Εν μέσω θρησκευτικής αργίας στη Γερμανία, η προσφυγική κρίση και οι συνέπειές της στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις βρίσκονται στο επίκεντρο του ηλεκτρονικού Τύπου της χώρας.
Η Die Welt επισημαίνει ένα αντιφατικό φαινόμενο: ενώ οι προσφυγικές ροές προς τη Γερμανία μειώνονται, το κυβερνών χριστιανοδημοκρατικό κόμμα (CDU) της Άγκελα Μέρκελ συνεχίζει την υποχώρησή του στις δημοσκοπήσεις. Κάνοντας την «ακτινογραφία» του κόμματος, ο αρθρογράφος αναλύει την ανθρωπογεωγραφία του «μεγάλου συνασπισμού» της Μέρκελ ως εξής:
«Όι πολιτικοί που ειδικεύονται στα οικονομικά ποτέ δεν στήριξαν με θέρμη τον μεγάλο συνασπισμό, ο οποίος μπορεί να ασκεί κοινωνική πολιτική μοιράζοντας δώρα στους συνταξιούχους και ελάχιστους μισθούς (στους εργαζόμενους), αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει υλοποιήσει ούτε ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς. Οι ασχολούμενοι με θέματα εσωτερικής πολιτικής για μεγάλο χρονικό διάστημα στήριζαν τον μεγάλο συνασπισμό, αλλά απελπίστηκαν με την Καγκελάριο στην προσφυγική κρίση. Πολλές φορές, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, παρακάλεσαν για μία πρόσκληση στην Καγκελαρία, προκειμένου να εξηγήσουν τις αντιρρήσεις τους. Αντιθέτως η μικρή ομάδα των πολιτικών που εστιάζουν στην εξωτερική πολιτική, υποστήριζε εκ πεποιθήσεως τη Μέρκελ στο προσφυγικό ζήτημα. Ωστόσο, κάποιοι από αυτούς αρχίζουν να προβληματίζονται, λόγω της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας».
Την εσωκομματική τακτική της Μέρκελ σχολιάζει και η οικονομική επιθεώρηση Wirtschaftswoche. Στα σημαντικά ζητήματα - επισημαίνεται στο σχόλιο - «αποφασίζει μόνο ένας: η Μέρκελ. Αυτό έγινε στην αντιπαράθεση για τα δισεκατομμύρια προς την Ελλάδα, αυτό έγινε, εξυπακούεται, και στην προσφυγική κρίση. Αυτό έγινε και σε θεμελιώδη ζητήματα, όπως το ελάχιστο ημερομίσθιο και η σύνταξη στα 63 που - για πολλούς χριστιανοδημοκράτες -θυμίζουν μάλλον σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα για την αναθέρμανση της οικονομίας».
«Τείχος του Βερολίνου» στη ...Λετονία;
Η ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού Focus φιλοξενεί συνέντευξη του πρωθυπουργού της Λετονίας Μάρις Κουσίνσκις, ο οποίος προσπαθεί να δικαιολογήσει την απόφασή του να υψώσει φράχτη στα σύνορα με τη Ρωσία, ενώ προαναγγέλλει την κατασκευή ενός ακόμη φράχτη στα σύνορα με τη Λευκορωσία. Ο πρωθυπουργός της Λετονίας δηλώνει:
«Δεν πρόκειται για ένα νέο τείχος του Βερολίνου, αλλά για ένα μέσο που θα μας επιτρέψει να ανακτήσουμε τον έλεγχο. Πρέπει να ξέρουμε ποιος μπαίνει στη χώρα μας. Περίπου 60 Αφγανοί, Ιρανοί και Βιετναμέζοι έχουν εισέλθει με κάποιον τρόπο. Πρόκειται για νεαρούς άνδρες, οι οποίοι δεν θέλουν να εργαστούν, αλλά εποφθαλμιούν τα κοινωνικά επιδόματα- κατά προτίμηση στη Σκανδιναβία».
Στην παρατήρηση του Γερμανού δημοσιογράφου ότι 60 άνθρωποι δεν μπορούν να χαρακτηριστούν «προσφυγικό κύμα» ο πρωθυπουργός της Λετονίας αντιτείνει την απειλή της Ρωσίας: «Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για πιθανή εκτροπή των προσφυγικών ροών. Αυτοί που σήμερα αναζητούν διαφυγή στο Αιγαίο, θα μπορούσαν αύριο να έρθουν στη χώρα μας μέσω Ρωσίας. Η Ρωσία έχει ήδη στείλει μερικούς στη Φινλανδία και στη Νορβηγία. Για τις ροές είναι υπεύθυνοι οι διακινητές και πρέπει να λογαριάζουμε με όλα τα ενδεχόμενα».
Ο συντάκτης του Focus επισημαίνει ότι οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες ζητούν την αλληλεγγύη της Ευρώπης σε θέματα ασφαλείας, αλλά οι ίδιες αρνούνται να επιδείξουν αλληλεγγύη στο ζήτημα της προσφυγικής κρίσης. Η απάντηση του Μάρις Κουσίνσκις:
«Η Λετονία ασφαλώς και επιδεικνύει αλληλεγγύη. Έχουμε δεσμευθεί να δεχθούμε πρόσφυγες από την Ιταλία, την Ελλάδα και την Τουρκία. Όμως θέλουμε να κινηθούμε προσεκτικά, γιατί δεν διαθέτουμε εμπειρία στην κοινωνική ενσωμάτωση ανθρώπων από τη Μέση Ανατολή. Πρέπει να δώσουμε στην κοινωνία την αίσθηση ότι αυτό πράγματι μπορεί να λειτουργήσει».