Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Το 2003 στη Γερμανία, η κυβέρνηση Σρέντερ, οι επιχειρηματικοί φορείς και τα συνδικάτα συναποφάσισαν μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας με προτεραιότητα τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης. Η χώρα καταγράφει σήμερα 6% ανεργία.
Το 2016 στην Ελλάδα, η κυβέρνηση Τσίπρα, ο ΣΕΒ και η ΓΣΕΕ συμφώνησαν «κοινό μέτωπο» αντίστασης στις προτροπές των θεσμών για αλλαγές στο εργασιακό δίκαιο με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων. Η εξέλιξη παρουσιάζεται μάλιστα ως «ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί» απέναντι στους πιστωτές.
Προφανώς, το πρόβλημα δεν είναι η 7ετής ύφεση και το 1 εκατ. ανέργων αλλά οι πιέσεις των πιστωτών για ένα περιβάλλον που θα ευνοεί τις επενδύσεις στην Ελλάδα. Ειδάλλως, ποιες είναι οι δικές μας προτάσεις για την τόνωση της απασχόλησης;
Η απουσία επενδύσεων και η ανεργία είναι πρόβλημα της Ελλάδας. Οι πιστωτές θα διασφαλίζουν την επιστροφή των δανείων τους μέσω ανάλογων αυξήσεων φόρων και περικοπών δαπανών. Είτε το ελληνικό ΑΕΠ βρίσκεται στα ύψη, είτε στα τάρταρα. Γι’ αυτό και δεν θα επιμείνουν στο ζήτημα των εργασιακών.
Ευρωπαϊκές πηγές των πιστωτών τονίζουν ότι το εργασιακό δεν συνιστά προτεραιότητα ενόψει της 2ης αξιολόγησης του προγράμματος, όπως άλλωστε έχει συμβεί με τις περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τις οποίες καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης το ελληνικό σύστημα αποφεύγει σε βάρος της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Από το παζλ λείπει βεβαίως το κομμάτι του ΔΝΤ, το οποίο όμως επί της ουσίας έχει μπει στην άκρη: τελευταία φορά παρείχε χρηματοδότηση στην Ελλάδα το 2014 και πλέον θέτει ως προϋπόθεση για την ενεργή συμμετοχή στο πρόγραμμα την ποσοτικοποίηση των παρεμβάσεων στο ελληνικό χρέος, που δεν διαφαίνεται πριν από τις γερμανικές εκλογές.
Συνεπώς, δεν αποκλείεται η κυβέρνηση να «σηκώνει» ψηλά το θέμα των εργασιακών προετοιμάζοντας πανηγυρική φιέστα με τον ισχυρισμό ότι θα έχει αντισταθεί στις αξιώσεις των πιστωτών διαπραγματευόμενη προς όφελος των εργαζομένων.
Σε αυτήν την περίπτωση, το τελευταίο σκέλος θα είναι όντως στοιχείο αξιοπιστίας, καθώς είναι τέτοιο το σημείο καθίζησης της ελληνικής οικονομίας που το συμφέρον των εργαζομένων πιθανότατα συγκρούεται με το συμφέρον των ανέργων.
Για παράδειγμα, τι είναι προτιμότερο; Να μην απολυθεί μονομιάς μια ομάδα εργαζομένων σε μια επιχείρηση που βρίσκεται σε αργό θάνατο ή να διευκολυνθεί μια επιχείρηση που μελετά να προσλάβει νέους εργαζόμενους για να δοκιμάσει το επιχειρηματικό της σχέδιο;
Η απάντηση δεν είναι εύκολη σε ένα από τα πολλά ερωτήματα που δεν τίθενται στη δημόσια συζήτηση. Πρέπει όμως όλοι να γνωρίζουν τουλάχιστον ποιο είναι το διακύβευμα, ώστε να μπορούν να αξιολογούν τις εκάστοτε επιλογές.
Πάντως, το εργασιακό δίκαιο είναι μόνο μία παράμετρος. Αν το πολιτικό σύστημα, αλλά και οι θεσμοί, είχαν πραγματικά ενδιαφερθεί να μετασχηματίσουν εγκαίρως τομείς όπως η δημόσια διοίκηση, οι αγορές προϊόντων και η απονομή δικαιοσύνης, ίσως δεν θα είχαμε σήμερα να επιλέξουμε ανάμεσα στο κακό και στο χειρότερο.