Στις Βρυξέλλες υπήρξε διάθεση για διαβούλευση και διάλογο, έλεγαν κυβερνητικές πηγές, μία μέρα μετά το Eurogroup της Τετάρτης, όπου δεν κατέστη δυνατό να συνταχθεί κοινή δήλωση για την Ελλάδα.
Όπως σημείωναν, στο Eurogroup υπήρξε επιμονή να ζητήσει η Ελλάδα «τεχνική επέκταση», ενώ υπήρξαν διαρκείς διαβουλεύσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει κινητοποίηση από την πλευρά των εταίρων, ώστε να αρχίσει η προετοιμασία για το επόμενο Eurogroup.
Η πλειοψηφία των υπουργών ασκούσαν πιέσεις προκειμένου να δεχθεί η κυβέρνηση παράταση, υπήρχαν, όμως, υπουργοί που καταλάβαιναν τα ζητήματα και προσπαθούσαν, με έναν δημιουργικό τρόπο, να διαμορφώσουν ένα κοινά αποδεκτό πλαίσιο.
Οι ίδιες πηγές τόνιζαν ότι όσα είπαν οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης τα είπαν μπροστά σε όλους, όχι όταν αποχώρησε ο Σόιμπλε.
Ανέφεραν ακόμη ότι υπήρξαν πολλά κείμενα εργασίας στο Eurogroup. Υπήρξε και κείμενο που ήταν σε θετική κατεύθυνση, το οποίο και απορρίφθηκε από την γερμανική κυβέρνηση. Η τελική πρόταση ανακοίνωσης, που δημοσίευσαν οι FT, το οποίο αναφέρεται στην «επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος», δεν μπορούσε, βέβαια, να γίνει αποδεκτή από την ελληνική Κυβέρνηση, τόνιζαν.
Οι κ.κ. Βαρουφάκης και Δραγασάκης τηλεφώνησαν στον Αλέξη Τσίπρα και του επεσήμαναν ότι το κείμενο έχει προβληματικά στοιχεία και ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό και ο Πρωθυπουργός επιβεβαίωσε την εκτίμησή τους.
Σε ό,τι αφορά τη σημερινή Σύνοδο Κορυφής, οι ίδιες πηγές έλεγαν πως ο κ. Αλέξης Τσίπρας στην παρέμβαση του στην Σύνοδο Κορυφής θα μιλήσει επί της ουσίας και θα θέσει τα πολιτικά ζητήματα. Δεν θα αναφερθεί σε διατυπώσεις. Θα εξηγήσει την κατάσταση στην Ελλάδα και θα προσπαθήσει να καλλιεργήσει συναινέσεις, προκειμένου να μην αποτελέσουν οι διατυπώσεις τροχοπέδη.
Στο πλαίσιο αυτό, τόνιζαν πως υπάρχει όλη η καλή βούληση από την πλευρά της κυβέρνησης για αμοιβαία επωφελή συμφωνία.
Το κλίμα στην Σύνοδο Κορυφής εκτιμάται ότι θα είναι εντέλει θετικό, γεγονός που θα δώσει στίγμα για το επόμενο Eurogroup της Δευτέρας.
Το κλίμα δεν θα αποτυπωθεί σε γραπτό κείμενο, αλλά θα μεταφερθεί στους Υπουργούς Οικονομικών.
Για το ζήτημα της Ελλάδας ενημέρωση θα κάνει ο κ. Γ. Ντάισελμπλουμ. Οι ίδιες πηγές τόνιζαν πως ιδιαίτερη σημασία έχει και η χθεσινή δήλωση του κ. Ντάισελμπλουμ, μετά το Eurogroup, όπου σημείωσε ότι έχουν γίνει βήματα.
Η ανάσχεση ανθρωπιστικής κρίσης, αποτελεί, σε κάθε περίπτωση, πρώτη προτεραιότητα και ξεκινά άμεσα η υλοποίηση του προγράμματος της Θεσσαλονίκης.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές θέσεις, η κυβέρνηση:
Συζητάει για «συμφωνία – γέφυρα» μέχρι το καλοκαίρι.
