Του Δημήτρη Χατζηνικόλα
Βιάζεται η κυβέρνηση να κλείσει έως της 18 Αυγούστου τη συμφωνία για το τριετές πρόγραμμα προκειμένου να αποφύγει τυχόν νέες απαιτήσεις από πλευράς των θεσμών και όχι μόνο από ακραίους κύκλους στην Ευρώπη όπως θα περίμεναν πολλοί.
Και αυτό διότι το κάθε πρόγραμμα έχει συγκεκριμένους στόχους που εξαρτώνται από δεδομένα όπως η πορεία της οικονομίας (ΑΕΠ, ύφεση) η επιδείνωση των οποίων θα προκαλέσει νέο δημοσιονομικό κενό για την κάλυψη του οποίου το Μαξίμου φοβάται ότι θα απαιτηθούν και νέα μέτρα.
Προς αυτήν την κατεύθυνση ίσως δεν είναι άσχετο και το χθεσινό δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel» για «χαλάρωση» των όρων λιτότητας του νέου προγράμματος για την Ελλάδα, λόγω της δυσμενούς κατάστασης της οικονομίας, την οποία κατά το δημοσίευμα σχεδιάζουν οι θεσμοί.
Ενδεικτική είναι και η χθεσινή διαρροή κυβερνητικών κύκλων για την τηλεφωνική επαφή του πρωθυπουργού με τον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, σύμφωνα με την οποία οι δύο άντρες επιβεβαίωσαν την σημασία του να τηρηθούν αμοιβαία και κατά γράμμα οι δεσμεύσεις που περιλαμβάνονται στο γραπτό κείμενο της Συνόδου Κορυφής των χωρών μελών της Ευρωζώνης.
Κυβερνητικά στελέχη μάλιστα θεωρούν αλληλένδετα την πορεία των διαπραγματεύσεων τις επόμενες ημέρες και το εσωκομματικό ζήτημα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, σημειώνοντας ότι θα πρέπει πρώτα να ολοκληρωθούν οι συνομιλίες και να ψηφιστεί η νέα συμφωνία από την Βουλή και μετά να «ανοίξουν» οι εσωκομματικές διαδικασίες.
Με την κυβέρνηση φαίνεται να συμφωνεί και σύσσωμη η αντιπολίτευση αφού στο χθεσινό άτυπο συμβούλιο πολιτικών αρχηγών στο Προεδρικό Μέγαρο, με αφορμή την επέτειο για τα 41 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, οι πολιτικοί αρχηγοί ζήτησαν από τον κ. Τσίπρα να μην γίνουν εσπευσμένα εκλογές, αν δεν έχει ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση του νέου προγράμματος και δεν ξεκινήσουν οι συνομιλίες για τη διαμόρφωση οδικού χάρτη για την ρύθμιση του χρέους.
Όπως επισημαίνουν κυβερνητικοί κύκλοι οι συζητήσεις τις επόμενες ημέρες θα είναι συνεχείς, ενώ ζητούμενο παραμένει ο τόπος και οι συμμετέχοντες σε αυτές τις συζητήσεις.
Επιδίωξη της ελληνικής πλευράς είναι οι συζητήσεις να γίνουν με τον κ. Χουλιαράκη και με στελέχη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, αλλά αν ζητηθούν συναντήσεις με υπουργούς αυτές, «με δεδομένη την κρισιμότητα της συγκυρίας και την κρισιμότητα της στιγμής», το αίτημα θα γίνει δεκτό.