Κριτική στην Άγκελα Μέρκελ ασκείται στον γερμανικό Τύπο, με αφορμή τους χειρισμούς της μετά το βρετανικό δημοψήφισμα, αναφορικά με το μέλλον της Ε.Ε..
Αρνητικά είναι τα σχόλια της σοσιαλδημοκρατικής Frankfurter Rundschau για τις χθεσινές δηλώσεις Μέρκελ: «Γίνεται πολύς λόγος αυτές τις μέρες για την ευρωπαϊκή οικογένεια και περί αυτής έκανε λόγο και η καγκελάριος. Αλλά όταν γίνεται λόγος για οικογένεια θα έπρεπε η μαμά Μέρκελ να προσθέσει και τι θα γίνει με τα υπόλοιπα μέλη της. Ναι, θα έπρεπε -τουλάχιστον ακροθιγώς- να αναφερθεί και στη δική της ευθύνη για την αποχώρηση της Βρετανίας. Τίποτα σχετικό δεν ειπώθηκε στις δηλώσεις της. Τίποτα για το αν συνέβαλε και η συχνά αδιαφανής, οικονομικά και κοινωνικά επιβλαβής, αν μη τι άλλο, πολιτική που ακολούθησε η Γερμανία».
Η συντηρητική Frankfurter Allgmeine Zeitung γράφει: «Στην παρούσα κατάσταση δεν είναι το πλέον λανθασμένο πράγμα να θέλει η καγκελάριος Μέρκελ να κερδίσει λίγο χρόνο για να βγάλει τα σωστά συμπεράσματα για το βρετανικό δημοψήφισμα. Ενα από αυτά τα συμπεράσματα είναι προφανές, ότι δηλαδή και η καγκελάριος Μέρκελ δεν θα πρέπει να το σκέφτεται για πολύ: η Ε.Ε. πρέπει να τηρήσει τους κανόνες, τις συνθήκες και τις υποσχέσεις της. Η Μέρκελ παραδέχθηκε ότι αυτό δεν γινόταν πάντοτε. Στην παραβίασή τους και την αθέτησή τους συμμετείχε και το Βερολίνο. Τις περισσότερες φορές ο στόχος ήταν να διατηρηθούν όσα επιτεύχθηκαν και να εμποδιστούν τα χειρότερα. Μακροπρόθεσμα όμως τέτοια τεχνάσματα θέτουν σε κίνδυνο ακριβώς αυτό το οποίο θέλουν να διασώσουν. Αν η ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία το αντιληφθεί επιτέλους, τότε η αποχώρηση των Βρετανών θα έχει προσφέρει μια υπηρεσία στην Ευρώπη».
Η Μannheimer Morgen παρατηρεί: «Η Άγκελα Μέρκελ, η αριστοτέχνις του περίπου, δεν έχει ακόμα κανένα σχέδιο και δεν το κρύβει κιόλας. Το πνεύμα αμηχανίας το οποίο πλανάται πάνω από την Ευρώπη μετά το βρετανικό δημοψήφισμα διαπερνά και τις κυβερνητικές δηλώσεις. Το σοκ είναι ακόμα μεγάλο για να μπορέσει να σκεφτεί κανείς για τη επόμενη μέρα. Την ημέρα δηλαδή κατά την οποία η κυβέρνηση του Λονδίνου θα καταγγείλει τη συμμετοχή της στην Ε.Ε. Μέχρι τότε η καγκελάριος θα έχει να κάνει πολλά για να φρενάρει τις κεντρόφυγες δυνάμεις στην Ε.Ε. και όχι μόνο στις Βρυξέλλες».
Η Süddeutsche Ζeitung προβληματίζεται για τις περαιτέρω πολιτικές διαδικασίες στην ίδια την Μ. Βρετανία: «Το δημοψήφισμα διατυπώνει μια επιθυμία, δεν είναι διαταγή. Η εφαρμογή της αποχώρησης εναπόκειται στο Κοινοβούλιο. Αυτό το Κοινοβούλιο έχει εκφραστεί στη μεγάλη του πλειοψηφία κατά την αποχώρησης. Οι βουλευτές μπορούν να εκπληρώσουν επομένως την επιθυμία των ψηφοφόρων μόνο ενάντια στην ίδια την αρχική επιθυμία τους. Μόνο νέες εκλογές μπορούν να λύσουν το πρόβλημα. Αν λοιπόν η υπέρτατη επιθυμία των Βρετανών είναι να αποχωρήσουν, τότε θα πρέπει να εκλέξουν ένα (νέο) Κοινοβούλιο το οποίο θα σεβαστεί αυτήν τη επιθυμία και θα την εφαρμόσει με τη μεγαλύτερη συνέπεια».
Η Neue Osnabrücker Zeitung ασχολείται με τις αντιδράσεις ηγετικών στελεχών της Ε.Ε. μετά το βρετανική απόφαση εξόδου από την Ε.Ε. και ρωτά: «Δεν έμαθαν οι Ευρωπαίοι πολιτικοί τίποτα από το βρετανικό δημοψήφισμα; Στη σύνοδο κορυφής δεν έγινε λόγος για κάποια μεγάλη μεταρρύθμιση η οποία θα αλλάξει πραγματικά την Ε.Ε., η οποία θα μπορούσε να την φέρει πιο κοντά στους πολίτες και θα την κάνει λιγότερο γραφειοκρατική. Οι Βρετανοί όμως κατέστησαν σαφές ότι δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση με την Ε.Ε. στη σημερινή της μορφή. Αντίθετα οι αρχηγοί των κρατών μελών έδωσαν έμφαση στην ολοκλήρωσή της. Δεν θα πάνε καλά έτσι τα πράγματα. Με αυτόν τον τρόπο οι Ευρωπαίοι βάζουν τις βάσεις για νέες ήττες, όπως λ.χ με δημοψηφίσματα σε άλλες χώρες».