Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Η πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα να εγείρει ζήτημα γύρω από τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Η Γερμανία απαίτησε εξαρχής τη συμμετοχή του ΔΝΤ στα ευρωπαϊκά προγράμματα διάσωσης, επικαλούμενη την τεχνογνωσία του, αλλά κυρίως αποβλέποντας στην αυστηρότητα με την οποία λειτουργεί, βάσει κανόνων τους οποίους εφαρμόζει απαρέγκλιτα. Σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που είναι σαφώς πιο ελαστική και αρέσκεται να κρατά τις ισορροπίες στο εσωτερικό της Ενωσης.
Έπειτα, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, αντιμέτωπο με τη δυσαρέσκεια της γερμανικής κοινής γνώμης για τη βοήθεια προς την Ελλάδα, χρησιμοποιεί στο εσωτερικό της χώρας το επιχείρημα ότι από τη στιγμή που στο πρόγραμμα διάσωσης συμμετέχει το ΔΝΤ, δεν μπορεί να μη συμμετέχει η Γερμανία.
Το Βερολίνο επιμένει στην παρουσία του ΔΝΤ έξι ολόκληρα χρόνια μετά την εκδήλωση της κρίσης. Το κάνει δε παρά το γεγονός ότι στην περίπτωση της Ελλάδας εκφράζει εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη από την Ουάσιγκτον για την προοπτική νέου «κουρέματος» του χρέους.
Το γεγονός αυτό προκαλεί μάλιστα προβληματισμό σε ανθρώπους που γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις στα γερμανικά κέντρα λήψης αποφάσεων. Η άποψη ότι η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν θέλει να εφαρμόσει το πρόγραμμα κερδίζει έδαφος στη Γερμανία, η οποία αισθάνεται ότι ρίχνει χρήματα σε μια μαύρη τρύπα.
Ως εκ τούτου, η παρουσία του ΔΝΤ διατηρεί ενδεχομένως ανοιχτό για το Βερολίνο ένα παράθυρο τορπιλισμού της διαδικασίας την κατάλληλη στιγμή μέσω της αντιπαράθεσης για το χρέος. Είναι άλλωστε νωπές οι μνήμες από τις δραματικές ώρες της διαπραγμάτευσης πριν από την υπογραφή της συμφωνίας για το τρίτο πρόγραμμα, οπότε και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έβαλε στο τραπέζι την πρόταση για «τάιμ - άουτ» της Ελλάδας από το ευρώ.
Οι γερμανικές επιδιώξεις είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη αφορά τη στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης.
Το Μαξίμου έφερε σε άβολη θέση τη χώρα όταν με τους χειρισμούς του οδήγησε το Βερολίνο απλώς να υπενθυμίσει στην Αθήνα ότι η συμφωνία που υπέγραψε προβλέπει πρόγραμμα με τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Είναι χαρακτηριστική η επιστολή του Ευκλείδη Τσακαλώτου προς την Κριστίν Λαγκάρντ το καλοκαίρι, με την οποία ζητούσε τη συνέχιση της συνδρομής της.
Η κυβέρνηση θα πρέπει εν πάση περιπτώσει να αποφασίσει αν το ΔΝΤ είναι «καλό» ή «κακό» για τα συμφέροντα της χώρας. Από τη μία πλευρά το «καλεί» για το χρέος και από την άλλη το «διώχνει» για το ασφαλιστικό και τα εργασιακά. Προς το παρόν διακηρύττει ότι επιθυμεί να απαλλαγεί από το ΔΝΤ, στο οποίο η Ελλάδα συμμετέχει ως ιδρυτικό μέλος.
Όλα όμως εξηγούνται με ορισμένες παραδοχές πιο προσγειωμένες στην ελληνική πραγματικότητα. Πάγια τακτική του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα είναι να δείχνει κάποιον άλλον ως «κακό» και υπαίτιο για όσα έρχονται. «Καλή ώρα» στο ασφαλιστικό.