Δεν μπαίνει στη διαδικασία παράτασης και κλεισίματος του Μνημονίου. Όπως τονίζουν οι κυβερνητικές πηγές, δεν μπορεί κανείς να προσποιείται ότι δεν έχουν υπάρξει εκλογές στις 25 Ιανουαρίου. Όλοι αυτοί που συμμετέχουν στα ευρωπαϊκά φόρα δέχονται ότι αυτό που συνέβη στην Ελλάδα με τα μνημόνια είναι αποτυχία και δεν μπορεί η κυβέρνηση να συνεχίσει να το εφαρμόζει.
Σημειώνουν ακόμη ότι αν δεχθεί την παράταση και την ολοκλήρωση του προγράμματος είναι σαν να αποδέχεται το mail του κ. Χαρδούβελη (νέες περικοπές σε συντάξεις και κοινωνικό κράτος, νέοι φόροι, κ.λπ.), το οποίο και θα κληθεί να το εφαρμόσει.
Διευκρίνιζαν μάλιστα πως δεν έχει κανένα νόημα να συμφωνήσει η κυβέρνηση σε τεχνική παράταση στα λόγια και σε δύο μήνες να της λένε «εφάρμοσε το πρόγραμμα». Δεν είναι ζήτημα μόνο διατυπώσεων, καθώς απορρέουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις από την διατύπωση.
Αναφορικά με το χρηματοδοτικό, σημείωναν πως είναι σημαντικό να εξασφαλίσουμε χρηματοδότηση και διευκρίνιζαν ότι:
Δεν ζητάμε την τελευταία δόση από τον ESM (7,2 δισ. ευρώ) γιατί δεν θέλουμε οι Ευρωπαίοι πολίτες να πληρώνουν για ένα ατελέσφορο πρόγραμμα.
Αντίθετα, ζητάμε τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων της ΕΚΤ, ύψους 1,9 δισ. ευρώ.
Ζητάμε επίσης να αυξηθεί το όριο έκδοσης των εντόκων κατά 10 δισ. ευρώ (από τα 15 δισ. που είναι το «πλαφόν» -και το χρησιμοποίησε, όπως λένε οι ίδιες πηγές, ολόκληρο η κυβέρνηση Σαμαρά) να αυξηθεί στα 25 δισ. ευρώ.
Ακόμη ζητάμε τα 11 δισ. ευρώ από το ΤΧΣ να χρησιμοποιηθούν για την πλήρη εξυγίανση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος («κόκκινα δάνεια»).
Τέλος, δεν ζητάμε περισσότερα χρήματα.
Επίσης, η ελληνική κυβέρνηση ζητεί εξορθολογισμό του δημοσιονομικού πλαισίου: Το πλεόνασμα να ρυθμιστεί σύμφωνα με τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και να μειωθεί στο 1,5% από 3% και 4,5% του ΑΕΠ που έχει δεχτεί και υπογράψει η κυβέρνηση Σαμαρά. Θα πρέπει να υπάρχει ρητή δέσμευση για το πλεόνασμα στη «συμφωνία - γέφυρα». Κι αυτό είναι σημαντικό γιατί πάνω στο προβλεπόμενο πλεόνασμα θα καταρτιστεί ο προϋπολογισμός της κυβέρνησης.
Προτείνει επίσης εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων. Οι κυβερνητικές πηγές διευκρίνιζαν ότι υπάρχουν «δράσεις» στο πλαίσιο αυτό που αποτελούν κοινές προτεραιότητες της ελληνικής κυβέρνησης με αυτές των δανειστών: Κτηματολόγιο, περιουσιολόγιο, διαγωνισμοί συχνοτήτων Τ/Σ, φορολογικό, κ.λπ.
Σημείωναν τέλος πως «υπάρχουν "δράσεις" που θέλουμε να κάνουμε και κάποιες στις οποίες δεν μπαίνουμε καν στη συζήτηση».