«Αφορμές υπήρξαν. Ο Σταυρός στεκόταν πάντα μπροστά μου. Ήταν σαν να περίμενε στωικά. Σε χωριά και πόλεις, κάμπους ή βουνά, όλες τις εποχές του χρόνου, κάθε στιγμή. Η γενναιοδωρία της θρησκείας και η ελευθερία της τέχνης διασταυρώθηκαν αμέτρητες φορές…». Έτσι περιγράφει ο δημοσιογράφος Πλάτωνας Τσούλος το ξεκίνημα, κάπου σε ένα ξωκλήσι, σε ένα νησί των Κυκλάδων, της φωτογραφικής αυτής ιστορίας, που αποτυπώνεται στο πέμπτο του λεύκωμα, με τίτλο «Σύμβολο», που παρουσιάζεται από τις εκδόσεις ΖΩ2, στο κατάστημα Public Συντάγματος, την Μεγάλη Τρίτη 15 Απριλίου, στις 7 το απόγευμα.
Το βιβλίο θα παρουσιάσουν ο υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Κώστας Γκιουλέκας, ο ποιητής και συγγραφέας Σωτήρης Γουνελάς, ο δημιουργός του βιβλίου, Πλάτωνας Τσούλος και ο δημοσιογράφος, Λάμπρος Πολύζος.
Ένα πολλαπλό και ευανάγνωστο μήνυμα
Μικρό Πάπιγκο - Ναός Ταξιαρχών.
Αφιερωμένο στο οικουμενικό αποτύπωμα της πίστης, τον Σταυρό, με φωτογραφικό υλικό 15 χρόνων, από κάθε άκρη της Ελλάδας, από δεκάδες εκκλησίες, ξωκλήσια και μονοπάτια πίστης, το λεύκωμα καταγράφει στιγμές ενατένισης και προσωπικής στάσης, απεικόνισης - και δημιουργίας, κυρίως στον φυσικό χώρο - ενός Συμβόλου πανταχού παρόντος και αποτελεί ένα πολλαπλό και ευανάγνωστο μήνυμα, καθώς πλησιάζει η Μεγάλη Εβδομάδα. Περιλαμβάνοντας 165 έγχρωμες φωτογραφίες, το βιβλίο διαρθρώνεται σε τέσσερις ενότητες: φθινόπωρο, χειμώνας, άνοιξη, καλοκαίρι, ανάλογα με τον φωτισμό που συνοδεύει την ενατένιση αυτή.
Βλέποντας πάντα τον κόσμο καινούριο
Μήλος – Κλήμα – Άγιος Δημήτριος.
Ο Πλάτωνας Τσούλος μάς έχει συνηθίσει και από προηγούμενα βιβλία του σε αυτό το ταξίδεμα της Ελλάδας, είτε φωτογραφίζοντας ρόπτρα και αποτυπώνοντας λαϊκό πολιτισμό και χειροτεχνήματα μιας εποχής αφημένης κάπου στο χτες, είτε συνομιλώντας με τη φύση και τα στοιχεία της, τα ρυάκια, τα βουνά, τα φύλλα, αυτά που μιλάνε κι αυτά που δεν μιλάνε, μα, τελικά, όλα μιλάνε.
Έχοντας στις αποσκευές του τα σύνεργα του φωτογράφου και μια φρέσκια ματιά που βλέπει πάντα τον κόσμο καινούργιο, που τον «ανακαλύπτει» από την αρχή, για να τον αιχμαλωτίσει, να οδηγήσει οτιδήποτε μπορεί να οδηγηθεί στη μνήμη του φακού, να μεταμορφωθεί, συχνά να στρεβλωθεί μέσω αυτής της διαδικασίας και, τελικά, να υπάρξει για όλους εμάς, που δεν υπήρξαμε ή, συνήθως, δεν υπάρχουμε ως αυτουργοί, αλλά ως συμμετέχοντες.
Στο «Σύμβολο», αυτή η διαδικασία της συμμετοχής προϋποτίθεται ή, για να το πούμε αλλιώς, η πρόσληψη του θέματος - γιατί ένα είναι το θέμα, οι στιγμές του είναι διαφορετικές - δεν σταματά στην απλή παρατήρηση. Απαιτεί ουσιαστική συμμετοχή.
Ένα Σύμβολο που αντέχει και υπερβαίνει τις συγκυρίες
Σίφνος, Βαθύ - Ταξιαρχών και Ευαγγελίστριας.
Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα ζει μια «κοσμογονία». Είναι σαφές πια στον καθένα ότι, όταν τελειώσει όλο αυτό, όταν επιτέλους ξαναμπεί το πράγμα σε ένα «αυλάκι», χωρίς βίαιες αναταράξεις και αναδιανομές, χωρίς δεσμεύσεις κάθε είδους στις ζωές των ανθρώπων, τίποτα δεν θα θυμίζει - πολύ λίγα έστω - την κοινωνία που ήμασταν. Αν ψάξει κανείς για «σταθερές», για πράγματα – σύμβολα που αντέχουν και υπερβαίνουν τη συγκυρία, πόσα θα βρει; Και ποια θα είναι αυτά; Αυτό το Σύμβολο, με το οποίο μας καλεί να επικοινωνήσουμε ο Πλάτωνας Τσούλος, να το ξαναδούμε μέσα από τον φακό του, τόσο απλό στη μορφή του, αλλά ισχυρό σε αξίες και σε ιστορία, είναι ένα από αυτά...
Στον πρόλογο, περιγράφοντας τον τρόπο, με τον οποίο του δόθηκε το έναυσμα της έμπνευσης, ο δημιουργός μιλάει για το στολίδι μιας εκκλησιάς, κάπου σε ένα νησί, μια ώρα προς το δείλι και «συγκρίνει» τον Ήλιο που γέρνει προς τη δύση του με τον Σταυρό: «Αυτός και ο Ήλιος. Κυρίαρχοι και οι δύο. Όχι για πάντα. Ο Ήλιος θα έφευγε, Εκείνος θα έμενε, νικητής...».
«Όπου δεν υπάρχει τέλος, αλλά τελείωση…»
Προλογίζοντας το βιβλίο, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, Ιερώνυμος Β΄, τονίζει: «…Το έργο, μπολιασμένο από την ποίηση και τη φιλανθρωπία της τέχνης του, ανακαλύπτει την ομορφιά μοναδικών τόπων και τοπίων της πατρίδας μας… Το φωτογραφικό λεύκωμα του κ. Τσούλου δεν μας εγκλωβίζει σε μια πένθιμη ατμόσφαιρα, δεν μας επιβαρύνει με ένα δυσβάσταχτο φορτίο. Μας εμπνέει να διαβούμε από το “Σύμβολο” στον ουσιαστικότερο τρόπο της χριστιανικής μας ύπαρξης, όπου δεν υπάρχει τέλος, αλλά τελείωση…».
naftemporiki.gr