Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την παγκόσμια παραγωγικότητα, καθώς η θερμική καταπόνηση σε χώρες χαμηλότερου εισοδήματος έχει ήδη μειώσει τις ημέρες εργασίας, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων στην παγκόσμια οικονομία ως το 2030.
Εκτός των άλλων, αυτό σημαίνει ότι οι χώρες που συνεισφέρουν λιγότερο στην υπερθέρμανση του πλανήτη καταλήγουν να επηρεάζονται πιο αρνητικά.
Οι ώρες εργασίας των χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας έχουν μειωθεί κατά 15% με 20% λόγω της υπερβολικής ζέστης, σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg, και το ποσοστό αυτό ενδέχεται να διπλασιαστεί τα επόμενα 30 χρόνια. Η θερμική καταπόνηση καθιστά δυσκολότερη τη διατήρηση της ίδιας έντασης εργασίας από τον εργαζόμενο, μειώνοντας την ταχύτητά του και δημιουργώντας ανάγκη για περισσότερη ξεκούραση σε βιομηχανίες εντατικής εργασίας.
Οι μεγάλες οικονομίες, οι οποίες έχουν μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για την κλιματική αλλαγή, έχουν την οικονομική δυνατότητα να προσαρμοστούν στη μειωμένη παραγωγικότητα.
Για παράδειγμα, τα εργοστάσια μπορούν να επενδύουν σε εναλλακτικές μεθόδους ψύξης των μηχανημάτων τους και οι μεγαλύτερες εταιρείες μπορούν να προσαρμόζουν ευκολότερα τις βάρδιες των εργαζομένων.
Ωστόσο, οι χώρες χαμηλότερου εισοδήματος θα βιώσουν ταχύτερα και εντονότερα την αυξανόμενη οικονομική επιβάρυνση, καθώς οι θέσεις εργασίας χαμηλών δεξιοτήτων, χαμηλής αμοιβής και υψηλής έντασης πλήττονται πιο σοβαρά από τη θερμική καταπόνηση.
Το φαινόμενο αυτό μπορεί να επηρεάσει έως και 43 χώρες έως το 2030, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, της Ινδονησίας και της Μαλαισίας, σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο των Ηνωμένων Εθνών. Ενδεικτικά, το ΑΕΠ της Κίνας μπορεί να μειωθεί κατά 1% ως το 2030 και της Ινδονησίας κατά 6%.