Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ ανακάλυψαν ότι βραχυπρόθεσμες αντιδράσεις στην κλιματική αλλαγή μπορούν να μειώσουν τις παγκόσμιες επενδύσεις έως και κατά 45 τοις εκατό.
Η έρευνα του Ινστιτούτου Ηγεσίας Βιώσιμης Ανάπτυξης (CISL) του Πανεπιστημίου αναφέρει ότι η ευαισθητοποίηση για τους δυνητικούς κινδύνους της κλιματικής αλλαγής μπορεί να μειώσει τα παγκόσμια επενδυτικά κέρδη κατά 45 τοις εκατό και τα κέρδη σταθερού εισοδήματος κατά 23 τοις εκατό. Η μελέτη ανέλυσε βραχυπρόθεσμους κινδύνους που προκαλούνται από τον τρόπο που οι επενδυτές ανταποκρίνονται στις ειδήσεις που σχετίζονται με την αλλαγή του κλίματος.
Τα ευρήματα έδειξαν ότι το 53 τοις εκατό των απωλειών μπορεί να αποφευχθεί με την ανακατανομή των χαρτοφυλακίων. Οι επενδυτές δεν θα μπορέσουν να περιορίσουν το άλλο 47 τοις εκατό των απωλειών, εκτός εάν εφαρμοστεί μία δραστική λύση για την κλιματική αλλαγή. «Αυτή η νέα έρευνα δείχνει ότι κανένας επενδυτής δεν είναι ασφαλής από τους κινδύνους που δημιουργεί η κλιματική αλλαγή, ακόμη και βραχυπρόθεσμα», δήλωσε ο Τζέικ Ρέινολντς, διευθυντής του CISL.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τρία σενάρια για την ανάλυση των βραχυπρόθεσμων επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Το πρώτο σενάριο προβλέπει ότι η παγκόσμια κοινότητα διατηρεί την υπερθέρμανση του πλανήτη στους δύο βαθμούς Κελσίου. Το δεύτερο σενάριο προβλέπει μια συνέχιση των τάσεων του παρελθόντος και καμία ουσιαστική αλλαγή στην προθυμία των κυβερνήσεων να αναλάβουν σοβαρή δράση κατά της κλιματικής αλλαγής.
Σύμφωνα με το τελευταίο σενάριο δεν υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, με τις προσαρμοστικές αντιδράσεις να σχετίζονται με προσωπικά οφέλη και να προκύπτουν ανάλογα με τα προβλήματα που παρουσιάζονται από την κλιματική αλλαγή. Τόσο στο πρώτο όσο και στο τρίτο σενάριο, τα ευρήματα έδειξαν ότι βραχυπρόθεσμες αντιδράσεις στην κλιματική αλλαγή μπορούν να μείωσουν την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη μέσα σε πέντε με δέκα χρόνια, ως αποτέλεσμα οικονομικής προσαρμογής.
Σε ό,τι αφορά τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί πολύ γρηγορότερα στο πρώτο σενάριο (3,5 τοις εκατό ετησίως), ξεπερνώντας τόσο το δεύτερο όσο και το τρίτο σενάριο για τα οποία προβλέπεται ανάπτυξη 2,9 και 2 τοις εκατό ετησίως, αντίστοιχα.