Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Με εξαίρεση ορισμένους Σοσιαλδημοκράτες, που υπολογίζουν ότι μπορούν να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη από το φλερτ με τον Αλέξη Τσίπρα, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι προσεγγίζουν την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ως μια πτέρυγα του ετερόκλητου λαϊκιστικού μπλοκ της Ευρώπης.
Δεν είναι τυχαία η πρόσφατη αναφορά του επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, που παραλλήλισε ευθέως την ελληνική κυβέρνηση με τους λαϊκιστές της Βρετανίας, οι οποίοι «υποσχέθηκαν πράγματα που δεν μπορούσαν να υλοποιήσουν».
Αυτό όμως δεν εμποδίζει αξιωματούχους όπως ο Ολλανδός ΥΠΟΙΚ να έχουν αγαστή συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση.
Μέσα σε ένα περιβάλλον ευρωσκεπτικιστικής έξαρσης, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γηραιάς ηπείρου, όπου πολιτικές καριέρες χτίζονται πάνω στο ερώτημα «πού πηγαίνουν τα λεφτά των Ευρωπαίων φορολογουμένων», ποιος άλλος θα μπορούσε να εφαρμόσει στην Ελλάδα τα αντιδημοφιλή μέτρα που απαιτούνται για την εκταμίευση της χρηματοδότησης προς τον αδύναμο κρίκο της Ευρωζώνης;
Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ χρησιμεύει εξάλλου στην αποδόμηση των μύθων που συστηματικά οικοδόμησαν οι εκάστοτε διεκδικητές της εξουσίας για την εξουσία. Δεν υπάρχει καλύτερο μάρκετινγκ από την εξημέρωση του «Τσε Γκεβάρα» της Ευρώπης.
Όσοι όμως εξισώνουν τον Αλέξη Τσίπρα με τον Νάιτζελ Φάρατζ, αδικούν τον Έλληνα πρωθυπουργό. Οι Βρετανοί λαϊκιστές, μπροστά στο τέρας που δημιούργησαν, ο ένας μετά τον άλλον πηγαίνουν σπίτι τους, σε αντίθεση με τον Αλέξη Τσίπρα και τον Πάνο Καμμένο, οι οποίοι παρέμειναν για να εφαρμόσουν ένα πρόγραμμα που δεν πιστεύουν.
Είναι άραγε η εξουσία ως αυτοσκοπός; Είναι μήπως η συνειδητοποίηση ότι πουθενά αλλού στον κόσμο δεν μπορεί να σταθεί ακόμη και με το σημερινό βιοτικό επίπεδο μια δυσλειτουργική χώρα, που παράγει ελάχιστα, δαπανά περισσότερα και εισπράττει λιγότερα;
Μέσα στον αυξανόμενο διεθνή ανταγωνισμό, όπου λίγα χρόνια αρκούν για να φτιαχτούν μεσαίες τάξεις σε χώρες με το μέγεθος της Ινδίας και της Κίνας, η Ε.Ε. διανύει τη χειρότερη περίοδο στα χρονικά της. Όταν όμως πραγματικά θέλεις να βελτιώσεις κάτι, δεν το διαλύεις. Δουλεύεις για να το επιδιορθώσεις. Αν πιστεύεις σε αυτό, δεν το «χτυπάς» με την πρώτη ευκαιρία, χρησιμοποιώντας τους δήθεν αντιπάλους σου:
(Αλ. Τσίπρας για το Brexit) «Ελπίζω το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος να λειτουργήσει αφυπνιστικά για την Ευρώπη… όπου τα σύνορα για τη λιτότητα και τον αυταρχισμό είναι ανοιχτά, αλλά τα σύνορα για τους ανθρώπους είναι κλειστά και υψώνονται φράχτες… Δεν πρέπει να ρίχνουμε τα βάρη για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στον βρετανικό λαό… Θα πρέπει να αποδώσουμε τις ευθύνες στις ευρωπαϊκές ηγεσίες…».
Δηλαδή, είχε δίκιο τελικά ο Νάιτζελ Φάρατζ;
Για την ιστορία, η λιτότητα ουδέποτε ετέθη στην εκστρατεία για το δημοψήφισμα στη Βρετανία, που δεν συμμετέχει στην Ευρωζώνη και σίγουρα δεν εφαρμόζει μνημόνιο. Απέναντι δε στα κλειστά σύνορα και τους υψωμένους φράχτες, οι υποστηρικτές του Brexit επιθυμούν ακόμη πιο κλειστά σύνορα και ακόμη πιο υψωμένους φράχτες.
Άρα, γιατί να τους ακούσουμε;