του Δημήτρη Χατζηνικόλα
Συνεχίζεται το παιχνίδι εξουσίας μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών, με το κλίμα σήμερα -μετά τη χθεσινή αιφνίδια επιδείνωση- να είναι εμφανώς θετικότερο και να μην επιβεβαιώνει τις χθεσινές διαρροές του Μαξίμου, που μιλούσαν για διαφωνίες μεταξύ των δανειστών που δυσκολεύουν τη συμφωνία.
Νωρίτερα, κοινοτικές πηγές στην έδρα της Κομισιόν, ανέφεραν πως υπάρχει σύγκλιση και οι διαπραγματευτές στο Brussels Group οδεύουν προς συμφωνία για θέματα όπως το ύψος και ο τρόπος είσπραξης του ΦΠΑ, η λίστα των ιδιωτικοποιήσεων, η σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Παράλληλα, υπάρχει ακόμη απόσταση στο ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2015 (με την κυβέρνηση να επιδιώκει από το 3 να πέσει στο 1,5%), στο ασφαλιστικό σύστημα και στα εργασιακά (η χρονική μετάθεση της αύξησης του κατώτατου μισθού δεν ικανοποιεί τους θεσμούς, που θέλουν να βγει εντελώς από το τραπέζι).
Τα παραπάνω επιβεβαιώθηκαν και στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Μάλιστα, στην κοινή δήλωση που συνόδευσε την επικοινωνία των δύο ανδρών γίνεται ιδιαίτερη μνεία στη σημασία των μεταρρυθμίσεων για εκσυγχρονισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος, ούτως ώστε «να καταστεί δίκαιο, δημοσιονομικά βιώσιμο και αποτελεσματικό στην κατεύθυνση αποφυγής της φτώχειας της τρίτης ηλικίας» και στην ανάγκη καθιέρωσης «ενός μοντέρνου και αποτελεσματικού συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων, το οποίο θα πρέπει να αναπτυχθεί μέσω ευρείας διαβούλευσης και να πληροί τα υψηλότερα ευρωπαϊκά πρότυπα».
Εντός των συγκεκριμένων δύο αναφορών (εκσυγχρονισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος, μοντέρνου και αποτελεσματικού συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων), σύμφωνα με στέλεχος της κυβέρνησης που έχει γνώση των διαπραγματεύσεων, «κρύβεται» και η πρόθεση του Μαξίμου «να προχωρήσει σε στοχευμένες αλλαγές που θα ανοίξουν την πόρτα της συμφωνίας».
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, μετά από συνάντηση που είχε στο Παρίσι με τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών Μισέλ Σαπέν, δήλωσε ότι έχει σημειωθεί πρόοδος στις διαπραγματεύσεις γύρω από την χρηματοδότηση της Ελλάδας, ενώ ο κ. Σαπέν μίλησε για «μια περίοδο που το πνεύμα είναι θετικό και από τη μία και από την άλλη πλευρά».
Στο ίδιο μήκος κύματος και η κοινή δήλωση των θεσμών (ΔΝΤ, ΕΚΤ, Κομισιόν) ότι «εργάζονται στενά από κοινού» ώστε «να επιτευχθεί συγκεκριμένη πρόοδος στο Eurogroup της ερχόμενης Δευτέρας. Η δήλωση έγινε μια ημέρα μετά τη χθεσινή διαρροή κυβερνητικών πηγών ότι οι διαφωνίες ΔΝΤ και Ευρωπαίων «γεμίζουν κόκκινες γραμμές τη διαπραγμάτευση».
Τέλος, ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, ο οποίος θα είναι «παρών» στο Eurogroup (μένει να δούμε αν θα πλαισιώνεται από τους Δραγασάκη και Τσακαλώτο) όπως έχει δηλώσει ο κυβερνητικό εκπρόσωπος Γ. Σακελαρίδης, συναντήθηκε σήμερα στη Ρώμη με τον ιταλό ομόλογό του Πιερ-Πάολο Πάντοαν.
Ο κ. Βαρουφάκης, στη δήλωσή του μετά τη συνάντηση αναφέρθηκε στην ανάγκη «να δημιουργηθούν οι συνθήκες για το πέρασμα σε μία εποχή μεταμνημονιακή μετά τον Ιούνιο ανάκαμψης και ουσιαστικής ανάπτυξης για την ελληνική κοινωνική οικονομία», επιβεβαιώνοντας και όσους θέλουν ο ρόλος του να επικεντρώνεται στη μεγάλη συμφωνία για την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας.
Μάλιστα, με άρθρο του που δημοσιεύεται από τον ιστότοπο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός με τίτλο «Το προσχέδιο της Ελληνικής ανάκαμψης», ο κ. Βαρουφάκης μιλά για την απόφαση της κυβέρνησης «να συγκρουσθεί με κατεστημένα συμφέροντα προκειμένου να επιτευχθεί βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Θα γίνουμε ο χειρότερος εχθρός τους».
«Τα καρτέλ, οι αρχές τιμολόγησης που πλήττουν την ανταγωνιστικότητα, τα επαγγέλματα που χωρίς νόημα παραμένουν κλειστά, και η γραφειοκρατία που παραδοσιακά έχει μετατρέψει το κράτος σε έναν δημόσιο φόβο, σύντομα θα ανακαλύψουν ότι η κυβέρνησή μας είναι ο χειρότερος εχθρός τους», είναι ένα μικρό απόσπασμα απ’ όσα αναφέρει.
Σύμφωνα με τον υπουργός, «φραγμός στην ανάπτυξη ήταν η ανίερη συμμαχία των ολιγαρχικών συμφερόντων και των πολιτικών κομμάτων, οι σκανδαλώδεις προμήθειες, οι πελατειακές σχέσεις, τα μονίμως χρεωμένα μέσα ενημέρωσης, οι υπερβολικά εξυπηρετικές τράπεζες, οι αδύναμες φορολογικές αρχές και η φοβισμένη δικαιοσύνη».