Ο αρχηγός της σιιτικής αντιπολίτευσης στο Μπαχρέιν, σεΐχης Αλί Σαλμάν, ο οποίος δικάζεται για υποκίνηση σε ανυπακοή, καταδικάστηκε σε δεύτερο βαθμό σε φυλάκιση εννέα ετών, ποινή που το κίνημά του χαρακτηρίζει «απαράδεκτη και προκλητική» το κίνημά του, Αλ-Ουέφακ.
Το Αλ-Ουέφακ είναι ο βασικός οργανωτής του κινήματος αμφισβήτησης το οποίο άρχισε τον Φεβρουάριο του 2011 στο Μπαχρέιν, όπου η σιιτική πλειοψηφία του πληθυσμού ζητεί πολιτικές μεταρρυθμίσεις και μια πραγματική συνταγματική μοναρχία στη χώρα.
Το Μπαχρέιν, κράτος με πληθυσμό στην πλειοψηφία του σιιτικό μουσουλμανικό, κυβερνάται από σουνιτική μουσουλμανική δυναστεία, συμμαχική προς τη Σαουδική Αραβία. Το Ιράν, το Ιράκ, το Αζερμπαϊτζάν και το Μπαχρέιν είναι οι μόνες μουσουλμανικές χώρες στις οποίες οι σιίτες πλειοψηφούν των σουνιτών.
Το πρώτο ανώτερο εφετείο ποινικών υποθέσεων του Μπαχρέιν αύξησε κατά τέσσερα χρόνια την πρωτόδικη ποινή φυλάκισης που είχε επιβληθεί στον κ. Σαλμάν τον Ιούνιο του 2015, σύμφωνα με δικαστική πηγή.
Τότε, το δικαστήριο δεν είχε δεχθεί την κατηγορία της συνωμοσίας κατά του καθεστώτος.
Ωστόσο, ο σεΐχης Σαλμάν είχε καταδικαστεί για «δημόσια υποκίνηση στο μίσος εναντίον των οπαδών μιας θρησκείας», δηλαδή εναντίον των σουνιτών, υποκίνηση σε ανυπακοή και προσβολή του υπουργείου Εσωτερικών, χαρακτηρίζοντας τους εργαζομένους σε αυτό «μισθοφόρους», σύμφωνα με τις αρχές.
To Αλ-Ουέφακ, το κίνημα του σεΐχη Σαλμάν, κατήγγειλε γρήγορα τη δικαστική απόφαση σε δεύτερο βαθμό, χαρακτηρίζοντάς την απαράδεκτη και προκλητική, σε μια χώρα που συγκλονίζεται από ολοένα και περισσότερες ταραχές.
Η απόφαση μαρτυρά «την επιμονή του καθεστώτος να αψηφά τις εκκλήσεις για μια λύση και να οξύνει την πολιτική κρίση στο Μπαχρέιν», ανακοίνωσε το Αλ-Ουέφακ.
Η σύλληψη στα τέλη Δεκεμβρίου του 2014 του σιίτη ηγέτη, ηλικίας 51 ετών, είχε προκαλέσει διαδηλώσεις και καταδικαστεί από τις οργανώσεις προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων.