Με τον Πατριάρχη Πασών των Ρωσιών, Αλέξιο τον Β', συναντήθηκε σήμερα στη Μόσχα, ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης ο ρώσος Πατριάρχης αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, και στις σχέσεις Οικουμενικού Πατριαρχείου και Ελλαδικής Εκκλησίας, σημειώνοντας ότι «με προσοχή παρακολουθήσαμε τη σύγκρουση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Αρχιεπισκοπής της Ελλάδας. Ευγνωμονούμε την κυβέρνησή σας που σοφά βοήθησε να ξεπεραστεί αυτή η διένεξη».
Πάντως, ο Αλέξιος ανέφερε το Φανάρι ως Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, ενώ έθιξε και δυο ζητήματα που αφορούν στη ρωσική εκκλησία. Το ένα αφορά την καταστροφή, όπως είπε, του ρωσικού νεκροταφείου στην Καλαμαριά, και το άλλο το ρωσικό μοναστήρι στο Αγιον Ορος.
Ο έλληνας πρωθυπουργός στις δηλώσεις του είπε πως έγινε μια εκτενής συζήτηση για τον κοινωνικό ρόλο και το έργο που έχει να διαδραματίσει η σύγχρονη Εκκλησία, κάνοντας λόγο για ένα νέο ανθρωπισμό σε μια εποχή κυνισμού.
Ο Πρωθυπουργός τόνισε ότι συμβολισμός και επιστέγασμα των ισχυρών δεσμών Ελλάδας - Ρωσίας είναι και η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να αναγείρει αδριάντα των αδελφών Λειχούδη, δυο ιερομονάχων του 17ου αιώνα με ξεχωριστό συγγραφικό έργο, οι οποίοι ίδρυσαν το πρώτο πανεπιστημιακό ίδρυμα στη χώρα και ευχαρίστησε τον Πατριάρχη για την παραχώρηση χώρου της ρωσικής εκκλησίας.
Ο κ. Καραμανλής ξεναγήθηκε στην Εκκλησία του Σωτήρος αλλά και στο Κρεμλίνο, ενώ η σύζυγός του Νατάσα επισκέφθηκε σχολείο για άτομα με ειδικές ανάγκες και παρακολούθησε παράσταση.
Το απόγευμα ο πρωθυπουργός θα συναντηθεί με τον πρόεδρο του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου κ. Μιρόνοφ (14:00 ώρα Ελλάδος) και μια ώρα αργότερα με τον ομόλογό του κ. Φρανκόφ.
Αύριο, μετά τη συνάντηση με τον πρόεδρο Πούτιν, θα υπογραφούν δύο συμφωνίες, ενώ θα υπάρξει και κοινή δήλωση για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας. Στη συμφωνία για το κοινό σχέδιο δράσης Ελλάδας-Ρωσία έχει συμπεριληφθεί, σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ, ειδικό κεφάλαιο για την αμυντική και στρατιωτική συνεργασία των δυο χωρών.
Όπως μεταδίδει ο ανταποκριτής του Αθηναϊκού Πρακτορείου, στη συμφωνία, μεταξύ άλλων, γίνεται λόγος για «προμήθεια οπλισμού και συστημάτων που θα ικανοποιούν τις συναφείς ανάγκες και θα ανταποκρίνονται σε προδιαγραφές που θα εξυπηρετούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την αμυντική ικανότητα», καθώς και για «τελειοποίηση του συστήματος παροχής συνδρομής στη χρήση των οπλικών συστημάτων και στην εκπαίδευση του προσωπικού».
Παράλληλα προαναγγέλλεται η σύσταση κοινής ελληνορωσικής αμυντικής και στρατιωτικής επιτροπής.