απαξιώνεται η ειδική επιστημονική γνώση, με την ενοποίηση των Εφορειών Αρχαιοτήτων σε επίπεδο νομού.