Η επιχείρηση λεγόταν «Ρόδο». Ωστόσο ίχνος από το άρωμα αυτού του άνθους δεν υπήρχε τη νύχτα της 13ης Αυγούστου 1961, όταν άρχισε η οικοδόμηση ενός τείχους που έμελλε να διχοτομήσει το Βερολίνο. Μέσα σε λίγες ώρες είχε μπει λουκέτο σε 12 γραμμές και 48 σταθμούς του μετρό, ενώ είχαν κτιστεί αδιαπέραστα φράγματα σε 193 μικρούς και μεγάλους δρόμους στην καρδιά της πόλης.
Η κυκλοφορία ανάμεσα στο Ανατολικό και στο Δυτικό Βερολίνο παρέλυσε σχεδόν αυτοστιγμεί. Με εξαίρεση τους «σκληροπυρηνικούς» του Κομμουνιστικού Κόμματος, οι υπόλοιποι Γερμανοί παρακολουθούσαν με οργή τον διαμελισμό της πρωτεύουσάς τους.
Σήμερα, 40 χρόνια μετά την οικοδόμησή του και περίπου 12 μετά την πτώση του, οι Γερμανοί δείχνουν μικρό ενδιαφέρον για το «Τείχος του Αίσχους». Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση, μόνο το 3% των Δυτικογερμανών και το 10% των Ανατολικογερμανών θεωρούν και σήμερα τη διχοτόμηση της χώρας τους ένα γεγονός στη γερμανική ιστορία των τελευταίων εκατό ετών, το οποίο αξίζει να μείνει ζωντανό στη μνήμη.
Μικρό είναι και το ενδιαφέρον που δείχνουν για το Τείχος και τα πολιτικά κόμματα. Οι επετειακές τελετές ελάχιστα καταγράφονται από τα μέσα ενημέρωσης. Εξαίρεση αποτελεί ο «καγκελάριος της ένωσης» κ. Χέλμουτ Κολ που γίνεται κάθε χρόνο πρωτοσέλιδο, επειδή χαρακτηρίζει τον σημερινό σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ «προδότη», εξαιτίας των δήθεν αμφιβολιών του τελευταίου σχετικά με τη σκοπιμότητα της επανένωσης της χώρας. Εφέτος ωστόσο, λόγω του πρόσφατου θανάτου της συζύγου του Χανελόρε, ο κ. Κολ αναμένεται να σιωπήσει.