Από την έντυπη έκδοση
Του Πάνου Κακούρη
[email protected]
Το προσωρινό, τελικά, αντάρτικο της ελληνικής κυβέρνησης κατά της παρουσίας του ΔΝΤ στην τρόικα, εκδηλώθηκε σε μια λάθος χρονική συγκυρία, καθώς εμφανίζει την Ελλάδα ως κάτι να έχει να φοβάται, εν όψει της επικείμενης αξιολόγησης, χωρίς να έχει -ή καλύτερα να δημοσιοποιεί- επιχειρήματα που θα επέβαλαν την απομάκρυνση του ΔΝΤ.
Κρίνοντας τη χρησιμότητα της παρουσίας του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, βάσει αποτελεσμάτων, την τελευταία εξαετία, δεν είναι και απαραίτητη, όταν στελέχη του ίδιου του Ταμείου ομολόγησαν ότι έγιναν λάθη.
Ωστόσο, η κίνηση της κυβέρνησης, πριν από την υποστολή της σημαίας, σε μια περίοδο που το ίδιο το ΔΝΤ δεν έχει ακόμη αποφασίσει εάν θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα, μάλλον άστοχη ήταν, για μια σειρά από λόγους.
Οπως προβλέπει η τρέχουσα συμφωνία, η παρουσία του Ταμείου είναι δεδομένη μέχρι και τον Μάρτιο του 2016.
Δηλαδή, στην 1η αξιολόγηση του προγράμματος θα συμμετάσχει κανονικά.
Για μετά τον Μάρτιο, το Ταμείο θέτει όρους. Ο πρώτος όρος είναι η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
Αυτός ο όρος αφορά την Ελλάδα, που οφείλει να παρουσιάσει μια πρόταση για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού.
Ο δεύτερος όρος είναι η απομείωση του ελληνικού χρέους.
Το ΔΝΤ θεωρεί από παλαιά, από το 2010, πως το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και σε έκθεσή του επέκρινε και το περιβόητο PSI, καθώς με τη διαδικασία που έγινε όχι μόνο δεν έλυσε το πρόβλημα του χρέους, αλλά δημιούργησε και πρόσθετα προβλήματα σε ασφαλιστικά ταμεία, τράπεζες, ιδιώτες κ.λπ.
Αρχικά επέμεινε για «κούρεμα», προοπτική που αποκλείστηκε από τους Ευρωπαίους. Τώρα συμβιβάζεται και με έμμεσο «κούρεμα», δηλαδή με μείωση των επιτοκίων και επέκταση των λήξεων.
Βέβαια, το Ταμείο εννοεί πως οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να «κουρέψουν» τα δάνεια που χορήγησαν στην Ελλάδα, αλλά τα δάνεια που οφείλει η Ελλάδα στο ΔΝΤ να μείνουν ανέπαφα.
Σε κάθε περίπτωση, είναι ένας μόνιμος μηχανισμός πίεσης προς τους εταίρους για την απομείωση του χρέους.
Η κυβέρνηση εάν επέμενε στη φυγή του ΔΝΤ, θα έχανε έναν σύμμαχο (μαζί και τις ΗΠΑ) στη συζήτηση για το χρέος.
Επίσης, το ΔΝΤ το θέλουν και οι Γερμανοί, και αφού το θέλουν οι Γερμανοί το «θέλουν» και οι χώρες του Βορρά της Ευρωζώνης, όπως επίσης και η Κομισιόν, όπως κατέστησε σαφές και ο Πιερ Μοσκοβισί.
Στο πλαίσιο αυτό, θα χαλούσε παράλληλα το κλίμα στις σχέσεις με τον πυρήνα της Ευρωζώνης.
Από την άλλη φοβάται τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για το ασφαλιστικό, αλλά και τα πρόσθετα μέτρα που ζητεί το Ταμείο μέχρι το 2018.
Τους ίδιους φόβους είχε και η κυβέρνηση Σαμαρά και επιχείρησε ανεπιτυχώς την απομάκρυνσή του, αλλά συνάντησε τις αντιστάσεις του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης.
Η ιστορία δείχνει πως οι κυβερνήσεις φεύγουν, το ΔΝΤ μένει.