Την ονομασία Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, η οποία είναι διεθνώς αναγνωρισμένη (ΟΗΕ, Ε.Ε.ΝΑΤΟ κτλ), και όχι τη συνταγματική ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονία, πρέπει να χρησιμοποιούν τα Σκόπια στις εξαγωγές προϊόντων προς τα κράτη – μέλη της Ε.Ε.
Αυτό ανέφερε ο αρμόδιος για θέματα φορολογίας και τελωνειακής ένωσης Επίτροπος της Ε.Ε., Λάζλο Κόβακς, απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ, Π. Μπεγλίτη, σχετικά με την εξαγωγή προϊόντων από την ΠΓΔΜ προς τις χώρες της Ε.Ε.
Στην ερώτησή του ο κ. Μπεγλίτης, ζητεί να μάθει σε ποιες ενέργειες έχει, ήδη, προβεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε να διασφαλίσει ότι η εξαγωγή προϊόντων από την ΠΓΔΜ προς τα κράτη της Ε.Ε., δεν θα γίνεται με τη συνταγματική ονομασία της χώρας, αλλά με την ονομασία που αναγνωρίζει ο ΟΗΕ και η Ε.Ε. καθώς και σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε να υπερασπισθεί τις σχετικές συλλογικές αποφάσεις της Ε.Ε. σε περίπτωση που οι αρχές της ΠΓΔΜ επιμένουν να χρησιμοποιούν στα συνοδευτικά έγγραφα, στα πιστοποιητικά, όπως και σε κάθε άλλη ένδειξη, των προϊόντων που εξάγονται, τη συνταγματική τους ονομασία.
Στην απάντησή του ο κ. Κόβακς σημειώνει ότι η τρέχουσα συμφωνία σταθεροποίησης και σύνδεσης που συνδέει την Ε.Ε. με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, και που βρίσκεται σε ισχύ από το 2004 -και συγκεκριμένα το πρωτόκολλο 4 αυτής- καθορίζουν σαφώς τις απαιτήσεις και τις διαδικασίες για την παροχή προνομιακής μεταχείρισης στα προϊόντα καταγωγής εκείνης της χώρας, συμπεριλαμβανομένων των πιστοποιητικών μετακίνησης και άλλων αποδείξεων προέλευσης.
«Το κείμενο της συμφωνίας αναφέρεται στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας ως τη μόνη ονομασία της χώρας και κατά συνέπεια αυτό είναι το μόνο όνομα που μπορεί να ληφθεί υπόψη ως χώρα προέλευσης στα πιστοποιητικά μετακίνησης και στα άλλες αποδείξεις που απαιτούνται για την προνομιακή μεταχείριση που χορηγείται. Συνεπώς, οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών δεν πρέπει να χορηγήσουν προνομιακή μεταχείριση στα αγαθά που δεν συμμορφώνονται με τις σχετικές διατάξεις της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης», αναφέρει στην απάντησή του ο κοινοτικός Επίτροπος.